Κεφάλαιο 22: Ο νέος τετράποδος φίλος μας.

1.3K 82 156
                                    

Δεν νοιώθω το κεφάλι μου! Τι σκεφτόμουν εχθές και έπινα το ένα ποτήρι μετά το άλλο; Πως κατάφερα και ήρθα σπίτι ούτε που το θυμάμαι. Προσπαθώ να ανοίξω λίγο τα μάτια μου αλλά το δυνατό φως που μπαίνει από το παράθυρο με κάνει να το ξανασκεφτώ. Τι καταπληκτικό πρώτο ξύπνημα για την νέα χρονιά είναι αυτό;! Αν μπορούσα θα έμενα όλη την ώρα στο κρεβάτι αλλά διψάω αφάνταστα και πρέπει να πάω και στο αποχωρητήριο. Δεν είμαι του ποτού εγώ καλέ. Πρέπει να το πάρω απόφαση. Θα έπαιρνα όρκο πως ακούω ακόμα την μουσική του club που πήγαμε στα αυτιά μου. Μετά από μια στιγμή δεν άκουγα λόγια μόνο ένα συνεχόμενο ντάμπα ντούμπα να μου τρυπάει τον εγκέφαλο. Που βρίσκουν την διασκέδαση μωρέ στο να χορεύουν μέχρι να μην νιώθουν τα πόδια τους και το να πίνουν ό,τι υγρό τους δίνουν; Κάτι παρόμοιο πήγα να κάνω και εγώ αλλά απέτυχα. Αχ το κεφαλάκι μου. Με αργές κινήσεις προσπαθώ να σηκωθώ από το κρεβάτι και να βρω την ισορροπία μου. Ούτε τριάντα χρονών να ήμουν. Παίρνω τον χρόνο μου και φτάνω στο μπάνιο. Ένα ντους τώρα θα ήταν ότι πρέπει. Να φύγει και αυτή η καπνίλα που έχω πάνω μου. Αφήνω το κρύο νερό να πέσει πάνω μου μήπως και με ξυπνήσει. Πάλι καλά είναι Κυριακή σήμερα και μπορώ να χαλαρώσω. Από την Τρίτη ξανά η δουλειά. Σίγουρα δυο μέρες δεν με φτάνουν για να ξεκουραστώ αλλά συμβιβάζομαι και με αυτό. Παρά τίποτα κάτι είναι.

Μετά από αρκετή ώρα τελειώνω το ντους μου και μπορώ να πω πως είμαι έτοιμη να αντιμετωπίσω την καινούργια μέρα που ήρθε. Με χαλαρό βηματισμό πηγαίνω προς την κουζίνα θέλοντας επειγόντως ένα μεγάλο ποτήρι νερό. «Ξύπνησε και η ωραία κοιμωμένη» σχολιάζει ο Αχιλλέας μόλις με βλέπει και είναι τυχερός που δεν έχω αρκετή όρεξη αλλιώς θα του απαντούσα ανάλογα. Γεμίζω ένα ποτήρι παγωμένο νερό και πάω και κάθομαι απέναντι του. Βλέπω πως μπροστά του έχει ένα ποτήρι με χυμό πορτοκάλι, ένα φλιτζάνι με καφέ, ένα πιάτο με ένα μισοφαγωμένο τοστ και ακόμα ένα πιάτο με ένα κομμένο μήλο. Απορώ που βρίσκει την όρεξη κάθε πρωί και κάνει τόσο πλούσιο πρωινό. Να φάω εγώ κάτι τέτοιο πριν να πάω στην δουλειά και θα ανακατεύομαι όλη μέρα. Κρατάω με τα δυο μου χέρια το ποτήρι μου και κοιτάζω στο κενό πίσω του. Μήπως πρέπει να πιώ κάποιο παυσίπονο για τον πονοκέφαλο; Αν εγώ είμαι έτσι η Άρια δεν θα μπορεί να μετακινηθεί. Μόνο με την εικόνα της πως μπορεί να είναι αυτή τη στιγμή γελάω. Με το ζόρι κρατάω μερικά χασμουρητά. «Σε πλούμισαν καλά εχθές βλέπω» η φωνή του Αχιλλέα ακούγεται βγάζοντας με από τις σκέψεις μου. Γυρίζω πάνω του παραξενευμένη. Τι μου έκαναν εχθές; «Για το μενταγιόν και το δαχτυλίδι λέω. Σε λάθος δάκτυλο το έβαλες όμως. Εκτός και αν παντρεύτηκες και δεν το ξέρω» λέει την στιγμή που καταβροχθίζει τελείως το τοστ του. Α, για τα δώρα του Ορέστη λέει. Για εκατοστή φορά από την στιγμή που μου τα φόρεσε ο Ορέστης κοιτάζω μια το μενταγιόν και το δακτυλίδι. Πόσο ωραία είναι. Νιώθω λίγο περίεργα φυσικά που φοράω το δακτυλίδι εκεί αλλά σιγά σιγά το συνηθίζω μπορώ να πω.

The LegacyDonde viven las historias. Descúbrelo ahora