Η μοίρα μας ενώνει

6.1K 240 2
                                    

Περπατάω ανάμεσα στον κόσμο, κρατώντας τον δίσκο μου ψηλά. Κοιτάζω αποδοκιμαστικά τις νεαρές γυναίκες που στέκονται δίπλα από ηλικιωμένους, πλούσιους άντρες. Τα έχω βαρεθεί αυτά τα πάρτι των επισήμων. Αηδιάζω και μόνο που τους κοιτάζω. Ξαφνικά πέφτω πάνω σε κάποιον, αλλά ευτυχώς δεν μου πέφτει ο δίσκος με τα ποτά
«σιγά Δάφνη»
Μου λέει ο Γιάννης, ένας συνάδελφος. Του χαμογελάω στραβά
«είσαι καλά;»
«ναι, μην ανησυχείς»
Αποκρίνομαι και τον παρακολουθώ να ρίχνει μια σύντομη ματιά τριγύρω
«έχουμε πολύ κόσμο απόψε»
Σχολιάζει
«βαρετό κόσμο θέλεις να πεις»
Λέω και γελάει
«ναι, αλλά σκέψου ότι θα πάρουμε πολύ καλά λεφτά!»
Λέει και ξεφυσάω
«ναι, αυτό είναι μια αλήθεια»
Αποκρίνομαι και έπειτα κάνω να φύγω, αλλά ξαφνικά νιώθω ένα δυνατό σπρώξιμο από τα δεξιά μου, με αποτέλεσμα να πέσει ο δίσκος μου πάνω σε ένα πολύ ακριβό κουστούμι. Όχι ρε γαμώτο, όχι!
«με συγχωρείτε!»
Λέω αμέσως ενώ παράλληλα νιώθω τα μάγουλα μου να παίρνουν φωτιά. Να πάρει, την έβαψα!
«α αφήστε με να το καθαρίσω»
Προσθέτω τραυλιστά αυτή την φορά και προσπαθώ να αγγίξω τον λεκέ πάνω στο λευκό του πουκάμισο, αλλά φοβάμαι ότι θα κάνω τα πράγματα χειρότερα. Είμαι τόσο χαζή! Σηκώνω το κεφάλι για να ρίξω μια εξεταστική ματιά στο πρόσωπο του άγνωστου άντρα. Φαίνεται τσιτωμένος. Δεν είναι καθόλου καλό σημάδι αυτό. Το αφεντικό μου με είχε ήδη στην μπούκα και τώρα.... τώρα βρήκε το πάτημα που χρειαζόταν, το κάθαρμα!
«τι συμβαίνει εδώ;»
Όχι, όχι το αφεντικό μου
«η σερβιτόρα σου έριξε όλα τα ποτά πάνω στον κύριο Κυριαζή, αυτό έγινε!»
Πετάει ξαφνικά μια ψηλή ξανθιά, η οποία στέκεται δίπλα από τον λεγόμενο κύριο Κυριαζή. Τι ντροπή!
«ορίστε;»
Αποκρίνεται το αφεντικό μου φανερά σοκαρισμένος. Την έβαψα για τα καλά!
«θα έπρεπε να ντρέπεσαι για αυτό, Δάφνη! Κοίτα πως έκανες το πουκάμισο, κοίτα!»
Μου φωνάζει και κατεβάζω το κεφάλι
«συγγνώμη»
Ψελλίζω και ακούω ένα ειρωνικό ρουθούνισμα
«ένα συγγνώμη δεν λύνει την κατάσταση, δεσποινίς!»
Αποκρίνεται η άγνωστη γυναίκα, η οποία καταντάει πολύ εκνευριστική!
«με συγχωρείτε για αυτό. Όσο για εσένα....»
Λέει το αφεντικό, απευθυνόμενο σε μένα τώρα
«απολύεσαι!»
Μου ανακοινώνει και τα μάτια μου γουρλώνουν από το σοκ. Τι;;;
«όχι»
Ψελλίζω αλλά δεν φαίνεται να με άκουσε
«συγχαρητήρια, κύριε. Αυτό ήταν και το πιο σωστό!»
Αποκρίνεται η ψηλή ξανθιά, η οποία με κοιτάζει με υπεροπτικό ύφος. Αν μπορούσα... θα την είχα κάνει μαύρη στο ξύλο, αλλά έχε χάρη
«αρκετά πια»
Πετάει ξαφνικά ο άντρας με το λερωμένο πουκάμισο. Αμέσως σηκώνω το κεφάλι και τον βλέπω να με κοιτάζει με το ίδιο τσιτωμένο ύφος Περίεργο
«η δεσποινίδα έκανε ένα μικρό λάθος. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να απολυθεί»
«μα, κύριε Κυριαζή-»
