Κεφάλαιο 13

169 25 1
                                    






Περιμένα υπομονετικά να σηκώσει το τηλέφωνο αλλά δεν γινόταν τίποτα. Ευχυχως το σήκωσε. Οπότε πάει να πει πως ακόμα δεν πέταξε της κάρτες του. Μια ανακούφιση έφυγε από πάνω μου. Ένιωσα τον κρύο ιδρώτα μου από την ανησυχία.

<< Μπαμπά είστε καλά;  Μπήκατε στο αεροπλάνο; >> από ότι μου είπε ήταν ασφαλής με κάτι μπράβους που είχε πάρει. Ήταν στο αεροπλάνο με προορισμό την Αμερική.

<< Κόρη μου εσύ που είσαι; >> από την φωνή του κατάλαβαινα πως ήταν ανήσυχος και στεναχωρος αρκετά.

<< Μην ανησυχείς μπαμπά. Την χάσαμε την πρώτη πτήση αλλά θα μάστε εκεί με την επόμενη. >> αφού μιλήσαμε και επιβεβαίωθηκα πως ήταν καλά κλείσαμε τα τηλέφωνα. Η ώρες πέρναγαν βασανιστικά αργά.

Σε ένα τέταρτο, ξεκίνησε η πτήση μας επιτέλους. Κοίταγα παντού για να σιγουρευτώ πως δεν μας κοιτάει κάποιος περίεργα. Μόλις περάσαμε τα σχετικά και στο διάδρομο για να πάμε προς το αεροπλάνο ο Ιάσονας είπε ανήσυχα. << Δύο άντρες του είναι στο αεροδρόμιο >> είπε καθώς έστριψα το βλέμμα μου, στο μέρος που κοιτούσε. Όπου εκεί βρισκόταν δύο άντρες αρκετά μυώδης και πανύψηλη.

<< Πρέπει να βιαστουμε >> βεβαιωσα και ξεκινήσαμε να τρέχουμε. Για κακή μας τύχη αυτή μας είδαν και έτρεξαν προς εμάς. Αλλά υπήρχε η αστυνομία εκεί και δεν μπορούσαν να περάσουν στον έλεγχο. Για τώρα είμαστε εντάξει. Αλλά το κακό είναι πως ξέρουν με ποιο αεροπλάνο πετάμε και ιδικοτερα τον προορισμό μας.

Κατάλαβα πως δεν θα μείνουμε ήσυχη. Οι άντρες του κυκλοφορούν ακόμα. Και ένας θεός ξέρει αν αυτός ο άντρας μπήκε στην φυλακή πλέον. Εκτός άμα ξέφυγαν από της αρχές. Αυτό φοβόμουν περισσότερο. Και ήλπιζα να μην γίνει.

Το αεροπλάνο δεν άργησε να ξεκινήσει. Ο Ιάσονας έκατσε μαζί μου και προτείνα στον αδερφό του να κάτσει μπροστά. Ώστε να προσέχουμε αν κάτι πάει στραβά.

<< Καλύτερα να καθόσουν με τον αδερφό σου. Εγώ μπορώ να προστατεύω τον εαυτό μου >> είπα με θάρρος και σήκωσα το πρόσωπο μου ελάχιστα ως μια ανώτερη.
Αυτός γέλασε ειρωνικά.
Και του χτύπησα σιγά το χέρι.

<< Μπορώ να μάθω γιατί γελάς ?>> είπα ελαφρώς προβληματισμενη και κάνοντας του παράπονα.

<< Εδώ μια μικρή κατσαριδουλα φοβοσουν. Φαντάσου άμα τους δεις μπροστά σου τι θα κάνεις >> γέλασε λίγο πιο δυνατά. Στην σκέψη μου συνιδιτοποιησα πως άμα τους έβλεπα θα έβαζα σίγουρα τον Ιάσονα μπροστά μου και εγώ σαν το ποντίκι που προσπαθεί να κρυφτεί από μια πεινασμένη γάτα, θα έβρισκα κρυψώνα από πίσω του.

Άρχιζα να τον κοροϊδεύω που με θεωρούσε φοβιτσιαρα. Νταξει είπαμσ φοβάμαι τα ζουζούνια, τα έντομα, τα σκυλιά,  πεταλούδες αλλά είμαι δυνατό κορίτσι. Σωστά ? Οοο ποιον κοροϊδεύω και γω. Έχει δίκιο. Με αυτά που μου έλεγε στην συνέχεια άρχιζα και γω να γελάω κάνοντας με να ξεχάσω,  μόλις αντίκρισα τα όμορφα μάτια του. Που με έκαναν να γεμίσω στο μυαλό μου,  μια ελπίδα πως όλα θα πάνε καλά.

The Kidnap Tempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang