|11

3.3K 268 2
                                    

"Τι;"

"Μπάτσοι είναι επάνω. Έχουν έρθει με πολιτικά ρούχα, εκτός ώρας εργασίας αλλά τους αναγνώρισε ο Μιχάλης. Ήρθα απλώς να σας πω να φύγετε από την πίσω πόρτα."

"Ευχαριστώ Βασίλη." είπε απλά ο Αλέξανδρος και με ένα καταφατικό κούνημα του κεφαλιού του, ο άνδρας -που προφανώς λεγόταν Βασίλης- έφυγε από τα αποδυτήρια.

"Θα έρθεις μαζί μας ή θα βγεις από εκεί που ήρθες, μαζί με όλους του άλλους για να κινήσεις περισσότερο την προσοχή των μπάτσων;" την ρώτησε αυτή την φορά ο Αλέξανδρος αντί να την πάρει με το ζόρι από το χέρι για να την πάει στον προορισμό τους.

Χαμογέλασε από μέσα της η Μυρτώ, τα λόγια της είχαν πιάσει τόπο...

"Θα έρθω." απάντησε απλά. Βγήκαν όλοι στον κεντρικό χώρο με το ρινγκ που είχε σχεδόν αδειάσει πλέον και ο Στέφανος οδήγησε την Μυρτώ που είχε μείνει πίσω -καθώς δεν ήξερε που πήγαιναν- προς μια πόρτα την οποία είχε προσέξει μόλις τώρα.

Πέρα από αυτήν την πόρτα βρίσκονταν κάποιες σκάλες, παρόμοιες με αυτές που είχε κατέβει αρχικά εκείνο το βράδυ η Μυρτώ. Ανέβηκαν τις σκάλες και ανοίγοντας την πόρτα που βρήκαν μπροστά τους, η Μυρτώ συνειδητοποίησε πως βρίσκονταν στο πίσω μέρος του χώρου στάθμευσης του μπαρ.

Χωρίς να το καταλάβει, με συνοπτικές διαδικασίες η Μυρτώ βρισκόταν στο δεύτερο αμάξι που αποδείχτηκε να είναι του Αλέξανδρου και δεν ήταν καθόλου ευχαριστημένη με αυτό.

"Ακόμα δεν καταλαβαίνω γιατί δεν μπορούσε να με πάει σπίτι ο Ορέστης." είπε και όπως ήταν με τα χέρια σταυρωμένα, φαινόταν σαν ένα πεντάχρονο που του είχαν κλέψει το γλυκό του.

Προτιμούσε να είναι οπουδήποτε αλλού πάρα στο ίδιο αμάξι με αυτόν, καθώς η ατμόσφαιρα ήταν αποπνικτική.

"Είχαν άλλη δουλειά αυτοί..." απάντησε ξερά εκείνος, όπως μιλούσε πάντα. Αγενής και απότομος...

Στριφογυρισε τα μάτια της η κοπέλα και δεν είπε τίποτα, κοίταξε απλώς έξω από το παράθυρο.

Παρατηρούσε της μικρές σταγόνες της απαλής βροχής πως γλιστρούσαν επάνω στο τζάμι, όταν άκουσε το τηλέφωνο του Αλέξανδρου να χτυπά.

"Ορίστε;" απάντησε και σταμάτησαν σε ένα κόκκινο φανάρι.

Υπήρξε μια στιγμή απόλυτης σιωπής όσο εκείνος άκουγε τον συνομιλητή του. "Εντάξει." απάντησε τελικά και το έκλεισε.

Wrong Side Of HeavenWhere stories live. Discover now