39. Παραισθήσεις

1.4K 209 10
                                    


  Β - Λουί φοβάμαι
Λ - Δεν χρειάζεται είμαστε εγώ εδώ, με σηκώνει και πέφτει η πετσέτα από γύρω μου αλλά από το σοκ που έχω υποστεί λίγο με ενδιαφέρει. Ο Λουί παράλληλα αντί να πάρουν τον έλεγχο οι ορμόνες του έδειξε συγκράτια και με βοήθησε να βάλω τα ρούχα μου και σαν αναλαμπή μου έρχεται στο μυαλό η εικόνα της Ψυχιατρικής κλινικής που έκανα εξάσκηση όπου κάποιοι με πολύ σοβαρά ψυχικά προβλήματα έπρεπε να τους βοηθάς στα πάντα, να φάνε, να πάνε τουαλέτα, το πιο εύκολο να ντυθούν.
Λ - Τι τι έγινε;
Β - Σε ευχαριστώ, λέω και πιάνω το παντελόνι που δυσκολεύεται να βάλει. Όταν είμαι τελείως ντυμένη απλά στεκόμαστε εκεί, ακίνητοι, να κοίτα ο ένας τα μάτια του άλλου και διάολε αυτά τα μάτια με έκαναν να επιστρέφω, να γίνομαι ξανά εγώ.
Β - Θέλω να φύγω από εδώ μέσα, λέω αλλά δεν κάνω κανένα βήμα για να βγω, να μετακινηθώ από τον ορίζοντα των ματιών του γιατί με κρατάνε εγκλοβησμένη και παράλληλα στην επιφάνεια της λογικής.
Λ - Τότε έλα, μου χαμογελάει και ανοίγει τα χέρια του. Χωρίς δευτερόλεπτο για χάσιμο χώνομαι ανάμεσα στα χέρια του και πάνω στο στέρνο του, η μυρωδιά του άλλο ένα αναπόσπαστο κομμάτι της τελειότητας του με μαγνητίζει εκεί. Χαμπάρι δεν πήρα που τα χέρια του είχαν κατέβει στους γλουτούς μου και με μια κίνηση είμαι στον αέρα πάνω από τον ώμο του.
Β - Χέυ άσε με κάτω!, γελάω αλλά ως απαντήσει περνώ ένα χαστούκι στα οπίσθια λιγάκι δυνατό.
Με πάει στη κουζίνα και με αφήνει πάνω σε μια από της καρέκλες ενώ αυτός μπαίνει μέσα στη κουζίνα και επιστρέφει μόνο με ένα μαχαίρι και συγκεκριμένα αυτό που είναι για το κρέας.
Β - Λουί;, προχωράει αργά προς τα εμένα το μαχαίρι σηκωμένο από το χέρι του ψηλά και η λεπίδα να δείχνει εμένα καθαρά.
Η τσιρίδα που ξεφεύγει από το λαρύγγι μου συνοδεύτηκε από τα πόδια μου που σηκώθηκαν και πίσω πατούσαν.
Λ - Βανέσα; Βανέσα!, με ταρακουνάει ο Λουί. Εστιάζω γύρω μου, είμαι στη κουζίνα όπως είδα και μετά πάνω στον Λουί όπου δεν κρατάει κανένα μαχαίρι πάρα μόνο μια πετσέτα. Παίρνω βαθιές ανάσες να ηρεμήσω τις ακανόνιστες αναπνοές μου και την καλπάζουσα καρδιά μου και πιάνω το χέρι του Λουί.
Λ - Τι έγινε τώρα;
Β - Πες μου πρώτα εσύ τι έκανες, λέω και κοιτάω μέσα στα μάτια του για να με επαναφέρουν και διακρίνω τον φόβο του για το τι μου συμβαίνει που μου σπαράζει την καρδιά.
Λ - Πήγα να σου φέρω μια πετσέτα πριν ξεκινήσεις να φας και άρχισες να τσιρίζεις και να περπατάς κοιτώντας τον τοίχο., μου εξηγεί και το χέρι μου πάει στο μέτωπο μου από την σύγχυση. Είχα παραισθήσεις.
Β - Τώρα είμαι εντάξει Λουί.. Και Πεινάω, αλλάζω θέμα και αναγκάζω τον εαυτό μου για ένα χαμόγελο. Παίρνει το χέρι μου και με ξανά πάει στη καρέκλα μου και μου σερβίρει το πιάτο μου που είναι μακαρόνια με κόκκινη σάλτσα. Το στομάχι μου μπορεί να γουργουρίζει αλλά το μόνο που σκέφτομαι αυτή τη στιγμή είναι το πως η άγκυρα μου μπορεί να με επαναφέρει στην επιφάνεια καθώς μπορεί να με βουλιάξει στα βαθιά νερά.    



******


ΧΑΧΑΧΑΧΑ ναιι ακόμα πιο περίπλοκο χδ


τι σκατά όμως γίνεται? 


#2 ΘΕΣΗΗΗΗΗ ΟΜΓΓ ΑΓΆΠΕΣ ΣΑΣ ΥΠΕΡΕΥΧΑΡΙΣΤΩΩ!!!


τα λέμε σύντομα!

ψηφίστε, κομμεντάρετε και διαδώστε!

Schizophreny In Love l.tWhere stories live. Discover now