Κακή βραδιά

1.8K 110 1
                                    

Δάφνης POV

Καθόμαστε μαζί με την Ιωάννα στον καναπέ του σαλονιού. Συζητάμε για διάφορα, αλλά το μυαλό μου έχει κολλήσει στον Ορφέα. Έχουν περάσει δύο ώρες και ακόμη δεν έχει γυρίσει. Του έστειλα μερικά μηνύματα, αλλά... αμφιβάλω αν τα διάβασε. Κάνω απόπειρα να του στείλω ακόμη ένα
«φτάνει ρε κορίτσι μου, θα τον ζαλίσεις τον άνθρωπο»
«ανησυχώ ρε συ. Και αν του έχει συμβεί κάτι;»
Στριφογυρίζει τα μάτια της
«αν του είχε συμβεί κάτι θα το είχες μάθει ήδη. Τα άσχημα νέα διαρρέουν γρήγορα, έλεγε η μάνα μου»
Όντως, αυτό είναι αλήθεια. Καλύτερα να μην βάζω στον νου μου το κακό. Εξάλλου του έχω εμπιστοσύνη. Ξαφνικά ακούγεται ένας θόρυβος από την πόρτα. Αμέσως γυρίζω το κεφάλι για να δω τον Ορφέα να εμφανίζεται στην είσοδο. Μένει για μερικά λεπτά όρθιος, να με κοιτάζει κάπως... περίεργα. Ώσπου ξαφνικά πέφτει κάτω
«Ορφέα!»
Αναφωνώ σοκαρισμένη και τρέχω προς το μέρος του. Τον πιάνω από το μπράτσο για να τον βοηθήσω να σηκωθεί ξανά όρθιος
«μμ, γειά σου... αγάπη μου»
Να πάρει, είναι μεθυσμένος
«βρομάς αλκοόλ. Που ήσουν;»
«άρχισαν οι γκρίνιες»
Λέει καθώς σηκωνόμαστε μαζί από το πάτωμα. Περνάω το χέρι του γύρω από τους ώμους μου και σιγά σιγά τον μετακινώ μέσα στο μπάνιο
«φιλενάδα, θες βοήθεια;»
Ακούω την κολλητή μου να με φωνάζει από το σαλόνι
«όχι Ιωάννα, φύγε. Θα τα πούμε αύριο»
«όπως θες»
Λέει και ακούω τα βήματα της καθώς φεύγει από το σπίτι
«γιατί ήπιες; ποιος σε έφερε;»
Ρωτάω ενώ προσπαθώ να του βγάλω τα ρούχα, αλλά δεν με πολύ βοηθάει
«έπρεπε να πιω, γιατί αλλιώς... θα είχα κάψει το πατρικό μου μαζί με την μάνα μου»
Και τώρα φτάσαμε στη ρίζα του προβλήματος
«τι συνέβη;»
Ρωτάω και ρουθουνίζει ειρωνικά
«πήγα στον δικηγόρο, και ξες τι μου είπε;»
Ο τόνος του ακούγεται σαρκαστικός, αλλά τα μάτια του προδίδουν τον θυμό που έχει μέσα του
«τι;»
Ρωτάω και ρουθουνίζει ειρωνικά
«ότι η μάνα μου θέλει να διεκδικήσει τη περιουσία μου. Τη περιουσία που μου άφησε ο πατέρας μου. Κατάλαβες; θέλει να πάρει ότι μου ανήκει»
Μένω παγωμένη, κοιτάζοντας τον σαν χαμένη. Διεκδικεί τα λεφτά; Πόσο άδεια είναι αυτή η γυναίκα μέσα της; Έχει μαλώσει με τον γιο της, γιατί δεν προσπαθεί να τα βρει μαζί του; δεν τον αγαπάει ούτε στο ελάχιστο; Του βγάζω το πουκάμισο, αφήνοντας τον ημίγυμνο
«το να χάσεις τα λεφτά είναι το λιγότερο»
Αμέσως το βλέμμα του συναντά το δικό μου
«τα λεφτά είναι η κληρονομιά μου. Δεν δούλευα τόσα χρόνια για να τα φάει η εκείνη!»
Πετάει με άγριο ύφος ενώ προσπαθεί να σηκωθεί από την θέση του, αλλά δεν μπορεί. Ξεφυσάω, νιώθοντας κουρασμένη
«θέλεις να κάνεις ένα κρύο ντουζ για να συνελεθεις;»
Ρωτάω ενώ τον παρακολουθώ να τρίβει το πρόσωπο του
«όχι, να ξαπλώσω θέλω»
Απαντάει και στρέφει το βλέμμα του επάνω μου
«θα με βοηθήσεις;»
«φυσικά»
Λέω και περνάω το χέρι του γύρω από τους ώμους μου. Με περιττή δυσκολία τον βοηθάω να σηκωθεί και τον καθοδηγώ ως το δωμάτιο. Τον αφήνω να πέσει πάνω στο κρεβάτι, με τα χέρια απλωμένα δεξιά και αριστερά. Μέσα σε λίγα μόλις δευτερόλεπτα κλείνει τα μάτια και ένα μικρό ροχαλητό βγαίνει από τα όμορφα χείλη του. Χαμογελάω γλυκά. Ω, Ορφέα μου! Απλώνω το χέρι για να χαϊδέψω τρυφερά το μάγουλο του
«ότι κι αν αποφασίσεις... εγώ θα σ'αγαπώ»
Ψιθυρίζω σαν υπόσχεση. Φιλάω τα δύο μου δάχτυλα και μετά τα ακουμπάω πάνω στα χείλη του. Απόψε θα κοιμηθώ στον καναπέ, ίσως είναι καλύτερα έτσι.

