Είμαστε σαν αλυσίδα

1.9K 110 8
                                    


Δάφνης POV

Οι επόμενες μέρες είναι βασανιστικές, κυρίως για τον Ορφέα. Συνέχεια προσπαθεί να βρει μια λύση, και η μάνα του από την άλλη παραμένει πιστή στην επιλογή της, κάνοντας τα πράγματα ακόμη πιο δύσκολα.

Πλέον έχει βραδιάσει και εγώ μόλις έχω τελειώσει με το μπάνιο μου. Βαδίζω προς το δωμάτιο μας, κρατώντας το σεσουάρ και την χτένα στα χέρια μου. Βάζω το σεσουάρ στην πρίζα και κάθομαι στο κρεβάτι για να στεγνώσω τα μαλλιά μου
«περίμενε!»
Ξαφνικά ακούω την φωνή του Ορφέα. Αμέσως σηκώνω το κεφάλι για να τον δω να έρχεται τρέχοντας προς το μέρος μου. Πόση ώρα ήταν εδώ; Κάθεται πίσω μου στο κρεβάτι και παίρνει το σεσουάρ από τα χέρια μου
«άφησε με να σου τα στεγνώσω εγώ»
Δεν του φέρνω αντίρρηση, ίσα ίσα που μου αρέσει όταν με φροντίζει, με οποιονδήποτε πιθανό τρόπο. Για μερικά λεπτά επικρατεί ησυχία καθώς στεγνώνει τα μαλλιά μου με το σεσουάρ. Τα δάχτυλα του δουλεύουν με μεγάλη μαεστρία. Είναι λες και το κάνει χρόνια αυτό. Το σεσουάρ κλείνει και τώρα ξεκινάει να με χτενίζει απαλά, χωρίς βιαστικές κινήσεις
«έχεις πολύ απαλά μαλλιά»
Μουρμουρίζει αφηρημένα, κάνοντας με να ρουθουνίσω. Δεν ξέρω τι πρέπει να πω σε αυτή την περίσταση. Η κατάσταση έχει γίνει κάπως περίεργη με το θέμα της μάνας του. Προσπαθώ να το ελέγξω, αλλά φοβάμαι!
«τι σκέφτεσαι;»
Η φωνή του ακούγεται απαλή, σαν χάδι. Παίρνω μια βαθιά ανάσα
«τίποτα»
Απαντάω τελικά και με φιλάει στην κορυφή του κεφαλιού μου
«δεν μου αρέσει όταν μου λες ψέμματα»
Αποκρίνεται χαμηλόφωνα, προκαλώντας μου ένα μικρό χαμόγελο
«φοβάμαι όλη αυτή την κατάσταση Ορφέα. Φοβάμαι πως... ίσως σου συμβεί κάτι κακό»
Η χτένα σταματάει να κινείται στα μαλλιά μου. Νιώθω το σώμα του παγωμένο πίσω μου. Να πάρει, τι θέλω και μιλάω!
«δεν θα μου συμβεί τίποτα απολύτως»
Λέει τελικά και συνεχίζει το χτένισμα
«Ορφέα...»
Λέω ενώ γυρίζω το κεφάλι πίσω για να τον κοιτάξω. Φαίνεται κουρασμένος, λες και έχει να κοιμηθεί μέρες
«αν σου συμβεί κάτι... εγώ θα πεθάνω»
Στην τελευταία πρόταση η φωνή μου γίνεται ένας φοβισμένος ψίθυρος. Το σκοτάδι με περικυκλώνει, απειλώντας να με πνίξει. Ούτε να την σκέφτομαι δεν θέλω αυτή την πιθανότητα. Αφήνει την χτένα στο κρεβάτι και τυλίγει τα χέρια του προστατευτικά γύρω μου
«δεν πρόκειται να μου συμβεί τίποτα, μην ανησυχείς»
Λέει σχεδόν ψιθυριστά. Σφίγγομαι επάνω του, θέλοντας κάπως να διώξω τους δαίμονες από μέσα μου
«εμείς οι δύο είμαστε σαν αλυσίδα Δάφνη. Αν σπάσεις εσύ, τότε θα σπάσω και εγώ»
Συνεχίζει κάνοντας με να κλείσω σφιχτά τα μάτια
«απλώς εμπιστεύσου με αγάπη μου, όλα θα πάνε καλά»
Προσθέτει και με φιλάει στα μαλλιά πριν σηκώσει το κεφάλι μου από το στήθος του. Μοιραζόμαστε τρυφερά βλέμματα, γεμάτα αγάπη αλλά και έναν κρυμμένο φόβο που έχει φωλιάσει μέσα στις καρδιές μας. Ξαφνικά ακούγεται το τηλέφωνο του. Αμέσως τραβιέμαι από την αγκαλιά του και τον παρακολουθώ να βγάζει το τηλέφωνό από την τσέπη του για να απαντήσει
«Κυριαζής»
Λέει με αυστηρό τόνο. Μου έλειψε αυτός ο Ορφέας. Ο άκαμπτος, αυτός που δεν υποτάσσεται σε κανέναν. Ίσως αυτό είναι ένα από τα πολλά που με γοήτευσαν πάνω στον Ορφέα. Βασικά γοητεύτικα από τον τρόπο που με αγαπάει. Αυτόν τον τόσο μοναδικό τρόπο που δεν θα μπορέσω ποτέ να τον εξηγήσω με λόγια. Ξαφνικά τον βλέπω να σοκάρεται, λες και άκουσε κάτι ανησυχητικό
«πότε έγινε αυτό;»
Κατσουφιάζω καθώς ακούω την ερώτηση του
«που να πάρει η γαμημένη η οργή. Έρχομαι αμέσως»
Λέει και το κλείνει
«τι συνέβη;»
«κάποιος προσπάθησε να βάλει εκρηκτικό μηχανισμό στην εταιρία. Γαμώτο μου δηλαδή!»
Γρυλίζει ενώ χτυπάει το χέρι του στην έδρα, κάνοντας με να τιναχτώ από τον φόβο μου
«ξέρουμε ποιος;»
«όχι. Και τώρα πρέπει να πάω από κει»
«θες να έρθω μαζί σου;»
Ρωτάω και με φιλάει στο μάγουλο
«όχι μωρό μου. Κάθισε εδώ πέρα, το πολύ σε μια ώρα θα έχω γυρίσει»
Λέει και σηκώνεται από το κρεβάτι.

