1 χρόνο πριν – Νύχτα γάμου – Επόμενη μέρα
-Όλγα, μπορώ να μείνω εδώ αυτές τις δύο βδομάδες που υποτίθεται ότι θα πηγαίναμε ταξίδι; Ρώτησε η Ναταλία την καλύτερή της φίλη.
-Φυσικά, ρε κορίτσι... Το ρωτάς;
-Ωραία... Θα χρειαστεί να πας να μου πάρεις μερικά ρούχα... Εγώ δε θέλω να πάω εκεί προς το παρόν... Ούτε να τον ξαναδώ θέλω... είπε έτοιμη να βάλει τα κλάματα.
-Ηρέμησε, βρε κορίτσι μου... Θα πάω εγώ... Εσύ να κάτσεις εδώ όσο χρειαστείς και μην ανησυχείς για τίποτα... Ναι; Της είπε καθησυχαστικά.
-Ευχαριστώ, ρε Ολγάκι...
-Τι με ευχαριστείς, ρε Ναταλάκι μου... Φίλη σου είμαι... Οι φίλοι στα δύσκολα φαίνονται...
-Το ξέρω... Όλγα, σε παρακαλώ, με πολλή προσοχή να πας... Δε θέλω να καταλάβουν τίποτα η γιαγιά μου και η μικρή... Γι αυτές, είμαι στη Ρώμη... είπε η Ναταλία.
-Ρε Ναταλάκι μου, γιατί δεν τους μιλάς; Δε νομίζεις ότι πρέπει να ξέρουν;
-Όχι, Όλγα! Αυτό δε θα γίνει ποτέ... Αν η μικρή μάθει ότι ο Αλέξανδρος με απείλησε, θα θεωρήσει ότι έμεινα μαζί του εξαιτίας της... Για να την προστατεύσω... Και δε θέλω να έχει τύψεις το παιδί... Αρκετά έχει περάσει...
-Εντάξει, ηρέμησε... Άντε, ξάπλωσε να ξεκουραστείς, κι επιστρέφω σε λίγο... της εκείνη.
Λίγη ώρα, αργότερα, αφού βεβαιώθηκε ότι η Ναταλίτσα κοιμόταν, η Όλγα βγήκε από το σπίτι της και κατευθύνθηκε προς το σπίτι του Αλέξανδρου. Έπρεπε να πει δυο λογάκια με τον κύριο Βενέτη και, επί της ευκαιρίας, να πάρει ρούχα για τη Ναταλία, όπως είχαν συμφωνήσει. Ακόμα δεν το χωρούσε το μυαλό της όλο αυτό που είχε γίνει... Πώς μπόρεσε ο Αλέξανδρος να κάνει κάτι τόσο κτηνώδες; Γιατί είχε αλλάξει τόσο πολύ μια μέρα πριν από το γάμο; Γιατί φέρθηκε τόσο βίαια στη γυναίκα που υποτίθεται ότι αγαπούσε; Τι είχε συμβεί;
Οι σκέψεις συνέχισαν να την βασανίζουν, όταν συνειδητοποίησε ότι βρισκόταν μπροστά από το σπίτι του Αλέξανδρου. Κοντοστάθηκε για μια στιγμή. Τι έπρεπε να κάνει; Να χτυπήσει την πόρτα ή να ανοίξει με τα κλειδιά που της είχε δώσει η Ναταλία; Προτίμησε να κάνει το δεύτερο. Έτσι κι αλλιώς, ο Άλεξ μάλλον θα έλειπε τώρα... Έβαλε το κλειδί στην πόρτα και το γύρισε. Μπήκε μέσα. Το σπίτι μύριζε κλεισούρα κι αλκοόλ. Ήταν ολοφάνερο ότι στον Αλέξανδρο είχε στοιχίσει όλο αυτό που είχε γίνει μεταξύ του ίδιου και της Ναταλίας. Τον έψαξε με τα μάτια της αλλά δεν τον είδε πουθενά. Ανασήκωσε τους ώμους της και ανέβηκε τις σκάλες για να πάει στο δωμάτιο της Ναταλίας. Ετοιμάστηκε να ανοίξει την πόρτα όταν ένιωσε ένα χέρι να την γυρίζει απότομα προς το μέρος του και να την αγκαλιάζει.
VOUS LISEZ
Καταιγίδα ο έρωτας...AUBGRBC
Roman d'amour"Παράτησα τα όνειρά μου για σένα, Αλέξανδρε... Σ' αγάπησα όσο τίποτα άλλο στον κόσμο... Ακόμα σε αγαπάω... Δε θα αγαπήσω ποτέ κανέναν άλλον σαν εσένα... Αλλά αυτός ο γάμος πρέπει να τελειώσει... Κάνουμε κακό ο ένας στον άλλον..." Αυτά είπε η Ναταλ...