43. • ΣΟΦΙΑ •

2.4K 221 17
                                    

43.
«Δεν ήθελα να φυγω.
Είναι Ωραια εδώ.»




«Κοιμάται;»ρωτάω.
«Ναι...»λέει.

Εδώ και κάποια λεπτά δεν ακούγεται.
Έχει γύρει το κεφάλι του στο παραθυρο και τον πειρε ο ύπνος μάλλον.

«Καλά πάω;»με ρωτάει ο Μαρκος.
«Ναι.Ολο ευθεία και φτάνουμε σε λίγο»λέω.
«Σοφη;»με ρωτάει.
«Ναι;»
«Πως και δεν είπες να οδηγήσεις και εσυ;Όπως όταν ξεκινήσαμε για τις διακοπές;»
«Απλά δεν θέλω να μαλώσουμε.Θα κάνουμε ποσό;Τρεις εβδομαδες να ειδοθουμε...»λέω.
«Τρεις εβδομαδες ε;Θα ηρεμήσεις από την παρουσία μου»λέει.

Δεν νομίζω.
Κάτι μου λέει ότι θα μου λείψει.

«Και εσυ από την δικιά μου φαντάζομαι...»λέω.

Δεν απαντάει.
«Αυτό το τυφλή που λεγαμε;»λέει.
«Γιατί το λες συνέχεια αυτό;»τον ρωτάω και σταματάει στην ακρη.

«Αυτό δεν είναι το σπιτι σου;»με ρωτάει.

Ανοίγω την πόρτα και βγαίνω έξω.
Βγαίνει και ο Μάρκος και βγάζει τα πραγματα μου από πίσω.

«Ευχαριστώ...»λέω.
«Τίποτα...»λέει.
«Να εχεις ένα ωραίο καλοκαίρι»
«Και εσυ...»μου λέει και πάω να φυγω.

Και δεν ξέρω.
Νιώθω ότι τρεις εβδομαδες είναι πολλές.

Γυρνάω και χωρίς να το καταλάβω και χωρίς να μπορώ να με σταματήσω βάζω τα χέρια μου γύρω από την μέση του και το κεφάλι μου στο στήθος του.

Στην αρχή δεν κάνει κάτι.
Δεν με σφίγγει.
Μετά το κάνει όμως.

Μυριζει Ωραια...

Δεν ήθελα να φυγω.
Είναι Ωραια εδώ.

Αλλά έφυγα.Γιατι εγώ είμαι η Σοφία και αυτός ο Μαρκος και έχω και έναν Αργυρή.
Μην το ξεχνάω αυτό.

«Φεύγω λοιπόν...»λέω.
«Οκ...»λέει.
«Θα τα πούμε»
«Θα τα πούμε»απαντάει.

Και παιρνω τις βαλίτσες.
«Και θα τα πούμε εμείς.Για αυτο το τυφλή που λες συνέχεια...»
«Τι να πούμε;»λέει.
«Δεν καταλαβαίνω γιατί το λες συνέχεια»λέω.

Γελάει.
«Δεν το βλέπεις επειδή δεν είσαι έτοιμη να το δεις.Να προσεχεις τον εαυτό σου»λέει και μπαινει μέσα και εξαφανίζετε.

Πάω στην πόρτα,βγάζω τα κλειδιά και ανοίγω.

Τι το ήθελα;

«ΠΑΛΙΙΙΙΙ;»φωνάζω και γυρνάω την πλάτη μου για να μην βλέπω.

«Σοφία;Τι κανείς εδώ;»ακούω την φωνη του μπαμπά μου.
«Η Σοφία είναι...Παναγία μου ντροπή...!»φωνάζει η μαμά μου.
«Άμαν δηλαδή.Δεν βαρεθήκατε με αυτήν την στολη πια;!»λέω.

Πάλι.Το καναν.Στο σαλόνι.
Με την στολη της υπηρέτριας.

«Το παιδί Χρήστο....!»φωνάζει η μαμά μου.

Θεε μου κάνε αυτές τις εικόνες να εξαφανιστούν από το κεφάλι μου;

Έχω χάσει το μέτρημα;
Ποια φορά τους πιάνω;
34η;

«Ρε μαμά!Ελεος!»λέω.
«Γυρνά εντάξει...»λέει ο μπαμπάς μου και το κάνω.
Ήταν ντυμένη αλλά η μαμά ακόμα με την στολη της υπηρέτριας.

«Πάω στο δωμάτιο μου.Να ξεράσω!»λέω και τρεχω μέσα.

Κατι Παραπάνω Από ΦίλοιDonde viven las historias. Descúbrelo ahora