«δεν είναι κάτι το τόσο σπουδαίο, κύριε!»
Αποκρίνεται με τελεσίδικο τόνο που με κάνει να αναριγήσω. Τι άντρας!
«μάλιστα, κύριε Κυριαζή»
Λέει το αφεντικό ενώ κατεβάζει το κεφάλι του. Καλά να πάθεις! Του άξιζε αυτή η συμπεριφορά
«αφήστε με να σας βοηθήσω»
Ψελλίζω με τρεμαμένη φωνή στον κύριο Κυριαζή. Με κοιτάζει εξεταστικά για μερικά λεπτά, ώσπου τελικά γνέφει καταφατικά με το κεφάλι του. Είναι και αυτό μια ανακούφιση. Κάνω μεταβολή και κατευθύνομαι προς τις τουαλέτες, με εκείνον να με ακολουθεί.
Μόλις μπαίνουμε μέσα στις αντρικές, αμέσως πηγαίνω να κόψω μερικά κομμάτια χαρτί
«ξέρετε... θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για πριν»
Μουρμουρίζω καθώς τον πλησιάζω
«δεν χρειάζεται, δεν έκανα και κάτι το σπουδαίο»
«κι όμως κάνατε»
Αποκρίνομαι και το βλέμμα του διασταυρώνεται με το δικό μου, κάνοντας με να αναριγήσω. Τι μάτια είναι αυτά! Πρώτη φορά βλέπω πράσινα μάτια από κοντά. Κουνάω ελαφρά το κεφάλι και μετά αρχίζω να σκουπίζω το πουκάμισο του με απαλές κινήσεις. Να πάρει, δεν νομίζω πως θα βγει αυτό
«Δάφνη σε είπαμε;»
Με ρωτάει ξαφνικά, σπάζοντας την σιωπή που επικρατούσε πριν από μόλις τρία λεπτά
«εμ, ναι»
«και ποιο είναι το επίθετο σου;»
«Χαλκιά»
Απαντάω, έχοντας το βλέμμα μου καρφωμένο στον λεκέ του πουκάμισου του
«πόσο καιρό δουλεύεις εδώ;»
Για μια στιγμή σκέφτομαι να μην του απαντήσω, αλλά ξέρω πως θα του φανώ πολύ αγενής. Ήδη έκανα μια γκάφα, δεν χρειάζεται να κάνω κι άλλη
«περίπου έξι μήνες»
«και γιατί βρίσκεσαι εδώ;»
Συνεχίζει να ρωτάει και ξεφυσάω, φανερά ενοχλημένη
«την χρειάζομαι αυτή την δουλειά»
Απαντάω απλά καθώς απομακρύνω το λερωμένο πλέον χαρτί από το πουκάμισο του
«γιατί δεν φεύγεις απο εδώ; τόσες άλλες δουλειές υπάρχουν εκεί έξω»
Του ρίχνω μια σύντομη ματιά, για να δω το πόσο τσιτωμένος είναι
«φοβάμαι πως ο λεκές δεν θα φύγει. Λυπάμαι που σας το κατέστρεψα»
Λέω όσο πιο ευγενικά μπορώ. Παρακολουθώ τα χείλη του να γίνονται μια λεπτή, βλοσυρή γραμμή
«δεν πειράζει, έτσι κι αλλιώς έχω χιλιάδες τέτοια μέσα στην ντουλάπα μου»
Ξαφνικά ο τόνος του έχει γίνει αρκετά ειρωνικός. Τι του συμβαίνει;
«με συγχωρείτε»
Λέω καθώς κάνω ένα βήμα πίσω. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί βρίσκομαι ακόμα εδώ
«αντίο»
Προσθέτω και μετά κάνω μεταβολή για να φύγω από τις τουαλέτες. Μόλις βγαίνω έξω, βλέπω το αφεντικό μου να στέκεται μερικά βήματα μακριά και να με κοιτάζει με άγριο ύφος. Ωχ, δεν μου αρέσει αυτό! Αμέσως κατεβάζω το κεφάλι και επιστρέφω στην μεγάλη αίθουσα για να πάρω έναν καινούργιο δίσκο στα χέρια μου. Κάτι μου λέει ότι δεν ξέμπλεξα εντελώς από τον θυμό του αφεντικού μου. Πολύ φοβάμαι ότι θα με απολύσει. Να πάρει, έπρεπε να συμβεί απόψε αυτό; Τα έχω ανάγκη αυτά τα χρήματα, και τώρα.... τώρα έγιναν όλα σκατά!

Έρωτας & ΤιμωρίαWhere stories live. Discover now