Ένα ατέλειωτο παραμύθι

4K 132 24
                                    

Μετά από δύο χρόνια.

Μόλις επιστρέφω από την δουλειά, νιώθω πραγματικά εξαντλημένη. Ευτυχώς ο Ορφέας μπόρεσε να φύγει πιο νωρίς από το γραφείο
«γύρισε η μαμά!»
Φωνάζω και αμέσως ακούω μικρά βήματα να με πλησιάζουν
«μαμά!»
Αναφωνεί η Αλεξάνδρα μόλις φτάνει κοντά μου. Την σηκώνω στην αγκαλιά μου και της δίνω αμέτρητα φιλιά σε όλο το πρόσωπο. Γελάει δυνατά, κάνοντας με να νιώσω χαρά
«μαμά! σταμάτα»
Λέει και τώρα είναι η σειρά μου να γελάσω
«για πες, πως περάσατε με τον μπαμπά;»
«ήταν πολύ ωραία μαμά, αλλά έλειπες εσύ»
Λέει παριστάνοντας την μουτρωμένη. Την φιλάω στο μέτωπο
«τώρα όμως είμαι εδώ. Και έχουμε όλη την ημέρα δικιά μας»
Συνήθως αυτό γίνεται. Προσπαθούμε να φεύγουμε πιο νωρίς από τις δουλειές μας για να καθόμαστε με τις κόρες μας. Η μικρή μας Ζωή μεγαλώνει τόσο γρήγορα, το ίδιο και η Αλεξάνδρα. Σαν χθες μου φαινόταν που είχα την Αλεξάνδρα στην κοιλιά μου
«γειά σου μαμά»
Λεει ο Ορφέας καθώς έρχεται προς το μέρος μας, κρατώντας την μικρή στην αγκαλιά του
«γειά σου μπαμπά»
Λέω και του δίνω ένα σύντομο φιλί στα χείλη
«μπλιάχ»
Λέει η Αλεξάνδρα, και παρακολουθώ τον Ορφέα να συνοφρυώνεται
«όντως, μπλιάχ»
Αποκρίνεται πειραχτικά, κάνοντας μας και τις δύο να γελάσουμε. Σκύβω και φιλάω το μέτωπο της μικρής Ζωής
«γειά σου αγάπη μου»
Λέω και κουνάει τα χεράκια της. Το χαμόγελο μου γίνεται πλατύ
«πως ήταν;»
Με ρωτάει ο Ορφέας καθώς βαδίζουμε όλοι μαζί προς το σαλόνι
«τα ίδια. Πολύς κόσμος, πολύ δουλειά...»
«κανένας κρυφός θαυμαστής;»
Ρωτάει, παριστάνοντας τον θιγμένο. Προχθές μου έστειλε ένας άγνωστος λουλούδια, και ο Ορφέας το έχει κάνει θέμα. Στριφογυρίζω τα μάτια μου
«όχι, σήμερα δεν είχα κανέναν. Ευχαριστημένος;»
Λέω και καθόμαστε στον καναπέ, με την Αλεξάνδρα στα πόδια μου και την Ζωή στα πόδια του Ορφέα
«πολύ»
Αποκρίνεται τελικά, αλλά δεν του δίνω σημασία
«το βράδυ θα βγεις;»
Ρωτάει, ενώ με κοιτάζει με ανασηκωμένο το φρύδι. Του χαμογελάω αθώα
«ναι»
Απαντάω και δαγκώνει το κάτω χείλος του
«ει! τι λέτε εσείς;»
Ρωτάει η μικρή Αλεξάνδρα, κάνοντας μας να γελάσουμε
«βλακείες των μεγάλων αγάπη μου»
Της απαντάει ο Ορφέας καθώς της τσιμπάει την μύτη. Εκείνη γελάει και σιγά σιγά αρχίζουν τα παιχνίδια.

Το ίδιο βράδυ.

«Ιωάννα μου, σίγουρα μπορείτε να τις κρατήσετε, έτσι;»
Ρωτάω καθώς ελέγχω για μία ακόμη φορά το τσαντάκι μου. Νομίζω πως τα πήρα όλα
«ναι ρε, μην ανησυχείς, θα τα καταφέρουμε»
«Χρήστο;»
Ρωτάω αλλά δεν φαίνεται να με ακούει. Έχει αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στις κόρες μου
«όταν λέω πως οι άντρες πελαγώνουν με τα μωρά, να με πιστεύεις!»
Λέω στην Ιωάννα και κουνάει καρτερικά το κεφάλι
«πες το ψέμματα»
Λέει και γελάμε μαζί
«να σου πω, ο Ορφέας που είναι;»
Με ρωτάει και ανασηκώνω δήθεν αδιάφορα τους ώμους
«δεν έχω ιδέα. Τέλος πάντων, έφυγα»
«καλή διασκέδαση»
Μου λέει όλο νόημα. Μάλλον κατάλαβε τι παίζεται. Αλίμονο! κολλητή μου είναι, αν δεν με καταλάβει αυτή που με ζει τόσα χρόνια, τότε ποιος θα με καταλάβει;

Έρωτας & ΤιμωρίαWhere stories live. Discover now