Θέλω να είσαι ευτυχισμένος μαζί μου

2K 119 1
                                    

Δάφνης POV

Μόλις επιστρέφω στο σπίτι μου, αισθάνομαι την χαρά να με έχει κατακλύσει ολόκληρη. Ο Ορφέας με συνοδεύει ως την καγκελόπορτα της αυλής
«πέρασα πολύ όμορφα»
Λέω και μου χαμογελάει γλυκά
«κι εγώ μωρό μου»
Αποκρίνεται και μετά σκύβει για να μου δώσει ένα απαλό φιλί στο μάγουλο
«θα ξανά συναντηθούμε το βράδυ;»
Ρωτάει κάνοντας με να χαμογελάσω πλατιά
«αμέ. Άλλωστε σου έχω και εγώ μια έκπληξη»
Κατσουφιάζει
«τι έκπληξη;»
«κάνε υπομονή»
Αποκρίνομαι και του δίνω ένα σύντομο φιλί στα χείλη
«καλή σας συνέχεια, κύριε Κυριαζή»
Προσθέτω ενώ κάνω να ανοίξω την πόρτα για να μπω μέσα στην αυλή. Ξαφνικά με αρπάζει από τον αγκώνα και με γυρίζει από την άλλη, ώστε τα χείλη του να επιτεθούν στα δικά μου. Αρχικά εκπλήσσομαι, αλλά σε λίγα δευτερόλεπτα καταφέρνω να ανταποκριθώ στο φιλί του. Αυτό δεν ήταν δίκαιο, αλλά τέλος πάντων. Μόλις σταματάει μένω με κομμένη την ανάσα
«θα μετράω τις ώρες μέχρι να σε ξαναδώ»
Ψιθυρίζει πάνω στα χείλη μου, κάνοντας με να χαμογελάσω
«θα σε πάρω τηλέφωνο κατά της οκτώ»
Μουρμουρίζω καθώς κάνω μεταβολή για να μπω στην αυλή του σπιτιού. Ασυναίσθητα το χέρι μου ανεβαίνει στα χείλη μου ενώ ένα μικρό χαμόγελο σχηματίζεται στο πρόσωπο μου. Ανοίγω την πόρτα του σπιτιού, αλλά πριν μπω μέσα του ρίχνω μια σύντομη ματιά. Φαίνεται τόσο απέραντα γοητευτικός! Νομίζω πως η καρδιά μου θα βγάλει φτερά σε λίγο για να πετάξει. Κλείνω την πόρτα και ακουμπάω την πλάτη μου επάνω της. Θεέ μου, είμαι τόσο ερωτευμένη! Αυτός ο άντρας είναι απίστευτος, ονειρικός. Πίστευα πως τα παραμύθια δεν μπορούν να γίνουν αληθινά, όμως ο Ορφέας κατέρριψε αυτή μου την θεωρία
«καλώς την»
Η φωνή της μάνας μου με κάνει να ισιώσω απότομα το σώμα μου
«εμ, γειά»
Μουρμουρίζω και την παρακολουθώ να σταυρώνει τα χέρια στο στήθος της
«πέρασες καλά;»
Ρωτάει με απόλυτα σοβαρό ύφος. Το ξέρω αυτό το βλέμμα. Έχει καταλάβει τα πάντα και απλά με περιπαίζει. Παίρνω μια βαθιά ανάσα και πατάω σταθερά στα πόδια μου, έτοιμη να την αντιμετωπίσω
«δέχτηκε τον όρο μου μαμά»
Τα φρύδια της ανασηκώνονται από την έκπληξη καθώς ακούει την ανακοίνωση μου
«σοβαρά;»
Ρωτάει φανερά σοκαρισμένη. Γνέφω καταφατικά
«αυτό... μου ακούγεται σαν ψέμα»
Αποκρίνεται και γελάω δυνατά, νιώθοντας την χαρά να με κατακλύζει. Την πλησιάζω τρέχοντας για να χωθώ στην στοργική αγκαλιά της
«κι όμως δεν είναι μαμά μου. Επιτέλους είμαστε μαζί, κανονικά, χωρίς μίσος και εκδίκηση»
Λέω ενώ τραβιέμαι για να την κοιτάξω κατά πρόσωπο
«αυτό ακούγεται υπέροχο κορίτσι μου. Αλλά δεν καταλαβαίνω, του μίλησες για την μάνα του;»
Αμέσως τα μούτρα μου πέφτουν
«όχι, δεν του είπα την αλήθεια. Όχι ακόμη»
Λέω νιώθοντας μια μικρή σουβλιά ενοχής
«πρέπει όμως να του το πεις Δάφνη. Δικαιούται να ξέρει»
«δεν διαφωνώ μαζί σου. Απλώς πρέπει να βρω τον κατάλληλο τρόπο για να του το πω, πρέπει να τον κάνω να με πιστέψει»
Μόλις χθες αποφάσισε να κάνει πίσω στο θέμα της εκδίκησης του, δεν μπορώ να του μιλήσω τώρα, δεν γίνεται. Ένα βήμα την φορά
«το μόνο που θέλω από εσένα είναι να προσέχεις»
Λέει και της χαμογελάω γλυκά
«μην ανησυχείς μανούλα μου. Εξάλλου ο Ορφέας είναι κύριος μαζί μου»
Βασικά αυτός ο άντρας είναι φανταστικός! αισθάνομαι τυχερή που τον έχω. Αλλά φοβάμαι πως η αποκάλυψη μου θα μας χωρίσει πάλι. Να πάρει, αυτό είναι το τελευταίο που θέλω. Τέλος πάντων, καλύτερα να επικεντρωθώ στην αποψινή έκπληξη που του ετοιμάζω.

