Τα σώματα τους έκαιγαν , αποζητούσαν την επαφή . Δεβ άντεχαν άλλο χωριά . Το μυαλό τους Δεβ υπάκουε σε καμία εντολή πλέον μόνο η καρδιά είχε τα ηνία . Τα πρόσωπα τους πλησίασαν ,λίγο κάθε φορά ... σιγά σιγά . Κανένας δεν τους εβιαζε εξάλλου . Η νύχτα ήταν όλη δίκη τους . Μια νύχτα που θα κατέληγε σε μια βραδιά αφιερωμένη στον έρωτα και την μαγιά του . Τα μέτωπα τους ακουμπούσαν απαλά το ένα το άλλο . Εκείνος έκανε την αρχή , έσκυψε ελαφρά , μόνο τόσο όσο χρειάζονταν για να αγγίξει τα απλά ζουμερά της χείλη με τα δικά του .
Το φιλί ήταν στην αρχή απαλό , έκρυβε ίχνη ντροπής , δισταγμού , αμφιβολίας , ίχνη που γρήγορα λησμονήθηκαν μόλις το φιλί έγινε πιο βαθύ . Ο Αντώνης είχε φτάσει στα όρια του ,με δυσκολία κρατούνταν για να μην την κάνει δίκη του εδώ μπροστά σε όλους . Την ένιωσε να απομακρύνεται και αμέσως ένιωθε ένα κενό μέσα του . Τον κοιτούσε με μάτια που έλαμπαν από τον πόθο και τον δισταγμό . Έμειναν έτσι για λίγα λεπτά . Ο Ανδρέας παρατηρούσε το βλεμμα της . Δεν ήταν μεθυσμένη , κι όμως το ποτό είχε κάνει την δουλειά του και την είχε απελευθερώσει . Απόψε ήταν εκθαμβωτική . Πιο πολύ από ποτέ . Όταν την είδε να μπαίνει μέσα στο μπαρ τα μάτια του καρφώθηκαν κρητικά πάνω της . Όσο ποτέ άλλωστε . Ήταν γοητευτική και σεξυ είχε σκεφτεί χωρίς όμως να προκαλεί , να θέλει να δείξει . Ότι ακριβώς αποζητούσε ...Από την μεριά της η νοελια κοιτούσε μέσα στα μάτια του για απαντήσεις που βασάνιζαν εκείνη . Θα την πονούσε ; θα την μεταχειρίζονταν σαν παιχνίδι μιας βραδιάς ; θα μπορούσε άραγε να τον εμπιστευτεί ; Το μυαλό της Δεβ σκέφτονταν καθαρά . Λίγο το ποτό , λίγο η επιρροή που η γοητευτική του επιβλητικότητα είχε πάνω της , λίγο οι ξέφρενοι χτύποι της καρδιάς της που δεν την άφηναν να αρθρώσει λέξη. Όλα αυτά είχαν θολώσει το μυαλό της . Για το μόνο που ήταν πλέον σίγουρη ήταν πως ήθελε να ξανά γευτεί τα Χείλη του . Έκανε αυτή την κίνηση της αυτή τη φορά ,αφήνοντας ένα απαλό φιλί στα πρησμένα χείλη του και κάνοντας ένα μικρό νεύμα σαν να του έδινε την άδεια να προχωρήσει .
Ο Αντώνης σαν να το περίμενε ανυπόμονα τόση ώρα , σαν να ήθελε την συγκατάθεση της πρώτα , σαν να δίσταζε να αφήσει ελεύθερο τον εαυτό του ,επιτέθηκε σε χείλη της πιο άγρια , πιο απαιτητικά . Δάγκωσε λίγο πιο δυνατά από όσο έπρεπε το κάτω χείλος της και η γλώσσα του δεν άργησε να βρίσκεται μέσα στην στοματική της κοιλότητα ,να επεξεργάζεται κάθε σημείο της να την γεύεται .Το φιλί διαρκούσε όλο και περισσότερο , κανένας δεν το σταματούσε , κανένας δεν είχε την πρόθεση να το κάνει . Το απολάμβαναν και οι δυο τόσο πολύ που δεν ήθελαν να καταστρέψουν την στιγμή . Δεν είχαν χορτάσει ο ένας τον άλλον τα σώματα τους φλέγονταν από πόθο .
Ο Αντώνης ήταν ο πρώτος που διέκοψε το φιλί , μόνο για να της ψιθυρίσει στο αυτί της με βραχνή και αισθησιακή φωνή .
"Πάμε να φύγουμε από εδώ μωρό μου ...."
