Αθήνα 2014
Το επόμενο πρωί η Ναταλία ξύπνησε με δυσκολία. Χρειάστηκε να χτυπήσει τρεις φορές το δυνατό της ξυπνητήρι που ήταν ρυθμισμένο από το κινητό της για να μπορέσει να βγει από τον λήθαργο στον οποίο είχε βυθιστεί. Τα μάτια της άνοιγαν με δυσκολία ενώ η σκέψη της ήταν θολή από το βαθύ ύπνο που κράτησε όλο το βράδυ. Θυμήθηκε τα πάντα ακριβώς τη στιγμή που ενεργοποίησε το βραστήρα, τότε που είδε δηλαδή τα στοιβαγμένα πιάτα στο νεροχύτη. Ένα αχνό χαμόγελο ζωγραφίστηκε στα χείλη της κι έμεινε για λίγες στιγμές με το εκχύλισμα στο χέρι να αναρωτιέται αν τα είχε ζήσει πραγματικά όλα αυτά. Είχε κάνει έρωτα με χαρακτηριστική ευκολία και άνεση δυο φορές με έναν άνδρα που τον ήξερε ουσιαστικά μόνο λίγες μέρες, αν κι εκείνος γνώριζε σχεδόν τα πάντα γι'αυτή.
Αναστέναξε κι αφού ετοίμασε το ρόφημα, το έβαλε στο τραπέζι για να κρυώσει και μετά μπήκε στο μπάνιο για να μην καθυστερήσει πολύ. Ήθελε να είναι συνεπής στη δουλειά της και να μην έδινε άλλες αφορμές για συζήτηση και διαπληκτισμούς στον έκτορα. Αλήθεια, τι θα έκανε μαζί του; Τι θα του έλεγε και πως θα τα χειριζόταν όλα;
Έκανε μπάνιο όσο πιο γρήγορα μπορούσε και μετά επέστρεψε στην κουζίνα κι άρχισε να πίνει αργά το ρόφημα της που είχε πια κρυώσει κάπως.
Μόνο όταν το τελείωσε αποφάσισε να πάρει στα χέρια της το κινητό για να ρίξει μια ματιά στην οθόνη. Βρήκε ένα ολιγόλογο μήνυμα από τον Έκτορα στο οποίο της ευχόταν καλημέρα και της έλεγε πως την περίμενε κανονικά στο γραφείο. Κανένα σημάδι δεν είδε από τον Ρωμανό κι αυτό δεν την χαροποίησε ιδιαίτερα, θυμήθηκε όμως αμέσως μετά πως της είχε πει να το σκεφθεί και να του στείλει μήνυμα αν ήθελε να συναντηθούν το βράδυ.
Αφού βεβαιώθηκε πως είχε πάρει μαζί της όλα τα πράγματα που της χρειάζονταν, βγήκε από το σπίτι ρίχνοντας του μια τελευταία ματιά, η οποία ήταν λιγότερο συναισθηματικά φορτισμένη σε σχέση με τις προηγούμενες φορές. Ίσως τελικά και να χρειαζόταν να μείνει αρκετόν καιρό εκεί.
Βρήκε στο γραφείο όχι μόνο τον έΚτορα αλλά και τον πατέρα του, τον δαμιανό Ανδρέου, ο οποίος αμέσως μόλις την είδε έσπευσε να σηκώσει το βλέμμα του από τα χαρτιά που διάβαζε για να την καλημερίσει. Κι όσο παράδοξο κι αν ακουγόταν αυτό. Περισσότερη ντροπή ένιωσε η Ναταλία καθώς τον συναντούσε με τα μάτια παρά από τη στιγμή που το βλέμμα της διασταυρώθηκε με εκείνο του Έκτορα. Η δική του όψη ήταν κάπως θαμπή και συννεφιασμένη αλλά αυτό κάθε άλλο παρά παράλογο της φαινόταν. Να είχε πει άραγε στον πατέρα του πως δεν το είχε περάσει στο σπίτι το προηγούμενο βράδυ η Ναταλία;
YOU ARE READING
φωτιά κι ασήμι
Romanceεκείνη είναι νέα, όμορφη και μορφωμένη. ζούσε ωστόσο πάντα στη σκιά της μητέρας της που είχε κατακτήσει κάποτε τον κόσμο ολόκληρο. Τη λάτρευε ωστόσο και είχε βάλει πια για μόνο της στόχο να καταστρέψει εκείνον που της την πήρε τόσο νωρίς κι άδικα...