|49

2.4K 225 0
                                    

Πρώτη φορά στη ζωή του έτρεχαν δάκρυα χαράς από τα μάτια του. Κρατούσε το πρόσωπο της μέσα στα χέρια του και άφηνε απαλά φιλιά στο μέτωπο της, δίχως να μπορέσει να σταματήσει τις αλμυρές σταγόνες απ' το να κυλούν στα μάγουλα του.

Η κοπέλα χαχάνισε, προτού γλύψει τα στεγνά χείλη της και βγάλει την μάσκα με την οποία ανέπνεε, για να μιλήσει. "Αλέξανδρε, ηρέμησε."

Εκείνος πήρε τη μάσκα από το χέρι της και την έβαλε ξανά πάνω από το στόμα και την μύτη της. "Μη βγάζεις τη μάσκα."

"Μα αναπνέω μια χαρά."

"Πες το έτσι..." έβγαλε τη μάσκα από το πρόσωπο της και πριν προλάβει να αντιδράσει η Μυρτώ, εκείνος είχε ενώσει τα χείλη τους.

Εάν δεν φοβόταν ότι θα την πονούσε, θα την είχε πάρει και στην αγκαλιά του με σκοπό να μην την αφήσει ποτέ. Αρκέστηκε όμως στο να φιλήσει τα χείλη της μετά από έναν μήνα σχεδόν. Τραβήχτηκε τελικά πίσω και έμεινε να κοιτάει τα μάτια της. Φαινόταν κουρασμένη λες και στην ουσία δεν κοιμόταν βαθιά για περίπου τέσσερις εβδομάδες.

"Οι άλλοι δεν είναι εδώ; Ο μπαμπάς; Δεν θα τους φωνάξεις;" έσπασε λίγο η φωνή της στο τέλος και ο Αλέξανδρος αμέσως πήρε το ποτήρι νερό που βρισκόταν στο τραπεζάκι δίπλα και της το έδωσε για να δροσίσει τον σαν την έρημο Σαχάρα στεγνό λαιμό της.

Η Μυρτώ τελείωσε το ποτήρι και του το επέστρεψε. "Εδώ είναι όλοι. Απλώς εγώ είμαι εγωιστής και θέλω να περάσω αυτά τα πρώτα λεπτά μόνος μαζί σου." της χαμογέλασε και ακούμπησε ξανά το ποτήρι στο τραπέζι.

Εκείνη χαμογέλασε γλυκά και ασυναίσθητα έκλεισε λίγο τα μάτια της, καθώς ένιωθε τη κούραση σιγά σιγά να τυλίγει το σώμα της. Άνοιξε τα χέρια της λίγο και ο Αλέξανδρος δέχτηκε αμέσως τη πρόσκληση της για μια αγκαλιά. Έκρυψε το πρόσωπο του στον λαιμό της και τα απαλά μαλλιά της, απολαμβάνοντας τη μυρωδιά της, η οποία είχε διατηρηθεί, παρόλο που οι νοσοκόμες χρησιμοποιουσαν διαφορετικά προϊόντα στα μπάνια που έκαναν τη Μυρτώ στο κρεβάτι της.

Η κοπέλα ένιωσε κάτι υγρό στον λαιμό της και ζαρωσε τα φρύδια της μπερδεμένη. Όταν είδε τους ώμους του να τρέμουν κατάλαβε πως έκλαιγε και ξαφνιάστηκε.

"Ήσουν νεκρή. Ήσουν νεκρή για 2 λεπτά." ένας λυγμός του ξέφυγε. "Τα πιο δύσκολα δύο λεπτά της ζωής μου. Ένωσα τον κόσμο να χάνετε κάτω από τα πόδια μου. Χειρότερα από όταν έφυγε ο πατέρας μου."

Wrong Side Of HeavenWhere stories live. Discover now