Ορφέας POV

Ξυπνάω αλαφιασμένος και με το κεφάλι μου βαρύ. Γαμώτο, πονάει όλο μου το σώμα. Ανακάθομαι και κοιτάζω τριγύρω μέσα στο δωμάτιο. Όλα είναι σκοτεινά. Αμέσως σκέφτομαι: που είναι η Δάφνη; Σηκώνομαι από το κρεβάτι για να πάω μέσα στο σαλόνι
«Δάφνη;»
Φωνάζω αλλά δεν παίρνω καμία απάντηση
«Δάφνη!»
Λέω πιο δυνατά και εκείνη την στιγμή την βλέπω να ανακάθεται στον καναπέ. Ευτυχώς θεέ μου! Αμέσως πηγαίνω κοντά της για να την αγκαλιάσω σφιχτά
«είσαι εδώ»
Ψιθυρίζω με την απελπισία να ξεχειλίζει από τον τόνο της φωνής μου
«συγγνώμη ρε μωρό μου. Συγγνώμη, με τις βλακείες... σου κατέστρεψα τα γενέθλια»
Αισθάνομαι τόσο ηλίθιος. Εχθές ήταν μια τόσο σημαντική ημέρα, και εγώ... με όλα αυτά που συνέβησαν... πάλι σκατά τα έκανα. Τα χέρια της πιάνουν μαλάκα το πρόσωπο μου. Σηκώνει αργά το κεφάλι μου, ώστε να την κοιτάξω μέσα στα μάτια. Φαίνεται τόσο ήρεμη, σαν να με καταλαβαίνει, σαν να με δικαιολογεί πάλι
«δεν μου κατέστρεψες τίποτα. Είμαστε ζευγάρι Ορφέα, ότι αγγίζει εσένα, αυτόματα αγγίζει και εμένα. Δεν είμαστε παιδιά, και δεν σ'αγαπάω μόνο στα εύκολα»
Ναι, αυτό είναι αλήθεια. Εξάλλου περάσαμε πολλές δυσκολίες μαζί. Μερικές φορές πιστεύω πως είναι εύθραυστη, όπως το γυαλί, αλλά κάποιες στιγμές σαν αυτές... με κάνει να πιστεύω πως είναι πιο δυνατή και από εμένα. Αμέσως χώνομαι στην αγκαλιά της, νιώθοντας τόσο μικρός μπροστά της, σχέδιο μηδαμινός
«τι θα κάνω τώρα Δάφνη; αν μου πάρει την επιχείρηση...»
Μουγκρίζω και με σφίγγει επάνω της
«σου το είπα και εχθές, τα λεφτά δεν είναι αυτό που πρέπει να σε απασχολεί»
«και τότε τι πρέπει να με απασχολεί ρε Δάφνη; εδώ η γυναίκα με απειλεί, προσπαθεί να πάρει κάτι που δεν της ανήκει, και εσύ μου λες ότι δεν είναι σημαντικό;»
Λέω ενώ ισιώνω απότομα το σώμα μου για να την κοιτάξω κατάματα. Φαίνεται πως την έχω σοκάρει με την συμπεριφορά μου. Για μια στιγμή το μετανιώνω
«η μάνα σου είναι το θέμα Ορφέα, και όχι τα λεφτά. Προσπαθεί να σου πάει κόντρα, δεν το καταλαβαίνεις;»
«ωραία, και τι περιμένεις να κάνω; να κάτσω με σταυρωμένα τα χέρια;»
Αποκρίνομαι σχεδόν φωναχτά. Τα χείλη της ενώνονται σε μια πεισματάρικη γραμμή ενώ τα μάτια της γεμίζουν με θυμό. Γαμώτο, το παράκανα τώρα
«όταν έχεις ηρεμήσει, τότε θα μπορέσουμε να μιλήσουμε σαν άνθρωποι»
Λέει καθώς σηκώνεται από τον καναπέ. Σκατά! Αμέσως σηκώνομαι κι εγώ για να τυλίξω τα χέρια μου γύρω από το σώμα της
«συγγνώμη μωρό μου, συγγνώμη. Απλά έχω τόσα νεύρα και ξεσπάω σε λάθος άτομο»
Λέω νιώθοντας πραγματικά μετανιωμένος για την συμπεριφορά μου απέναντι της. Χωρίς να το περιμένω, περνάει τα χέρια της γύρω από τον λαιμό μου, κρατώντας με σε μια σφιχτή αγκαλιά
«θα τη βρούμε την άκρη ρε Ορφέα. Πίστεψε με αγάπη μου»
Ψιθυρίζει κοντά στο αυτί μου, δίνοντας μου κουράγιο για να συνεχίσω. Η ψυχή μου είναι κουρασμένη από όλα αυτά. Αν δεν ήταν η Δάφνη... ίσως και να μην είχα τη δύναμη να συνεχίσω. Ίσως αυτή είναι η δύναμη της αγάπης. Όταν νιώθεις την απελπισία και τον φόβο να σε τυλίγουν, τότε εμφανίζεται ένα αόρατο χέρι και σε τραβάει μακριά από όλα αυτά. Την σφίγγω ακόμη περισσότερο επάνω μου. Είσαι ότι πιο πολύτιμο έχω ψυχή μου.

Έρωτας & ΤιμωρίαWhere stories live. Discover now