Κεφάλαιο 54: Σώσε με...

1.5K 127 33
                                    

Ο Μιχάλης έσπρωξε με δύναμη τα σεντόνια και ανακάθισε στο κρεβάτι του. Κοίταξε την ώρα στο ρολόι που βρισκόταν στο κομοδίνο του. Ήταν ήδη περασμένες τρεις. Αναστέναξε βαθιά. Όλο το βράδυ γυρόφερνε στο κρεβάτι. Δεν μπορούσε με τίποτα να κοιμηθεί. Η θυμωμένη μορφή της Ναταλίας, τα σκληρά λόγια της, η απαξίωση στη φωνή της, η απέχθεια στα μάτια της, δεν τον άφηναν να κλείσει μάτι. Δεν την αδικούσε. Της είχε καταστρέψει τη ζωή... Εξαιτίας του, η κοπέλα υπέφερε βουβά έναν χρόνο τώρα... Είχε υποστεί έναν βιασμό που της στοίχειωνε τα όνειρα και της έπαιρνε την ευτυχία μακριά. Είχε αναγκαστεί να μείνει με έναν άντρα που την είχε βιάσει, ζώντας καθημερινά με τον φόβο μήπως την ξανακάνει δική του με το ζόρι... Κι όλα αυτά τα περνούσε, χωρίς η αγαπημένη της γιαγιά και η αδερφή της να γνωρίζουν τίποτα... Ήθελε πάντα να πιστεύουν ότι εκείνη ήταν ευτυχισμένη... Τόσο αξιοπρεπής ήταν...

Αναστέναξε βαθιά για άλλη μια φορά και σηκώθηκε. Προχώρησε προς το παράθυρο. Κοίταξε έξω. Πυκνό σκοτάδι επικρατούσε παντού. Σε μια στιγμή, έστρεψε το βλέμμα του προς το σπίτι της κυρίας Ντίνας. Ήταν άραγε καλά η γυναίκα ή της είχε προκαλέσει μεγαλύτερο κακό λέγοντάς της την αλήθεια; Πόσο θα ήθελε να πέσει στην αγκαλιά της και να της ζητήσει συγχώρεση... Την κυρία Ντίνα την θυμόταν από τότε που ήταν μικρός... Όταν πέθανε η μητέρα του, η κυρία Ντίνα είχε βοηθήσει πολύ τον πατέρα του να τον μεγαλώσει... Ό,τι καλό είχε μέσα του  ο Μιχάλης, το χρωστούσε σε αυτή τη γυναίκα... Αλλά, κι αυτή τώρα τον σιχαινόταν... Είχε κάνει την εγγονή της να υποφέρει...

"Συγγνώμη..." ψιθύρισε μόνο κοιτάζοντας προς τα εκεί.

Το κουδούνι του που χτύπησε ξαφνικά τον έκανε να αναπηδήσει από τη θέση του και να στρέψει το σώμα του προς τη μεριά της πόρτας. Θορυβήθηκε. Ποιος μπορεί να ήταν τέτοια ώρα; Όποιος κι αν ήταν, για καλό δε θα ήταν πάντως... Ένα άσχημο προαίσθημα ένιωσε να τον τυλίγει. Τι είχε συμβεί, άραγε; Με την ψυχή στο στόμα, πέρασε στο σαλόνι και στάθηκε πίσω από την πόρτα.

-Ποιος είναι; ρώτησε απορημένος.

-Μιχάλη, άνοιξε, σε παρακαλώ... Η Κωνσταντίνα είμαι... άκουσε μια κοριτσίστικη φωνή να λέει.

Άνοιξε, χωρίς δεύτερη σκέψη, την πόρτα. Είδε την Κωνσταντίνα να τον κοιτάζει με την αγωνία ζωγραφισμένη στο όμορφό της πρόσωπο. Ένιωσε να τον λούζει κρύος ιδρώτας, καθώς το άσχημο προαίσθημα όλο και μεγάλωνε και τον έπνιγε σαν αγχόνη.

Καταιγίδα ο έρωτας...AUBGRBCDonde viven las historias. Descúbrelo ahora