Κεφάλαιο 38 - Η απόφαση

2.9K 345 13
                                    

Ο Ορέστης κοίταξε την Αθηνά που κοιμόταν μακάρια στην αγκαλιά του. Έδειχνε τόσο αθώα... Ανέβηκε τα σκαλιά και χτύπησε το κουδούνι. Η νταντά της Αθηνάς ήταν αυτή που άνοιξε την πόρτα. Φαινόταν αγουροξυπνημένη. Όταν είδε την Αθηνά στην αγκαλιά του γούρλωσε τα μάτια της και έδειξε πολύ ανήσυχη.

"Τι έπαθε η Αθηνά;" Το ενδιαφέρον της γυναίκας για την Αθηνά φαινόταν ξεκάθαρα.

"Ήπιε λίγο παραπάνω. Θα την πάω στο δωμάτιό της. " Χωρίς να περιμένει απάντηση προχώρησε προς τα σκαλιά.

Η Μάρθα πήγε μαζί του και του άνοιξε την πόρτα του δωματίου. Ο Ορέστης ακούμπησε την Αθηνά πάνω στο κρεβάτι. Εκείνη άρχισε να μουρμουρίζει μεθυσμένα  : " Κόπανε, δεν φέρονται έτσι στις γυναίκες."

Ο Ορέστης χαμογέλασε γιατί φαντάστηκε ποιον έβριζε: " Αθηνά... ποιος είναι ο κόπανος που σου φέρεται άσχημα;" Ρώτησε ψιθυριστά δίπλα στο αυτί της.

"Ο Ορέστης ..." Σούφρωσε τα χείλη της σα να ήταν έτοιμη να κλάψει και μετά ξέσπασε και πάλι θυμωμένη χωρίς να ανοίξει τα μάτια της : " Είσαι κάθαρμα. Δεν θέλω να σε ξαναδώ."

Η Μάρθα που παρακολουθούσε την σκηνή σοκαρισμένη προσπάθησε να την δικαιολογήσει: " Μην δίνεις σημασία στα λόγια της αγόρι μου. Είναι μεθυσμένη."

"Μην ανησυχείς Μάρθα, ξέρω." Εκείνος μίλησε με τα μάτια του πάνω στο πρόσωπο της Αθηνάς που είχε ηρεμήσει και πάλι.

Ξαφνικά η Αθηνά ανακάθισε στο κρεβάτι της και με κλειστά τα μάτια είπε με παράπονο: "Διψάω."

Η Μάρθα έφυγε αμέσως από το δωμάτιο για να φέρει το νερό και ο Ορέστης πήγε και στάθηκε όρθιος μπροστά της. Αφού την κοίταξε για λίγο, προσπάθησε να την σπρώξει απαλά πίσω αλλά εκείνη άνοιξε τα μάτια της και τον κοίταξε.Τα πρόσωπά τους ήταν πολύ κοντά το ένα στο άλλο.

Του χαμογέλασε μεθυσμένα: " Ορέστη!! Εδώ είσαι;" Τα χέρια της τυλίχτηκαν γύρω από τον λαιμό του και τα χείλη της φίλησαν το μάγουλό του.

Ο Ορέστης ξαφνιάστηκε αλλά πριν προλάβει να αντιδράσει, εκείνη κόλλησε τα χείλη της δικά του και μετά έπεσε πίσω στο κρεβάτι χαμογελώντας μακάρια.

Ο Ορέστης έμεινε να την κοιτάζει ταραγμένος ώσπου επέστρεψε η Μάρθα στο δωμάτιο. Η γυναίκα πήγε αμέσως κοντά της : " Έλα κορίτσι μου, πιες." Την ανασήκωσε και ακούμπησε το ποτήρι στα χείλη της. Εκείνη ρούφηξε λαίμαργα το περιεχόμενό του. Μετά άνοιξε τα μάτια της και κοίταξε γύρω της τρομαγμένη.

Η ΑΛΛΑΓΗWhere stories live. Discover now