Κεφάλαιο 44

3.5K 175 2
                                    

[...]

"Αγάπη μου έλα, έτοιμο είναι το φαγητό!" φωνάζω από την κουζίνα για να με ακούσει.

Έφτιαξα μακαρόνια με κιμά για βραδινό.
Ποιος; ΕΓΩ!
Που μέχρι τώρα ούτε ένα αυγό δεν ήξερα να βρασω.

Ο Πάνος όμως δεν είναι καλά.
Από την ώρα που γύρισε απο την εταιρεία του πατέρα του, είναι μέσα στα νεύρα και δεν έχει καθόλου όρεξη.

Χωρίς να πει λέξη λοιπόν, έρχεται και κάθεται στο τραπέζι.
Πιάνει το πιρούνι στο χέρι του και ξεκινάει να τρώει.

"Ολα καλά;" τον ρωτάω αβέβαιη για το τι του συμβαίνει.

"Ναι μια χαρά" απαντάει αδιάφορα.

Τι στο καλό του συμβαίνει;

"Σίγουρα; Από την ώρα που γύρισες είσαι κάπως" λέω με ήρεμη φωνή για να μην τον αποπαρω.

"Γαμώτο Δανάη σου είπα ότι είναι όλα μια χαρά. Τι το συνεχίζεις;" φωνάζει χτυπώντας το χέρι του στο τραπέζι κάνοντας με να αναπηδησω στην θέση μου.

Θα φώναζα και εγώ αλλά είπα να μην το συνεχίσω. Θα εξελισσόταν σε καυγας και είναι κρίμα. Ειδικά τις πρώτες μέρες που μένουμε μαζί.

Αλλά είναι μεγάλος μαλάκας.

"Καλά συγγνώμη..."ψιθυρίζω καθώς στριφογυριζω το πιρούνι στο πιάτο.

"Απλά το θέμα δεν σε αφορά"

Θα συγχυστώ.

"Δεν είναι ότι δεν με αφορά. Σε βλέπω κακόκεφο από την ώρα που ήρθες και το μόνο που θέλω είναι να σε βοηθήσω"

Εξηγώ στα γρήγορα.
Τι έπαθε τέλος πάντων;

"Δεν χρειάζομαι την βοήθεια κανενός! ΜΠΟΡΏ ΚΑΙ ΜΟΝΟΣ ΜΟΥ. ΔΕΝ ΕΊΜΑΙ ΑΧΡΗΣΤΟΣ"

"Μη μου φωνάζεις εμένα"του λέω με έντονη φωνή καθώς άρχισα να τα παίρνω." Και δεν είπα ποτέ ότι είσαι άχρηστος" συνεχίζω κάθετη.

"Πω παράτα μας μωρέ"λέει απαξιωτικά πετώντας το πιρούνι μέσα στο πιατο. Σηκώνεται και κατευθύνεται προς το δωμάτιο.

Η υπολοιπη ώρα πέρασε με απόλυτη σιωπή. Κανένας δεν μίλησε. Άμα έχει νεύρα να μην ξεσπάει σε άλλους.

Ή τουλάχιστον να καθίσει να το συζητήσουμε.
Τι σόι ζευγάρι είμαστε;

Είναι ξαπλωμένος δίπλα μου, λογικά κοιμάται.
Ο καθένας κοιμήθηκε στην μεριά του. Για πρώτη φορά.
Ίσως αύριο είναι καλύτερα.

Ας κοιτάξει λίγο τα νεύρα του όμως.
Γιατί νευριάζει αυτός, νευριαζω  εγώ
και μετά θα γίνει εδώ μέσα η ναυμαχία της Σαλαμίνας.

Ξεφυσαω και σηκώνομαι πάνω. Ανοίγω την πόρτα για να πάω στην κουζίνα.
Θέλω να φάω παγωτό.

Παίρνω το ταπερ μέσα από την κατάψυξη και το αφήνω πάνω στο τραπέζι. Βγάζω  ένα κουτάλι, κάθομαι στην καρέκλα και ξεκινάω να τρώω.

Όταν είμαι θυμωμένη πρέπει να τρώω.
Καλύτερο χαλαρωτικό δεν υπάρχει.

"Γιατί δεν κοιμάσαι;" ακούω την βραχνή φωνή του και ξεροκαταπινω.

Έτοιμο τον έχω τον καβγά άμα θέλει.

"Τρώω" του απαντάω σε φάση - duh- χωρίς να τον κοιτάξω.

Εντάξει είναι λίγο παράξενο να τρως στις 3 το ξημέρωμα αλλά ποιος νοιάζεται.
Σάμπως θα με δει και κανένας.
Το καλοκαίρι πέρασε. Την άνοιξη ξαναχτιζω κορμί.

Σέρνει μια καρέκλα δίπλα μου και με παρατηρεί καθώς τρώω.

"Θες κάτι;" τον ρωτάω αδιάφορα αλλά με βλέπω πως θα λυγισω σε λίγο.

Αυτό που δεν μπορώ να αντισταθώ, είναι μεγάλο πρόβλημα.

"Είσαι πανέμορφη..."

"Δεν με ρίχνεις" του κόβω τον αέρα παιζοντας το σκληρή αλλά στην πραγματικότητα θέλω να τον φιλήσω.

"Και εγώ ένας μαλάκας που σου φωνάζει"

"Πάλι καλά που το κατάλαβες"  λέω  ειρωνικά τρωγωντας μια κουταλιά φυστίκι ακόμα.

"Συγγνώμη που σου φώναξα πριν. Δεν φταις πουθενά, απλά σκοτωθηκαμε με τον πατέρα μου σήμερα. Είπαμε βαριές κουβέντες και ξέσπασα πάνω σου. Συγγνώμη"

Τον ακούω να λέει μετά από λίγο χαιδευοντας μου το χέρι.

"Θα μπορούσες να μου πεις από την αρχή τι τρέχει. Δεν χρειάζεται να φωνάζεις"

" Το ξέρω ρε μωρό μου απλά...απλά μου φταίνε όλα σήμερα. Δε ξέρω. Συγγνώμη"ζητάει χαμηλόφωνα και αφήνω το κουτάλι.

"Θέλω να μου λες τι σου συμβαίνει, όπως θα κάνω και εγώ,για να τα περνάμε όλα μαζί"

Χαμογελάει αχνά και με κοιτάει στα μάτια. Με βάζει στην αγκαλιά του δίνοντας μου ένα φιλί στο μέτωπο.

"Σε αγαπάω πολύ"
-oliaaaa

Too Much Trouble 2Donde viven las historias. Descúbrelo ahora