49. • ΔΗΜΗΤΡΗΣ •

2.6K 227 18
                                    

49.
«Η Ηβη με νοιαζει.»


Πάμε μαζί μέχρι το αμάξι που περιμένουν τα παιδιά.

Ελπίζω να μην πουν καμία εξυπνάδα.
Μην με κάνουν ρεζίλι πάλι.

Βγαίνει ο Μαρκος πρώτος και μετά ο Φίλιππος.
«Ηβη..»λέει και την αγκαλιάζει.
«Γεια σου Μάρκο»λέει αυτή.
«Καλά είσαι;»
«Καλά εσυ;»ρωτάει αυτή.
«Καλά.Απο εδώ ο Φίλιππος»λέει και του δίνει το χέρι.

«Ώστε εσυ είσαι η περίφημη Ηβη...»λέει.
«Δεν ξέρω.Αυτο είναι κακό ή καλό;»λέει αυτή.

Να ξέρες μόνο...

«Καλό.Εχω ακούσει πολλά από τα αγόρια για σένα.Κυριως απο τον Δημήτρη»λέει.

Με κοιτάει.

Μπράβο Φίλιππε....
Μπράβο...

Και τώρα είναι η στιγμή που πρέπει να μπουν στο αμάξι για να την χερετησω.

Αλλά δεν το κάνουν.

Αγριοκοιτάζω τον Μάρκο.
«Περιμένουμε στο αμάξι εμείς.Τα λέμε Ηβη»λέει και μπαίνουν και οι δυο μέσα.

«Λοιπόν...»λέω.
«Λοιπόν...»λέει σιγά.

Προφανως και δεν θέλω να φυγω.
Και προφανως και το έχει καταλάβει.

«Πρέπει να φυγω...»λέω.
«Ναι.Περιμενουν τα παιδιά»
«Θα τα πούμε ομως»λέω και κουνάει το κεφάλι της.

«Να προσεχεις και να μην διαβαζεις όταν περπατάς...»της λέω και γελάει.
«Όχι και εσυ...»λέει.

Πλησιάζω και με το χέρι μου πιάνω το μάγουλο της και στο άλλο την φιλάω απαλά.

Γιατί το εκανα;
Γιατί το ήθελα.
Και είπα ότι πλέον θα κάνω μόνο πραγματα που θέλω να κάνω,και θα είμαι με ανθρώπους που με κάνουν χαρούμενο.

Και πιο χαρούμενο από ότι με κάνει η Ηβη,δεν με κάνει κανείς.

«Τι ήταν αυτό;»λέει όταν απομακρύνθηκα.
«Απλά κάτι για να μην με ξεχάσεις τόσες μέρες»λέω.
«Δεν πρόκειται να γίνει αυτό...»λέει.
«Το καλό που σου θέλω»λέω και σιγά σιγά φεύγει και πάει σπιτι της.

Και εγώ μπαινω μέσα.

«Θα την σκοτώσω παιδιά!!»λέω.
«Ποια;»λέει ο Μαρκος.
«Την Μαρίνα!Αυτη κάτι της είπε.Για αυτό έφυγε!»λεω.

Δεν ήθελα να το δειξω στην Ηβη,αλλά με έχει νευριάσει.Ειπε που το είπε,έκανε την ανήξερη και έκλαψε και ολας ότι δήθεν την πρόσβαλα.Αυτο δείχνει διπροσωπία και κάτι τέτοιο δεν το δέχομαι.

«Το είπα εγώ.Δεν το είπα;»λέει.
«Και την λυπήθηκα να φανταστείς...»λέω.
«Αφού είναι φίδι!»λέει.

«Φιλε...»λέει ο Φίλιππος.
«Τι;»
«Έξω ήσουν ήρεμος.Μολις έφυγε η Ηβη και μπήκες μέσα ήσουν νευριασμενος...»λέει.

Γελάνε.
«Αυτήν την επίδραση την έχει πάνω του...»λέει ο Μαρκος.
«Μην ξεκινάτε»λέω.
«Είδες τον πεθερό σου;Πως σου φανηκε;»λένε κοροϊδευτικά.
«Είστε γελοίοι!»λέω.
«Αυτό για να μην με ξεχάσεις...»λέει ο Μαρκος και γελάνε πάλι.

Με άκουσαν;
Τον είδαν αυτό;

Γαμωτο!
Λες και ήθελα και άλλους λόγους να με κοροϊδεύουν!

«Το είδατε αυτό;»λέω.
«Φυσικά.Ανοιξαμε και τέρμα τα παράθυρα για να ακούμε καλυτερα...»λέει ο Φίλιππος.

Τέλεια.
Όχι τέλεια.

«Είστε βλαμμένα»λέω.
«Το καλό που σου θέλω...»λέει ο Μαρκος και ξαναγελανε.

Δεν πρόκειται να το ξεχάσουν.
Και έχουμε και τόσες ώρες δρόμο.

Ξαπλώνω στο πίσω κάθισμα.
Δεν με νοιαζει τι λένε.

Ξέρω τι πρέπει να κανω.
Η Μαρίνα είναι παρελθόν πλέον.
Ούτε που την σκέφτομαι.
Ούτε που με νοιαζει.

Η Ηβη όμως...
Η Ηβη με νοιαζει.
Και νομίζω την νοιαζω και εγώ.

Δεν ήθελα να χαλάσουμε την παρέα.Δεν ήθελα να κάνω καμία βλακεία και να απομακρυνθεί από μένα.Αλλα είναι αναπόφευκτο πλέον.

Δεν μπορώ να μείνω μακριά της.
Δεν μπορώ.

Κατι Παραπάνω Από ΦίλοιTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang