γραμμα

691 65 4
                                    

<< Κώμης Γουίλιαμ Άντερσον;
Ο Τζέιμς εσφιξε την πρόσκληση στα χέρια του Κοιτάζοντας την με αδιαφορία και κουρασμένα συναισθήματα...
<< Τζέιμς έφερα καθαρό νερό ώστε να σου γιατρέψω το χέρι...
Τα μάτια του έπεσαν πάνω της σαν μαστίγια...
Αυτός ο άντρας σε ένα μεγάλο ατύχημα πάνω στην μάχη με άλογο, σώθηκε απτά φτωχικά χέρια του Τζέιμς,του χρωστούσε αιώνια ευγνωμοσύνη,μα αυτήν την καλή πράξη του Τζέιμς την ξεπληρωνε με την προσφορά χρημάτων στο Παλαιό ορφανοτροφείο που σύντομα θα χρειαζόταν επισκευές...δεν μπορούσε να παραβλέψει τούτη την πρόσκληση,στον Λονδίνο μια τέτοια συμπεριφορά εκφραζόταν ως βαρβαρότητα,και δεν είχε σκοπό να είναι ο βάρβαρος....
Της χαμογέλασε αδειάζοντας το μυαλό του από περιττές σκέψεις...
<< Απόψε θα ήθελα να σε παρακαλέσω να πάρεις την θέση μου σε έναν μεγάλο χορό στον πύργο του κώμη...
Μια σπίθα κοινής αδιαφορίας αστραψε στα μάτια της,μα δεν μπορούσε να του αρνηθεί..
<< Θα μπορούσα να σε βοηθήσω,
<< Δεν είμαι καλός στους τρόπους μήτε στο καθώς πρέπει ντύσιμο ,δεν αντέχω τις φλύαρες κουβέντες του δούκα μήτε τα άσκοπα χαμόγελα της δεσποινίδας Κέιτ.
Ακούμπησε το χέρι της στον ώμο του θέλοντας να τον καθησυχάσει..
<< Θα παρευρεθώ εκ μέρους σου, λέγοντας πως είχες σημαντικά γεγονότα στο ιατρείο να τακτοποιήσεις,ποιος θα μπορούσε να θυμώσει σε έναν γιατρό;η δουλειά σου είναι δύσκολη,θα σε κατανοήσουν...
Της χαμογέλασε με ευχαρίστηση  ,οταν το φρύδι του σηκώθηκε ειρωνικά, ακουμπώντας το χέρι πάνω απτό υψωμένο του γόνατο...
<< Με ένα ξύλο ,μήτε μεγάλο μήτε μικρό ,σε επίπεδη μορφή,θα το τοποθετήσεις απτό σημείο που ξεκινάνε οι φλέβες του χεριού μέχρι την παλάμη και σφίγγοντας το πάνω θα δέσεις τον επίδεσμο ώστε να μην μπορεί να κινηθεί ο καρπός μου,
Τα μάτια της τον παρακολουθούσαν ερωτευμένα...
<< Μάλιστα γιατρέ!!!!
Το χαμόγελο του ακολούθησε το δικό της ..
Ενώ λίγες ώρες αργότερα το χέρι του βρισκόταν δεμένο και προσεγμένο,πλέον βρισκόταν στο μικροσκοπικό του ιατρείο, κοιτάζοντας το με υπερηφάνεια για την γυναίκα που το πρόσεξε,τα χείλη της είχαν κολλήσει πάνω απτό αίμα του ,αυτή η εικόνα δεν μπορούσε να σβήσει απτό μυαλό του, γύριζε μέσα του, άφηνε σημάδια στην καρδιά του.... σκότωνε το κορμί του....
Κάθισε μπροστά από τον πανέμορφο ψηλοκρεμαστο καθρέφτη, κοιτάζοντας τον εαυτό της με περιέργεια...
Εικόνες απτά χείλη του πάνω στα δικά της έβαψαν τα μάγουλα της σε ένα έντονο βαθύ χρώμα,ενώ οι λέξεις απτά χείλη του που κατέστρεφαν τον νου της , έφεραν μια απότομη ζαλάδα σε ολόκληρο το ζεστό κορμί της...
Το ξαφνικό χαμογελο που τράβηξε τα χείλη της , εμφάνισε τα έντονα λακακια στα μάγουλα της..
<< Τι θα φορέσω απόψε;
Τόνισε δυνατά στον εαυτό της με ένα αίσθημα δυσφορίας...
Τότε η πόρτα ήχησε μέσα από την σιωπή με τρεις απότομους κρότους...
Δίχως να το σκεφτεί πλησίασε,και άνοιξε.δεν ήταν κανείς.τοτε τα μάτια της έπεσαν σε ένα κάτασπρο μεγάλο κουτί, έσκυψε πιάνοντας το στα χέρια της με την ανάσα της κομμένη από την αγωνία,μα τι μπορεί να ήταν;και ποιος το άφησε εκεί;
Έκλεισε την πόρτα πίσω της ακουμπώντας το στο επισκευασμένο τους τραπέζι...
Το άνοιξε με βιαστικές κινήσεις βρίσκοντας μια αφημένη κάρτα πάνω από ένα διάφανο κάλυμμα...
Την κράτησε στα χέρια της διαβάζοντας την...

Η ΝΥΦΗ ΤΟΥ ΒΆΡΒΑΡΟΥWhere stories live. Discover now