59. • ΗΒΗ •

2.7K 231 15
                                    

59.
«Ο πρίγκιπας είναι ο Δημητρης.»



«Δεν ξέρω...»λέω.
«Ότι θες.Εγω δεν έχω πρόβλημα.Μαζι σου να είμαι»λέει.

Ο θεε μου
Ο θεε μου
Ο θεε μου

Τι λέει;
Νομίζω τα μάγουλα μου κοκκινησαν!

«Πάμε για παγωτό;»λέω.

Γελάει.
«Παγωτό τότε!»φωνάζει.
«Τα παιδιά φύγανε έτσι;»λέω.

Ήρθε η αστυνομία και έπρεπε να φυγουμε γρήγορα.
«Ναι.Ειδα τον Μάρκο να παιρνει την Σοφία.Μην ανησυχείς»μου λέει.

Εντάξει τοτε.

Δεν ξέρω πως νιώθω.
Είναι περίεργο.
Είμαι μαζί με τον Δημήτρη.
Σαν όνειρο ακούγεται.

Όταν φτάνουμε καθόμαστε σε ένα τραπέζι έξω αφού έκανε πολύ ζεστη.

«Τι θα παρετε;»ρωτάει η σερβιτόρα.
«Ένα παγωτό σοκολάτα»λέει ο Δημήτρης.
«Ένα παγωτό σοκολάτα μπανάνα»λέω και πάει μέσα.

«Σοκολάτα μπανάνα ε;»λέει.
«Ναι.Μου θυμίζει τα παιδικά μου χρόνια»λέω και γελάει.
«Είμαι πολύ περίεργη έτσι;»λέω.

Πιάνει την μύτη μου όπως τότε στο δωμάτιο μου.

«Μπα.Εισαι γλυκουλα»λέει.
«Ναι καλά.Λες αυτό που θέλω να ακούσω»λέω.
«Όχι.Αληθεια.Εισαι γλυκουλα»λέει και χωρίς να αφήσει την μύτη μου,με τραβάει απαλά κοντά του και με φιλάει.

Έλεγα ότι ποτέ δεν θα έρθει αυτή η μέρα.
Η μέρα που θα φιλάω τον Δημήτρη.
Που θα είμαστε μαζί.
Που θα βγαίνουμε μόνοι μας για παγωτό,χωρίς να είμαστε απλά φίλοι.

«Ξέρεις τι;»μου λέει.
«Τι;»
«Σήμερα είναι η καλύτερη μέρα της ζωής μου»λέει χαρούμενα.

Κατεβάζω το κεφάλι μου κάτω.

Με το δάχτυλο του το σηκώνει και έτσι τον κοιταω.

«Μην ντρέπεσαι μαζί μου οκ;Ότι θες να πεις,ότι σκέφτεσαι τα πάντα θέλω να μου τα λες οκ;»λέει και κουνάω το κεφάλι μου.

Όταν μας φέρνουν το παγωτό τον ρωτάω λοιπόν.

«Γιατί τώρα Δημήτρη;»λέω.
«Τι εννοείς;»ρωτάει.
«Γιατί τώρα;Ένα χρόνο με ξέρεις.Γιατι τώρα;»λέω ειλικρινά.

Θέλω να μάθω.

«Ήθελα μια καλή συζήτηση με τον μπαμπά μου,πολλές μούντζες από τον Φίλιππο και τον Μάρκο και έπρεπε να σε δω να μιλάς με κάποιον άλλον στην βιβλιοθήκη για να καταλάβω»λέει.
Στην βιβλιοθήκη;
«Με είδες πριν που μίλαγα με τον Σταύρο;»
«Ναι...»λέει.

«Η αλήθεια Ηβη είναι ότι είμαστε μια παρέα και δεν ήθελα να το χάσω αυτό.Σκεφτομουν ότι αν εκανα καμία βλακεία δεν θα σε είχα ούτε σαν φίλη μου.Δεν ξέρω αν με καταλαβαίνεις;»λέει.
«Καταλαβαίνω τι θες να πεις αλλά δεν καταλαβαίνω τι βλακεία μπορείς να κανείς εσυ...»λέω.
«Τι εννοείς;»με ρωτάει.
«Είσαι ο καλύτερος άνθρωπος που ξέρω Δημητρη.Καλοκαρδος,νοιάζεσαι για τους άλλους.Τι βλακεία θα μπορούσες να κανείς;»λέω.

Γελάει.
«Είναι περίεργο.Αυτα ακριβώς που είπε και ο μπαμπάς μου...»λέει.

Αφού είναι όλα αυτά.
Και ακόμα παραπάνω.
Και ας μεγάλωσε χωρίς μητέρα.Εχει γίνει ένας σωστός άνθρωπος.Περιφανη να είσαι κοντά του.

Παιρνω το κουτάλι και τρωω.

«Ωραίο;»με ρωτάει.
«Ναι»λέω.

Δεν έτρωγε.
Με κοίταζε.

«Τι;»λέω.
«Δεν θα μου δώσεις λίγο να δοκιμάσω από το δικό σου;»μου λέει.

Φυσικά!
Τι χαζή που είμαι!

Παιρνω μια κουτάλια και την πάω στο στόμα του αλλά δεν ανοίγει το στόμα.Ετσι την τρωω εγώ.

Πλησιαζει.
«Δεν εννοούσα να δοκιμάσω έτσι...»είπε και με φίλησε.

Και από μικρή πάντα μου διάβαζαν οι γονείς μου παραμύθια.
Σταχτοπουτα,Χιονάτη,Πεντάμορφη,όλα τα κλασσικά.
Και νιώθω λες και είμαι και εγώ σε ένα τέτοιο.Σε ένα παραμύθι.
Και είμαι στο κεφάλαιο που γνωρίζω τον πρίγκιπα.

Ο πρίγκιπας είναι ο Δημητρης.

Μόνο που αντί να είμαι στο τέλος του παραμυθιού,είμαι στην αρχή.

Κατι Παραπάνω Από ΦίλοιOnde histórias criam vida. Descubra agora