6

2.8K 249 10
                                    

Αθήνα 2004

Την άλλη μέρα η Ναταλία ξύπνησε μουδιασμένη μα και χαλαρή ταυτοχρόνως, λόγω της αίσθησης που της άφησε το καταλυτικό χθεσινοβραδινό της όνειρο. Τόσο έντονη ήταν η σκέψη του που την ανάγκασε να μείνει ακίνητη για λίγο προσπαθώντας να φέρει στο νου της όχι μόνο τη φωνή αλλά και το απαλό του φιλί πάνω στο μέτωπο της.

Και τα κατάφερε σε τέτοιο βαθμό που αισθάνθηκε μια δόνηση στο στομάχι. Ποιος ήταν άραγε ο άνδρας αυτός; Μήπως ήταν άγγελος τον οποίο της τον έστελνε η Νεφέλη από εκεί ψηλά;

Σηκώθηκε όρθια κι άρχισε να τακτοποιεί βιαστικά το δωμάτιο της. Μετά, όταν άνοιξε το παράθυρο κι άφησε τον ψυχρό αέρα να μπει μέσα πήρε το κινητό της και το έλεγξε. Είχε δυο μηνύματα, το ένα από τη Ρουμπίνη, και το άλλο από τον πατέρα της. Η πρώτη της ζητούσε να της τηλεφωνήσει το συντομότερο δυνατό, ενώ ο δεύτερος την ενημέρωνε πως ήταν κιόλας στο γραφείο, επειδή ένιωθε έντονη την ανάγκη να ασχοληθεί με κάτι.

Κι αυτό την έκανε να νιώσει αμέσως καλύτερα. Ο πατέρας της, το μόνο αληθινό της στήριγμα θα έβρισκε και πάλι τον εαυτό του και θα τη βοηθούσε αφάνταστα και την ίδια.

Αφού έκανε ένα γρήγορο μπάνιο, κατέβηκε στην κουζίνα κι ετοίμασε μόνη το πρωινό της. Έφτιαξε χυμό πορτοκάλι κι έψησε κι ένα μεγάλο κρουασάν σοκολάτα, από τα έτοιμα με τα οποία ήταν πάντα γεμάτο το ψυγείο τους. Μπορεί η Νεφέλη να τα απέφευγε συστηματικά, αλλά εκείνη κι ο πατέρας της δεν έλεγαν ποτέ όχι σε ένα κάθε τόσο.

Η Νεφέλη, η νεφέλη... έμεινε με το ποτήρι στο χέρι. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που την αναλογιζόταν με εξαίρεση εκείνη τη σύνδεση που είχε κάνει με τον υποτιθέμενο άγγελο της αμέσως μόλις ξύπνησε.

Μα γιατί δεν έκλαιγε και τώρα;

Τελείωσε το χυμό της κι επικεντρώθηκε πάλι στο κρουασάν. Κανονικά θα έπρεπε να είναι τουλάχιστον βουρκωμένη, όμως δεν ήταν, μόνο ένα δυνατό σφίξιμο ένιωθε στο στήθος της τίποτα άλλο.

Αποφάσισε να τηλεφωνήσει στη ρουμπίνη όταν ξεπλυνε τα σκεύη που είχε χρησιμοποιήσει.

-Καλημέρα, Ναταλία, πώς είσαι σήμερα;

-Καλημέρα, καλά νομίζω, κι εσύ;

-εγώ είμαι σίγουρα καλά.

-σοβαρά; Πώς κι έτσι; σΥνήθως την πρώτη φορά που μιλάμε κάθε πρωί βρίσκεις τουλάχιστον τρεις λόγους για να διαμαρτηρηθείς.

φωτιά κι ασήμιWhere stories live. Discover now