Το βράδυ βγαίνουμε σε ένα κλαμπ μαζί με τα κορίτσια. Όπως ακριβώς το κανονίσαμε. Έχουμε φτάσει ήδη στα υποβρύχια, με αποτέλεσμα η κατάσταση να έχει γίνει ανεξέλεγκτη
«στην υγειά μας!»
Αναφωνεί η Βασιλική και τσουγκρίζουμε τα ποτήρια μας
«άντε με το καλό να έρθετε στην Αθήνα, να τα πιούμε και εκεί»
Λέει η Εύα, κάνοντας μας να γελάσουμε. Η μουσική είναι δυνατή και απολαυστική. Χρόνια έχω να περάσω τόσο καλά. Έχω ξεχάσει τους πάντες και τα πάντα, εξάλλου αυτή είναι η δύναμη του αλκοόλ και της καλής παρέας
«πάω να τους πω να βάλουν κανένα τσιφτετέλι»
Λέει η Εύα και μετά την παρακολουθώ να χάνεται στο πλήθος. Η όραση μου έχει θολώσει λίγο, αλλά δεν με νοιάζει. Θέλω να πιω πολύ απόψε, μέχρι αναισθησίας
«πάμε στα σφηνάκια;»
Ρωτάει η Ιωάννα
«εννοείται!»
Απαντάει η Βασιλική και μετά λέει στον νεαρό μπάρμαν να μας φέρει σφηνάκια. Η μουσική αλλάζει και τώρα ακούγεται ένα πολύ ωραίο τσιφτετέλι
«ελάτε, κουνήστε το!»
Αναφωνεί η Εύα καθώς επιστρέφει στο τραπέζι μας. Χωρίς δεύτερη σκέψη, κλείνω τα μάτια και αρχίζω να λικνίζομαι στον ρυθμό της μουσικής. Έχω τόσα χρόνια να το κάνω αυτό. Τελικά είχα ξεχάσει να διασκεδάζω. Χώθηκα τόσο πολύ στα προβλήματα μου που ξέχασα πως είναι να ζεις, να βγαίνεις έξω, να είσαι άνθρωπος, όχι απλά μια μηχανή που εργάζεται. Δεν αντέχω στον πειρασμό! Κάνω να ανέβω στην μπάρα, αλλά η Ιωάννα με τραβάει από το μπράτσο για να με σταματήσει
«τι πας να κάνεις;»
«να διασκεδάσω, κακό είναι;»
Αντιγυρίζω νιώθοντας λίγο ζαλισμένη από το ποτό. Τραβάω το χέρι μου από την λαβή της και ανεβαίνω στην μπάρα. Αρχίζω να χορεύω στον ρυθμό της μουσικής, έχοντας τα μάτια κλειστά. Ακούω πολλά σφυρίγματα γύρω μου. Ανοίγω διστακτικά τα μάτια για να ρίξω μια σύντομη ματιά τριγύρω. Προσπαθώ να βρω το πρόσωπο του, ψάχνω ανάμεσα στους χιλιάδες άντρες που βρίσκονται από κάτω και με κοιτάζουν. Που είναι; Αυτή η ερώτηση είναι σαν παράπονο μέσα στην ψυχή μου. Σταματάω να χορεύω και τώρα τον ψάχνω κανονικά με το βλέμμα μου. Δεν είναι εδώ, που να πάρει! Αμέσως κατεβαίνω από την μπάρα, με τον κίνδυνο να πέσω, αλλά ευτυχώς προλαβαίνει ένας άντρας και με αρπάζει από τα μπράτσα
«είσαι καλά;»
Με ρωτάει και απλά του γνέφω καταφατικά
«θέλεις να πάμε έξω; να πάρεις λίγο καθαρό αέρα;»
Νομίζω πως αυτό χρειάζομαι την συγκεκριμένη στιγμή
«πάμε»
Λέω και με οδηγεί έξω από το κλαμπ. Τα αυτιά μου βουίζουν και το κεφάλι μου έχει γίνει πολύ βαρύ από το ποτό. Έχω αρχίσει να το μετανιώνω λίγο που ήπια
«τσιγάρο;»
Με ρωτάει καθώς βγάζει ένα πακέτο από την τσέπη του
«όχι, δεν καπνίζω»
«καιρός να το ξεκινήσεις»
Λέει ενώ μου δίνει ένα τσιγάρο. Δεν θα το σκεφτώ και πολύ. Απόψε βρίσκομαι εκτός ορίων. Παίρνω το τσιγάρο από τα δάχτυλα του και το τοποθετώ στα χείλη μου
«ορίστε»