Το βράδυ κατά της οκτώ φτάνω στο σπίτι του με το ταξί. Μόλις βγαίνω από το αυτοκίνητο τον βλέπω να στέκεται στην είσοδο του σπιτιού και να με κοιτάζει χαμογελώντας. Δεν μπορώ να το χάσω αυτό το χαμόγελο. Νομίζω πως έχω πάθει εμμονή μαζί του. Χαμογελάω πλατιά καθώς τον πλησιάζω τρέχοντας
«γειά σου πριγκίπισσα»
Λέει ενώ τώρα στέκομαι μπροστά του
«χαίρεται, κύριε Κυριαζή»
«είμαι έτοιμος για την έκπληξη που μου υποσχεθήκατε»
Λέει με παιχνιδιάρικο ύφος. Αυτό με κάνει να αισθάνομαι κάπως πιο άνετα. Απλώνει το χέρι του προς το μέρος μου. Το χαμόγελο μου γίνεται ακόμη πιο μεγαλύτερο. Πιάνω το χέρι του και τον οδηγώ προς την πίσω αυλή του σπιτιού του
«τι θα κάνουμε εδώ»
Με ρωτάει, με την περιέργεια να ξεχειλίζει από τον τόνο της φωνής του
«περίμενε λίγο»
Λέω ενώ ανοίγω την τσάντα μου για να βρω τα φλεγόμενα φαναράκια. Ψάχνω για λίγο ώσπου τελικά τα βρίσκω
«θέλεις ένα;»
Τον ρωτάω πειραχτικά και γελάει. Μου αρέσει αυτός ο ήχος!
«γιατί τα πήρες αυτά;»
Ρωτάει ενώ κάνει δύο βήματα για να με πλησιάσει περισσότερο
«επειδή θέλω να τα ανάψουμε προς τιμήν της μητέρας σου και του πατέρα μου»
Αυτόματα το πρόσωπο του σοβαρεύει, σαν να μην του άρεσε και πολύ αυτό που άκουσε. Να πάρει!
«για να βρεις την λύτρωση, πρέπει πρώτα να μάθεις να συγχωρείς»
Λέω ενώ απλώνω τα χέρια μου προς το μέρος του για να του δώσω το φαναράκι. Το κοιτάζει σκεπτικός για λίγο, σαν να το επεξεργάζεται. Έπειτα υψώνει το βλέμμα του στο δικό μου. Να πάρει, φαίνεται θλιμμένος. Τελικά παίρνει το φαναράκι από τα χέρια μου, κάνοντας με να αφήσω μια διακριτική ανάσα ανακούφισης
«αναπτήρα;»
Με ρωτάει και βγάζω ένα κουτί με σπίρτα από την τσάντα μου. Τα έχω σκεφτεί όλα! Ανάβω πρώτα το δικό του και μετά το δικό μου. Τον κοιτάζω εξεταστικά στα μάτια, περιμένοντας να πει κάτι. Προς έκπληξη μου μου χαμογελάει
«τελείωσε το παρελθόν για εμένα. Τώρα θέλω να ξεκινήσω μια νέα αρχή... μαζί σου»
Λέει ενώ με κοιτάζει με λατρεία μέσα στα μάτια. Ασυναίσθητα ένα πλατύ χαμόγελο απλώνεται στα χείλη μου
«θέλω να είσαι ευτυχισμένος μαζί μου»
Αποκρίνομαι σιγανά, κάνοντας τον να χαμογελάσει τρυφερά. Σηκώνουμε μαζί τα φλεγόμενα φαναράκια μας στον αέρα, αφήνοντας τα να ανέβουν ακόμη πιο ψηλά. Ο Ορφέας τυλίγει τα χέρια του γύρω μου και με τραβάει στην αγκαλιά του. Εκπλήσσομαι με αυτή του την κίνηση
«είμαι ευτυχισμένος μαζί σου»
Με διαβεβαιώνει χαμηλόφωνα, κάνοντας την καρδιά μου να λιώσει. Τα χέρια μου τυλίγονται γύρω από τον λαιμό του, κρατώντας τον σφιχτά
«και εγώ Ορφέα μου... πάρα πολύ»
Μουρμουρίζω, νιώθοντας την συγκίνηση να με κατακλύζει. Τα χείλη του αφήνουν ένα απαλό φιλί στον ώμο μου, στέλνοντας έναν δυνατό ηλεκτρισμό να διαπεράσει την ραχοκοκαλιά μου. Τώρα καταλαβαίνω. Κάποτε η μαμά μου μου είπε πως ο κάθε άνθρωπος γεννήθηκε για να βρει την θέση του, εκεί όπου ανήκει δηλαδή. Και τώρα που στεκόμαστε εδώ, ανάμεσα στις λευκές τριανταφυλλιές, με τα σώματα μας ενωμένα σε μια σφιχτή αγκαλιά... νομίζω πως έχω καταλάβει που ανήκω.

Έρωτας & ΤιμωρίαWhere stories live. Discover now