"Να πάμε που ;"
" κάπου που Δεβ θα μας ενοχλήσει κανένας "
Η νοελια του έγνεψε καταφατικά σπάζοντας άλλον έναν κανόνα . Ποτέ μην υποκύψεις στην παρόρμηση της στιγμής . Μα δεν την ένοιαζε , δεν την απασχολούσε καθόλου . Όχι τώρα που όλα ήταν θολά που ο πόθος την έκανε τυφλή . Ίσως μόλις θα συνέρχονταν να το μετανιώνε πίκρα . Όμως τι μπορούσε να γίνει ; Περιπέτεια της μιας βραδείας σαν τόσες άλλες θα ήταν , τίποτα παραπάνω . Θα περνούσαν καλά και οι δυο τους και μετά οι δρόμοι τους θα χώριζαν . Εξάλλου γι αυτόν τον λόγο την είχε πλησιάσει εξαρχής . Για να την ρίξει στο κρεβάτι . Και όσο κι αν ένιωθε σαν σκουπίδι που τον άφηνε να την χρησιμοποιήσει με αυτό το τρόπο , η καρδιά της την έστελνε κατευθείαν στα δίχτυα της παγίδας του .
Τον ακολούθουσε τυφλά , χωρίς να κατάλαβενει πολλά γύρω της . Το ποτε έφτασαν στο σπίτι του της φάνηκε μόλις λίγα δευτερόλεπτα κι ας ήταν για πάνω από μισή ώρα στους πολυσύχναστους δρόμους της Αθήνας . Κοντοστάθηκε για λίγο , λες και κάτι μέσα της της έλεγε να σταματήσει , Μα δεν ασχολήθηκε για παραπάνω από ένα λεπτό με αυτό . Τον ακολούθησα γρήγορα μέσα . Τα φώτα ήταν κλειστά το ίδιο και οι κουρτηνες λες και δεν υπήρχε ίχνος ζωής εδώ μέσα .
"Δεν είναι κανείς στο σπίτι ;"
"Όχι , τους έδιωξα όλους με άδεια για σήμερα " της απάντησε χαλαρά . Μέσα του όμως σιγοβράζε ,η επιθυμία του να την κάνει δίκη του όλο και θέριευε .
Τον κοίταξε με περιέργεια , δεν τόλμησε όμως να ζητήσει τον λόγο . Τον άφησε για λίγο μόνο του . Ήθελε να εξερευνήσει αυτό το μαυσωλείο . Ο πάνω όροφος ήταν γεμάτος με δωμάτια που χρησιμοποιούνται από το υπηρετικό προσωπικό ενώ στον τρίτο όροφο 4πορτες μόνο οδηγούσαν στα τέσσερα δωμάτια . Μπήκε στα τρία από αυτά . Δυο κρεβατοκάμαρες , η μια πιο μεγάλη με αποχρώσεις του γκρι και του μαύρου μάλλον άνηκε στον Αντώνη , η άλλη λίγο πιο φωτεινή , με τοίχους βαμμένους σε λευκό χρωμα . Ήταν λίγο καταθλιπτική σκέφτηκε , της θύμιζε το δωμάτιο της στο ορφανοτροφείο . Πίσω από την Τρίτη πόρτα βρίσκονταν ένα αρκετά μεγάλο μπάνιο με τζακούζι , και όλες τις πολυτελείες . Ήταν έτοιμη να ανοίξει και την τεταρτη πόρτα όταν ένιωσε το χέρι του να την τραβάει μακριά από το χερούλι .
"Σε αυτό το δωμάτιο δεν επιτρέπεται να μπεις . Για κανέναν λόγο με κατάλαβες ; "
"Ναι ..."απάντησε λίγο φοβισμένη και παραδομένη στην επιρροή του .
Της έπιασε το χέρι απαλά και την οδήγησα στην κρεβατοκάμαρα που είχε μπει μόνη της πριν από λίγο . Λίγες στιγμές αμηχανίας πέρασαν πριν όλες οι αναστολές κατακρεμνηστουν .
Άρχισαν να βγάζουν τα ρούχα τους . Ο ένας του άλλου ενώ δεν διέκοπταν το φιλί τους . Είχαν μείνει γυμνοί , να κάνουν έρωτα μέσα στο κρύο , παγωμένο δωμάτιο . Η ζέστη από τα σώματα τους ήταν αρκετή για να μην δυσαρεστεί κανέναν .
Εκείνη την νύχτα την έκανε δίκη του , πολλές φορές , άλλωστε άγρια , κι άλλωστε πιο απαλά την έκανε να τελειώνει μέσα στα χέρια του . Ένιωθε την ανάσα της βαριά και αισθησιακή μύριζε το έντονο άρωμα της και ζαλίζονταν. Την έβλεπε βα τρέμει κάθε φορά που έφτανε στα όρια της .
YOU ARE READING
Χτισμένη στο ψέμα {TYS17}
RomanceΗ Νοελια απο τότε που ήταν μικρό κορίτσι ονειρεύοταν να περάσει στη σχολή που ήθελε και να φύγει απο το απεχθές ορφανοτροφίο στο οποίο μεγάλωνε μετά το θάνατο της μητέρας της. Οταν πλέον τα καταφέρνει οι ελπίδες τηε αναπτερόνονται και το μέλλον της...