Κεφάλαιο 63: Ύστατη προδοσία.

729 57 26
                                    

Το μάτι... το σημείο στο οποίο συγκεντρώνεται η ταυτότητα ενός ανθρώπου. Κάποτε είχα ακούσει πως όσα προσπαθούν οι άνθρωποι να παραλείψουν με τις λέξεις, τα μάτια τα προδίδουν. Έχουν ένα δικό τους ξεχωριστό και ανεξάρτητο τρόπο επικοινωνίας που ποτέ μα ποτέ δεν κάνει λάθος. Τα μάτια, αυτές οι σιωπηλές γλώσσες της αγάπης.. Τα πολλά λόγια πολλές φορές κουράζουν αλλά τα μάτια ποτέ. Σε καθηλώνουν. Στην περίπτωση κιόλας που αυτά έχουν ένα ξεχωριστό χρώμα τότε χάνεις ακόμα περισσότερο την επαφή με τον κόσμο γύρω σου. Το πρώτο στοιχείο που παρατήρησα πάνω στον Ορέστη ήταν αυτά τα υπέροχα γαλανά μάτια. Μπορεί να ακουστεί παράλογο αλλά ανάλογα με την διάθεση του έβλεπα και μια διαφορετική απόχρωση να αποτυπώνεται πάνω τους. Πολλές φορές τα είδα να μετατρέπονται σε ψυχρό γαλάζιο έτοιμα να σε παγώσουν στην θέση σου και άλλοτε να γίνονται το μπλε της θάλασσας, τόσο θερμό που μπορούσαν να σε πνίξουν στην παλίρροια του πάθους. Τα συγκεκριμένα μάτια κάνουν την φαντασία μου να οργιάζει. Θα μπορούσα να τα σκέφτομαι αλλά και να τα περιγράφω για ώρες, μα σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσα να τα αποτυπώσω στο χαρτί έστω και αν το προσπάθησα παλιότερα. Μέχρι και μια ιδιαίτερη λάμψη παρατήρησα όποτε ήταν έτοιμος να με φιλήσει. Πόσο μου έλειψε αυτή η λάμψη.. Αυτό όμως που αντικρίζω τώρα είναι πέρα από κάθε φαντασία. Πριν μερικά δευτερόλεπτα τον χαρακτήριζα σαν άψυχο μιας και δεν είχε τις αισθήσεις του. Όμως η ματιά του πλέον δεν έχει τίποτα που να αναγνωρίζω. Είναι απόμακρη, αδιάφορη ακόμα και άψυχη άσχετα αν πλέον έχει επαναφέρει κάθε του αίσθηση και δύναμη αν υπολογίσω με τι ένταση κρατάει το χέρι μου. Για πρώτη φορά η προσοχή που μου δείχνει δεν μου προκαλεί κανένα καλό συναίσθημα. «Τι γυρεύεις εσύ εδώ;» είναι το πρώτο πράγμα που με ρωτάει όταν περνάνε αρκετά λεπτά με εμάς απλά να κοιταζόμαστε. Από τότε που πάτησα το πόδι μου στο συγκεκριμένο ρετιρέ πάντα κάποιος θα βρεθεί να με ρωτήσει κάτι παρόμοιο. Το ότι με ρωτάει όμως κάτι τέτοιο ο ίδιος είναι ένα μεγάλο χτύπημα για τον εγωισμό μου. Κάποτε ήμουν καλοδεχούμενη παντού. Καλά με είχε προειδοποιήσει ο Πωλ προηγουμένως.

«Επειδή το τελευταίο διάστημα με έχει πιάσει η μεγαλοψυχία μου και μοιράζω τα υπάρχοντα μου σε άλλους, για παράδειγμα την καρδιά μου, τη σχέση μου και τέτοια μικροπράγματα, και μιας και έτυχε να ξανά δω την πολύ αγαπημένη μου φίλη Κωνσταντίνα, είπα να της φέρω κάποια εσώρουχα που δεν θέλω πλέον μπας και τα θέλει η ίδια. Αν θυμάμαι καλά μερικά από αυτά σου άρεσαν και επειδή μέχρι τώρα θα πρέπει να έχει μείνει τελείως χωρίς εσώρουχα είπα να τρέξω να σας τα φέρω» απαντάω με προσποιητή χαρά αδιαφορώντας για την πίεση που ασκεί όσο περνάει η ώρα και περισσότερο πάνω στο χέρι μου. Να μου το σπάσει θέλει;

The LegacyDonde viven las historias. Descúbrelo ahora