Λέει καθώς μου το ανάβει. Ρουφάω διστακτικά, αλλά αυτό είναι αρκετό για να με κάνει να πνιγώ. Αρχίζω να βήχω ενώ εκείνος γελάει
«όντως δεν έχεις ξαναδοκιμάσει»
«πως το κάνεις αυτό;»
Τον ρωτάω ενώ κοιτάζω αποδοκιμαστικά το τσιγάρο μου
«όλα είναι μια συνήθεια. Έλα, προσπάθησε ξανά»
Με παροτρύνει και φυσικά δεν χάνω ευκαιρία. Ρουφάω άλλη μια φορά, πιο προσεκτικά αυτή την φορά, και μετά ξεφυσάω τον καπνό
«είδες; δεν είναι και τόσο δύσκολο όσο νόμιζες»
Πράγματι. Γυρίζω το κεφάλι για να τον κοιτάξω
«ποιο είναι το όνομα σου;»
Ρωτάω, νιώθοντας την περιέργεια να με κατακλύζει
«Άρης. Το δικό σου;»
«Δάφνη»
Απαντάω σιγανά και κάνω άλλη μια προσπάθεια να ρουφήξω το τσιγάρο μου
«ξέρεις Δάφνη, χορεύεις πολύ ωραία. Εκείνο το τσιφτετέλι σου... με μάγεψε. Ίσως αυτός ήταν και ο λόγος που σε πλησίασα»
Ρουθουνίζω ειρωνικά καθώς ακούω τα λόγια του. Δεν ξέρω τελικά αν οι άντρες σκέφτονται απλά, η αν θέλουν να περιπλέκουν οι ίδιοι τις καταστάσεις. Ξεφυσάω τον καπνό από το στόμα μου
«δεν θα πεις κάτι;»
Με ρωτάει και ανασηκώνω αδιάφορα τους ώμους
«δεν νομίζω πως-»
«Δάφνη;»
Τα γόνατα μου κόβονται και η καρδιά μου χτυπάει δυνατά μέσα στο στήθος μου. Αμέσως γυρίζω το κεφάλι για να τον δω να στέκεται μονάχα μερικά βήματα μακριά μου. Το πρόσωπο του είναι τσιτωμένο, αλλά και πάλι είναι τόσο αναθεματισμένα όμορφος!
«τι διάολο της κάνεις ρε κάθαρμα»
Γρυλίζει καθώς μας πλησιάζει απειλητικά. Χωρίς να το περιμένω, αρπάζει τον Άρη από το μπουφάν. Τι κάνει;
«τι προσπαθείς ρε; να την εκμεταλλευτείς;»
«άφησε τον!»
Τον διατάζω με σταθερή φωνή. Αμέσως γυρίζει το κεφάλι για να με αγριοκοιτάξει
«με σένα θα τα πούμε σε λίγο»
«φίλε, δεν ξέρω τι τρέχει με σένα και την Δάφνη, αλλά να ξέρεις πως δεν είχα σκοπό να της κάνω κακό»
Αποκρίνεται ο Άρης, προσπαθώντας να σώσει κάπως την κατάσταση
«δεν είμαι φίλος σου, και απλά για να ξέρεις, η Δάφνη είναι δική μου! για αυτό τράβα από κει που ήρθες»
Λέει ενώ αφήνει απότομα το μπουφάν του, με αποτέλεσμα ο Άρης να πισωπατήσει. Έχω μείνει κάγκελο! Τι είπε μόλις τώρα; ότι είμαι δική του; δηλαδή ότι του ανήκω; Δεν τον πιστεύω!
«με συγχωρείς. Αντίο»
Λέει ο Άρης και μετά μπαίνει μέσα στο κλαμπ. Αμέσως πηγαίνω να σταθώ μπροστά στον Ορφέα, έτοιμη να του ορμήξω
«τι κάνεις; μου λες τι κάνεις;»
«εσύ τι κάνεις! τι στο διάολο θέλεις εδώ; και μάλιστα με έναν ξένο;»
Το βλέμμα του χαμηλώνει στο χέρι μου, και τότε είναι που παρατηρεί το τσιγάρο. Το σαγόνι του σφίγγεται τόσο πολύ, που τα ζυγωματικά του προσώπου του γίνονται ακόμη πιο έντονα από ότι είναι ήδη
«δεν φτάνει που είσαι μεθυσμένη, καπνίζεις κιόλας»
Λέει με ήπιο τόνο προς έκπληξη μου
«ότι θέλω θα κάνω, δεν είμαι κτήμα σου. Και τέλος πάντων, τι θέλεις; γιατί βρίσκεσαι εδώ;»
Η ερώτηση μου τον κάνει να παγώσει για λίγο
«δεν... εγώ... βασικά...»
