αθήνα 2014
Ούτε κατάλαβε πως έφτασε στο σπίτι της εκείνο το βράδυ η ναταλία. Το μόνο που ήξερε ήταν πως τα αφτιά της βούιζαν και πως το κεφάλι της την πονούσε σαν να το είχε χτυπήσει πάνω σε τοίχο. Όλο της το κορμί το ένιωθε να πάλλεται με έναν τρόπο εντελώς πρωτόγνωρο. Με δυσκολία κατάφερνε να οδηγεί προς το σπίτι και το ήξερε πως για την κατάσταση της αυτή δεν ευθυνόταν μόνο το κρασί. Τα λόγια του Ρωμανού δελή καμπάνιζαν μέσα στο νου της σχηματίζοντας ολόκληρες φράσεις που άλλαζαν ταχύτατα όχι μόνο νόημα αλλά και φάσμα συχνοτήτων. Της είχε πει να προσέχει, της είχε πει πως ήθελε να την ξαναδεί... Της είχε πει πως της πήγαιναν τα τζιν... Μέχρι και τα χρήματα της μητέρας της τα είχε ακουμπήσει επιτακτικά κι αδιάφορα μπροστά της, θέλοντας έτσι να της δώσει να καταλάβει πως δεν ήταν αυτά που τον ενδιέφεραν. Κι ακόμη κι ο τρόπος με τον οποίον είχε μιλήσει για την Αλίκη δρόσου έδειχνε άνθρωπο προικισμένο πλούσια με συναισθήματα κι ανάγκες: είχε ανάγκη να τη βοηθήσει, ήθελε να της προσφέρει ξανά πίσω τη ζωή της, να τη δει να επιστρέφει στο παιδάκι της...
Κάποτε έφτασε στο σπίτι της και μπήκε μέσα πατώντας στα νύχια. Όλα τα φώτα ήταν σβηστά εκτός από εκείνο του μπάνιου. Μπήκε μέσα και ξεβάφτηκε τρίβοντας για ώρα πολλή το πρόσωπο της με μια καλή ενυδατική λοσιόν που μύριζε κεράσι. Αχ, κεράσι δεν μοσχοβολούσε κι εκείνο το γαλλικό κρασί;
Μόλις τελείωσε γλίστρησε στην κρεβατοκάμαρα της κρατώντας στα χέρια της το κινητό της. Ο έκτορας κοιμόταν ευτυχώς του καλού καιρού κι αυτό τη βόλευε μια χαρά. Στάθηκε και τον κοίταξε για λίγο έτσι όπως χαμογελούσε στον ύπνο του κι έκανε μέσα της όσο πιο βαθιά μπορούσε την ευχή να είναι πάντα ευτυχισμένος στη ζωή του.
Κι έπειτα, αναστενάζοντας κρυφά, ξάπλωσε στη δική της πλευρά του κρεβατιού, και αφού έβαλε τα ακουστικά στην ειδική τους εσοχή που υπήρχε στο κινητό, μπήκε σε μια μηχανή αναζήτησης και πληκτρολόγησε το όνομα της Τζάκι Ονίλ. Αποκοιμήθηκε με τους ήχους της μελωδικής της φωνής στα αφτιά της. Μόνο που δεν αρκέστηκε απλά στο να ακούσει κάποια τυχαία λίστα κομματιών της συγκεκριμένης ερμηνεύτριας, αλλά διάλεξε τα κομμάτια εκείνα που είχε ακούσει παρέα με το Ρωμανό μόλις μια ώρα πριν.
Το κινητό παρέμεινε στο χέρι της για ώρες, και ήταν ο Έκτορας που της το τράβηξε απαλά από τα δάχτυλα πολύ αργότερα μέσα στη διάρκεια της νύχτας. Εκείνη στο μεταξύ είχε πια κοιμηθεί, κι έτσι ήταν πλέον η δική του σειρά να ευχηθεί την ευτυχία της. Μόνο που οι δικιές του ευχές ήταν πολύ πιο σαφείς και ξεκάθαρες, την ήθελε μαζί του, για πάντα στο πλάι του, και στη ζωή και στη δουλειά και παντού.
YOU ARE READING
φωτιά κι ασήμι
Romanceεκείνη είναι νέα, όμορφη και μορφωμένη. ζούσε ωστόσο πάντα στη σκιά της μητέρας της που είχε κατακτήσει κάποτε τον κόσμο ολόκληρο. Τη λάτρευε ωστόσο και είχε βάλει πια για μόνο της στόχο να καταστρέψει εκείνον που της την πήρε τόσο νωρίς κι άδικα...