"Δε θες να το συζητήσουμε;" τη ρώτησε η θεία της την ώρα που γυρνούσε τα μακαρόνια στο πιρούνι της.
Η Μυρτώ κατάπιε το φαγητό που μασουσε, προτού ανασηκωσει τους ώμους της, θελοντας να φανεί αδιάφορη.
"Δεν υπάρχει κάτι να συζητήσουμε."
Άκουσε το πιρούνι της θείας της να χτυπάει στο πιάτο της. Γύρισε να τη κοιτάξει και είδε πως είχε ενώσει τα χέρια της στο τραπέζι μπροστά της, ενώ τη κοιτούσε με ένα σοβαρό ύφος.
"Επέστρεψε η μητέρα σου που έχεις να τη δεις σχεδόν οχτώ χρόνια και αρνείσαι να τη δεις και να της μιλήσεις. Ξέρεις, δεν νομίζω να δεχτεί πολλές φορές ακόμα να της κλείσω τη πόρτα στη μούρη όταν έρχεται για να σου μιλήσει."
Όταν είχε δει η Μυρτώ τη μητέρα της στα νεκροταφεία είχε μείνει άφωνη. Είχε πάθει σοκ που την έβλεπε μετά από τόσα χρόνια, το ξεπέρασε όμως γρήγορα όταν εκείνη προσπάθησε να τη πλησιάσει και να της μιλήσει. Δε δέχτηκε να ακούσει λέξη από εκείνη και αγνοώντας την, είχε φτάσει γρήγορα στο αμάξι και είχε ζητήσει από τον Αλέξανδρο να φύγουν.
Από τότε η γυναίκα πήγαινε κάθε μέρα στο σπίτι και ζητούσε να μιλήσει στη κόρη της. Κάθε μέρα αναγκαζοταν και η Κατερίνα να τη διώχνει λέγοντας της πως η Μυρτώ δεν ήθελε να της μιλήσει.
"Και αν δεν μιλήσεις σε εμένα, τουλάχιστον μίλα στο αγόρι σου ή τους φίλους σου." συνέχισε η θεία της.
...στο αγόρι σου ή τους φίλους σου...
Είχαν περάσει δύο εβδομάδες από τη κηδεία και τόσο καιρό είχε να τους δει κιόλας. Δεν ήθελε να βρεθεί μαζί τους. Δεν ήθελε να τους μιλήσει. Πρώτη φορά που δεν ήθελε να είναι κοντά στον Αλέξανδρο. Δεν ένιωθε πως ήταν έτοιμη να βγει από το σπίτι της και να βρεθεί με κόσμο.
Προτιμούσε να κρύβετε στο δωμάτιο της πίσω από τα σχολικά βιβλία της. Προσποιουταν πως διάβαζε για τις πανελλήνιες, η αλήθεια ήταν όμως πως απλώς διάβαζε προτάσεις που της φαίνονταν ακαταλαβιστικες. Φυσικά και δεν ήταν σε κατάσταση να διαβάσει. Ό,τι είχε διαβάσει, ήταν αυτά που διάβασε πριν τον θάνατο του πατέρα της. Και ένας Θεός ήξερε μονάχα τι θα έγραφε και αν θα περνούσε. Όχι ότι την ενδιέφερε σε αυτό το σημείο...
Η όρεξη της είχε κοπεί. Πήρε το πιάτο της και το πέταξε στον νεροχύτη. Αγνόησε τη θεία της όταν της έκανε παρατήρηση για το πιάτο της που δεν ήταν άδειο και έφυγε στο δωμάτιο της. Κρύφτηκε κάτω από τα σκεπάσματα της και έκλεισε τα μάτια της. Ο ύπνος όμως δεν θέλησε να τη πάρει για πολύ εκείνο το βράδυ, καθώς εφιάλτες συνέχιζαν να τη ξυπνάνε όλη νύχτα.
YOU ARE READING
Wrong Side Of Heaven
Teen Fiction1ο βιβλίο ' Ήταν σαν να πάλευε η φωτιά με την φωτιά και κάποια στιγμή θα γίνονταν όλα στάχτη γύρω τους... ' Μία ιστορία μίσους και αγάπης, ανάμεσα σε μια κοπέλα που έκρυβε μυστικά και ένα αγόρι που έκρυβε εφιάλτες... Ένα βράδυ συναντήθηκαν τυχαία...