"Δηλαδή τα ξαναβρήκατε;" με ρωτάει ενθουσιασμένη η Ξένια καθώς ανοίγουμε τα δώρα.
Μέχρι στιγμής έχουμε γεμίσει από κοσμήματα, αρώματα και ρούχα.
"Από ό,τι φαίνεται ναι"της λέω με ένα αμυδρό χαμόγελο και βρίσκω την σακούλα που θυμόμουν πως κρατούσε μόλις ήρθε χτες.
" Φρόντισε όμως να τον πας σε έναν οφθαλμίατρο. Να προλάβεις καταστάσεις του μέλλοντος" μου λέει γελώντας αλλά της κάνω νόημα να κοιτάξει στο κουτί που κρατάω.
"Είναι υπέροχο" αναφωνώ όταν ακουμπάω με τα ακροδάχτυλα μου τον χρυσό κολιέ με την διπλή καρδούλα.
" Έλα ρε τον βλάκα. Είναι πανέμορφο"λέει καθώς το πιάνει στα χέρια της και το περνάει γύρω από τον λαιμό μου, κουμπωνοντας το. Γυρίζω το κεφάλι μου προς τον μεγάλο καθρέφτη και χαμογελάω.
Είναι όντως πανέμορφο.
"Στο πιο όμορφο κορίτσι που ξέρω, χρόνια πολλά, Πάνος"διαβάζει την καρτούλα που είχε μέσα στην σακούλα.
"Μπορεί να έχει χίλια δυο αρνητικά αλλά είναι γλυκούλης μωρέ"
"Ναι, δεν θα το σχολιάσω αυτό. Έλα να ανοίξουμε και τα υπόλοιπα"
Πλευρά Νίκου.
Πηδάω τα κάγκελα και μπαίνω μέσα στο προαύλιο του σχολείο που πηγαίνει η Ελπίδα.
Είναι απέναντι από το δικό μου αλλά μια μικρή κοπάνα δεν έχει και τόση σημασία.
Ο χώρος είναι άδειος. Λογικά δεν έχει χτυπήσει το κουδούνι.
Κάθομαι σε ένα παγκάκι και βγάζω τα τσιγάρα από το μπουφάν μου. Ανάβω ένα και τραβάω μια τζούρα.
Αφήνω τον καπνό να βγει από τα ρουθούνια μου και εκείνη την στιγμή ακούγεται ο ήχος από το κουδούνι.
Την βλέπω από μακριά να βγαίνει έξω με την Άννα, κρατώντας έναν καφέ. Πάω να σηκωθώ αλλά βλέπω έναν να την αρπάζει από το μπράτσο και κάτι να της λέει.
Ποιος είναι αυτός ο μαλάκας που τολμάει να την πιάνει έτσι;
Ο μπαμπάς μου έχει πει να είμαι χαλαρός και ήρεμος.
Ναι έτσι πρέπει να κάνω.Δεν μπορω να είμαι χαλαρός και ήρεμος όμως, γιαυτό σηκώνομαι πάνω προχωρώντας προς το μέρος του.
"Τρέχει κάτι;" τον ρωτάω και κοιτάει μια εμένα, μια την Ελπίδα.
"Ποιος είσαι εσύ;" ρωτάει το παπαράκι και δαγκωνω το εσωτερικό από το μάγουλο μου.
"Το αγόρι της, υπάρχει πρόβλημα;"
Θα σκοτώσω άνθρωπο εγώ σήμερα.
Να του δώσω μια μπουνιά να πέσει κάτω.Το σαμιαμίδι.
Μία κλωτσιά υπόθεση είναι.
Θα τολμήσει κιόλας να με κοιτάξει με αυτό το ύφος."Θα τα πούμε άλλη φορά εμείς" λέει στο κορίτσι μου αφήνοντας της το χέρι και εκείνη στριφογυρίζει τα μάτια της.
"Καμία φορά δεν θα τα πείτε" φωνάζω και πάω να τον ακολουθήσω αλλά η φωνή της Άννας με σταματάει.
"Άστον Νίκο, δεν έχει νόημα. Είναι μαλακας"
Πες μου κάτι που δεν κατάλαβα!
"Ποιος ήταν αυτός;" ρωτάω την Ελπίδα ενώ χαϊδεύω τα μαλλιά της.
"Είναι κάποιος που κάναμε κάτι μια φορά πριν πέντε μήνες και από τότε έχει πάθει εμμονή." μου εξηγεί καθώς τυλίγει τα χεράκια της γύρω από την μέση μου και με αγκαλιάζει.
"Εγώ τον σπάω στο ξύλο αν θέλεις πάντως" της λέω χαμογελώντας αλλά με κοιτάει με σηκωμένο φρύδι.
"Είπαμε να κόψεις λίγο το θέμα με το ξύλο ε; Δεν λύνονται όλα με την βια"με μαλώνει ενώ κατευθυνομαστε προς τις κερκίδες.
"Άστον μωρέ μπας και τον δείρει να ησυχάσουμε"της λέει η Άννα και χαμογελάω πλατιά.
Επιτέλους κάποιος που παίρνει το μέρος μου.
"Δεν θέλω να λύσω τίποτα μαζί του. Απλά θέλω να μιλήσω μαζί του"
Να μάθει ποια θα ενοχλεί το σαμιαμίδι.
Ήθελε να τα βάλει με το κορίτσι μου ε;
Ήθελε να την ενοχλεί ε;Θα τον κάνω καλοκαιρινό.
"Θα σε βαρέσω εγώ μετά αν παίξεις ξύλο με τον οποιονδήποτε."μου λέει χτυπώντας με ελαφρώς στο μπράτσο.
Αχ, μη κάνεις τέτοια μωρό μου και με ανάβεις.
"Τέτοια λεγε μου και ανάβω" της ψιθυρίζω και τα μάγουλα της γίνονται κατακόκκινα.
-oliaaaa
ESTÁS LEYENDO
Too Much Trouble 2
Novela Juvenil"ΔΕΝ ΘΕΛΩ ΝΑ ΣΕ ΞΑΝΑΔΏ ΜΠΡΟΣΤΆ ΜΟΥ" μου φωνάζει καθώς πιάνει ένα βάζο και το ρίχνει στο πάτωμα. Χιλιάδες γυαλιά εκτοξεύονται στο πάτωμα ενώ μερικά στα πόδια μου. "Άσε με να σου εξηγήσω..."ψιθυρίζω και πάω να τον ακουμπήσω στο μπράτσο αλλά με σπρώχνε...