Αυτό και αν είναι σοκ! Ο Ορφέας Κυριαζής είναι αμήχανος. Δεν πίστευα ότι θα το δω ποτέ αυτό. Μοιάζει πάντα τόσο... σίγουρος για τον εαυτό του. Ομολογώ πως το θέαμα είναι απολαυστικό
«βασικά, δεν ξέρω γιατί είμαι εδώ. Απλώς ήθελα να σε δω»
Ήθελε να με δει; Ρουθουνίζω ειρωνικά
«τι είναι αυτό; άλλο ένα κόλπο για να γελάσεις μαζί μου;»
Ρωτάω και ξεφυσάει
«ξέρω πως σου είναι δύσκολο να με πιστέψεις»
«να πιστέψω τι; ότι ξαφνικά άρχισες να ενδιαφέρεσαι για εμένα; Δεν νομίζεις ότι είναι λίγο ειρωνικό; ειδικά μετά από όλα αυτά τα ωραία που μου είπες στο γραφείο σου;»
Αυτόματα τα μάτια του κλείνουν και τα χείλη του γίνονται μια λεπτή γραμμή
«ήμουν πολύ θυμωμένος με την στάση σου»
Αυτό και αν είναι γελοίο!
«ώστε φταίω εγώ τώρα;»
Ρωτάω και περνάει τα χέρια από τα μαλλιά του
«μην με προκαλείς Δάφνη, σε παρακαλώ»
«βασικά ξέρεις κάτι; δεν θα κάτσω άλλο εδώ. Νομίζω πως ξεφτιλίστηκα αρκετά»
Λέω ενώ κάνω να τον προσπεράσω, αλλά το χέρι του αρπάζει τον αγκώνα μου, σταματώντας με
«μη με αγγίζεις!»
Πετάω απότομα καθώς τραβάω το χέρι μου από την λαβή του. Ξαφνικά τα μάτια του γίνονται σκοτεινά, ενώ το σαγόνι του σφίγγεται
«με εξοργίζεις»
«είσαι πολύ εγωιστής Κυριαζή, και απορώ πως δεν το είχα καταλάβει τόσο καιρό»
«από ότι φαίνεται ήσουν πολύ ερωτευμένη για να το καταλάβεις»
Αποκρίνεται ειρωνικά, χαράζοντας μια ακόμη ρωγμή στην ήδη ραγισμένη μου καρδιά
«ορίστε, το κάνεις πάλι!»
Αναφωνώ, νιώθοντας πραγματικά απογοητευμένη από αυτόν τον άντρα
«έτσι είμαι, και δεν μπορώ να το αλλάξω»
Αποκρίνεται αλαζονικά. Όχι, όχι δεν μπορεί να είναι ο ίδιος άντρας. Αυτός που στέκεται μπροστά μου, δεν έχει καμία σχέση με τον Ορφέα που γνώρισα. Το βλέμμα του δεν μοιάζει με εκείνου του Ορφέα. Δεν είναι ούτε γλυκό, ούτε τρυφερό. Αντιθέτως, είναι γεμάτο θυμό και ειρωνεία, λες και προσπαθεί να σε φοβίσει. Κάνω μερικά βήματα πίσω, ώσπου τελικά το βάζω στα πόδια
«Δάφνη»
Με φωνάζει, αλλά δεν σταματάω. Υπέκυψα ήδη σε πολλά, αρκετά πια. Ξεκινάω να τρέχω, θέλοντας να φύγω όσο πιο γρήγορα γίνεται
«Δάφνη!»
Συνεχίζει να φωνάζει, αλλά δεν πρόκειται να σταματήσω.
YOU ARE READING
Έρωτας & Τιμωρία
Non-FictionΈνας έρωτας που γεννήθηκε μέσα από το μίσος και το πάθος για εκδίκηση. Η Δάφνη και ο Ορφέας θα συναντηθούν σε ένα πάρτι επισήμων. Ένα μικρό ατύχημα θα γίνει η αιτία για να γνωριστούν. Ο Ορφέας θα καταλάβει αμέσως ποια είναι αυτή η κοπέλα, όμως η Δάφ...