Ορφέας POV

Αφού έχω ντυθεί, βγαίνω έξω για να πάρω το αμάξι. Μέσα σε χρόνο ρεκόρ το βάζω μπρος και βγαίνω στον δρόμο. Οδηγώ μερικά μέτρα μακριά από το σπίτι, ώσπου ξαφνικά ένα μαύρο αυτοκίνητο βγαίνει από τα δεξιά μου, με αποτέλεσμα να πατήσω απότομα το φρένο. Γαμώτο, δεν πιάνει! Πατάω το πηδάλιο σαν μανιακός, ώσπου τελικά η μούρη του αμαξιού μου συγκρούεται με το SUV που μου έχει μπλοκάρει τον δρόμο. Ευτυχώς δεν ήταν δυνατή η σύγκρουση. Αμέσως βγαίνω από το αυτοκίνητο για να κοιτάξω την ζημιά
«που να πάρει η οργή. Τώρα βρήκες και εσύ να εμφανιστείς μπροστά μου;»
Φωνάζω στον οδηγό που βρίσκεται στο μαύρο SUV. Περιμένω να βγει κάποιος από εκεί μέσα, να μου δώσει κάποια εξήγηση, αλλά τίποτα. Γαμώτο! Σίγουρα κάποιος μου κάνει φάρσα
«Κυριαζή!»
Ξαφνικά ακούω μια αντρική φωνή η οποία προέρχεται από πίσω μου. Αμέσως γυρίζω από την άλλη για να δω έναν σχετικά μεγάλο σε ηλικία άντρα να με πλησιάζει. Νομίζω πως τον ξέρω αυτόν τον τύπο.

Δάφνης POV

Περπατάω πέρα δόθε μέσα στο σαλόνι, περιμένοντας με το κινητό στο χέρι. Σε λίγο ο Ορφέας θα έχει φτάσει στην εταιρία. Να πάρει έχω αρχίσει να φοβάμαι, και ένα άσχημο συναίσθημα έχει περικυκλώσει την καρδιά μου. Ξαφνικά ακούω την πόρτα να ανοίγει. Ο Ορφέας;
«αγάπη μου, γύρισες κιό-»
Η πρόταση μου κόβεται στην μέση καθώς βλέπω την Μαρίνα Αναστασίου να μπαίνει μέσα στο σπίτι, κοιτάζοντας με με νικητήριο ύφος
«γειά σου, αγάπη μου»
Λέει ειρωνικά ενώ κλείνει την πόρτα
«τι κάνεις εσύ εδώ; πως μπήκες μέσα;»
Ρωτάω προσπαθώντας να κρύψω τον φόβο από τον τόνο της φωνής μου. Την παρακολουθώ να ανοίγει την τσάντα της και να ψάχνει κάτι
«αυτές είναι μικρές λεπτομέρειες. Εγώ...»
Κάνει παύση και τραβάει ένα όπλο από την τσάντα της. Σαστίζω από αυτή της την κίνηση
«θέλω να μιλήσουμε για κάτι πιο σημαντικό»
Συμπληρώνει την πρόταση της ενώ με σημαδεύει με το όπλο. Θεέ μου, τι θα κάνω; Αυτή η γυναίκα είναι τρελή! Το μάτι της έχει γυαλίσει, και το ύφος της φαίνεται περίεργο. Θα με σκοτώσει. Γαμώτο, θα το κάνει! Που είσαι Ορφέα; τώρα σε χρειάζομαι.

Έρωτας & ΤιμωρίαWhere stories live. Discover now