18ο κεφαλαιο

5.5K 742 43
                                    

Αντριαννα

"Τι με θελετε;"Τους ξαναρωταω.

"Σσ,θα τα πουμε μετα αυτα. Περιμενε, σε λιγο κατεβαινουμε." Μου απαντανε και τους γνεφω. Ημαστε στο λεωφορειο πολυ ωρα και απορω πως και δεν με πηραν τηλεφωνο οι γονεις μου ή καποιος αλλος.
Το λεωφορειο εχει σχεδον αδιασει, μονο μια γιαγια και ενα παιδακι εχει μεινει.

"Κουνησου,κατεβαινουμε." Μου λενε και με σπρωχνουν για να κατεβω. Ο Γιαννης με κραταει απο το χερι για να μην του ξεφυγω, γαμωτο ειναι πολυ πιο δυνατος απο εμενα. Πρεπει να συνεχισω τα μαθηματα Judo για να δυναμωσω. Με κρατανε και οι δυο απο τα χερια και δεν μπορω να καταλαβω που πηγαινουμε. Παρολο που ξερω καλα την πολη, δεν εχω ξαναπαει σε αυτο το μερος. Φαινεται απομονομενο.

"Παιδια,τι θα κανουμε εδω;" Τους ξαναρωταω καθως μπαινουμε πιο μεσα σε ενα παρκακι.

"Ο Γιαννης, εμπλεξε με εναν ηλιθιο και μολις τα φτιαξανε τον παρατησε. Και αυτος θελει να εκδικηθει τον Γιαννη, εκτος αμα του φερναμε μια κοπελα. Ειναι μπαι αυτος." Μου λενε και τρομαξω. Που θα με δωσουν; Κουνιεμαι για να τους ξεφυγω, αλλα ειναι δυο ατομα. Για μισο, τελικα οτι πιστευα για τον Γιαννη ειναι αληθεια;

"Γιαννη, εισαι γκει; Δεν το περιμενα." Του λεω ηλικρινα. Οχι οτι με πειραζει, απλα το επαιζε καποιος και επρεπε να το καταλαβω απο τα σκουλαρικια που αγοραζε.

"Ναι ειναι κρυφογκει και φοραει δαντελωτα εσωρουχα απο κατω." Λεει η Νεφελη και γελαει. Τι; Πλακα κανει;

"Νεφελη!" Φωναζει ο Γιαννης δυνατα.

Απο μακρια βλεπω ενα αγορι να καπνιζει και αν περιμενει σε ενα παγκακι. Ευτυχως ειναι μονος του και δεν εχει παρεα.

"Γεια σου Μητσο." Λεει ο Γιαννης. Φαινεται ποιο μεγαλος απο εμας. Εικοσι,ισως. Η καρδια μου χτυπαει σαν τρελη απο τον φοβο. Και απο ολους που μπορουσαν να βρουν επελεξαν εμενα;

"Αυτην ειναι η κοπελα; Νοστιμουλα ειναι." Λεει αυτος ο "Μητσος" και εγω φοβαμαι καθως τον κοιταζω στα καστανα ματια του. Αφηνει το τσιγαρο του και ερχετε πιο κοντα μου. Βρισκομαστε προσωπο με προσωπο. Δεν ειναι ασχημος. Ειναι εμφανισιμος. Εκεινος παει να μου πιασει το μαγουλο μου και εγω παιρνω το θαρρος και τον φτυνω. Ολοι εχουν μεινει εκπληκτοι. Εκεινος βαζει το χερι του στον προσωπο του και σκουπιζετε. Με εκπληζει το σημερινο θαρρος μου. Ισως φταιει η κατασταση.

"Στο τηλεφωνο μου ειπατε ειναι φοβιτσιαρα. Τι εγινε τωρα;" Ρωταει αυτος και οι αλλοι ανασηκωνουν τους ωμους τους.

"Αυτην συνηθως φοβαται να μιλησει. Δεν ξερω τι την επιασε τωρα." Του απανταει η Νεφελη.

"Τελως παντων, ελατε αυριο σε αυτο το σημειο,τετοια ωρα,να την παρετε. Θα την περιποιηθω καλα." Τους λεει αυτος και εκεινοι γνεφουν. Αυτος ο Μητσος μου πιανει το χερι και τα παιδια πανε να φυγουνε.

"Παρτε με μαζι σας!" Τους φωναζω, αλλα δεν γυρνανε ουτε τα κεφαλια τους. Μα καλα, ποσο αναισθητοι ειναι; Θελω να κλαψω απο τον φοβο, αλλα προσπαθω να μεινω ψυχραιμη.

"Τι θα μου κανεις;"Τον ρωταω με τρεμομεμη φωνη.

"Παμε,θα σου δειξω σε λιγο." Λεει και μου πιανει σφιχτα το χερι

"Σε παρακαλω, δεν μπορεις απλα να με αφησεις να φυγω; Δεν εχω καμοια σχεση με αυτο." Τον εκλειπαρω.

"Οχι γλυκια μου,εσυ θα εισαι το παιχνιδι για σημερα." Μου απανταει με ενα πλατυ χαμογελο. Εκεινος με πηγαινει ολο και πιο εξω απο το δασακι. Που παμε ομως; Φτανουμε στον δρομο και συνεχιζουμε προς το πεζοδρομιο. Περπαταμε εδω και δεκα λεπτα. Η ωρα θα ειναι σιγουρα δεκα. Οι γονεις μου ακομα δεν θα εχουν σχολασει απο την δουλεια. Δεν υπαρχει ψυχη, εκτος απο την μουσικη που ακουγεται απο ενα τεραστιο κτηριο.
"Που παμε σε ρωταω εδω και τοση ωρα;" Τον ρωταω με περιεργεια και εκεινος προχωραει πιο γρηγορα.

"Μπες στο αμαξι και ξεχνα τις ερωτησεις." Χαμογελαει σατανικα και δειχνει το αμαξι που ειναι λιγα μετρα μακρια μας. Τι λεει πως θα κανω;

"Ασε με!" Προσπαθω να ξεκολλησω το χερι του απο το δικο μου. Ακομα και τον κλοτσισα, αλλα τιποτα. Δεν κουνηθηκε ουτε εκατοστο.

"Βοηθεια!" Φωναζω, αλλα μετα συνηδητοποιω πως δεν ειναι κανεις στον δρομο. Εκεινος με σπρωχνει στην πισω θεση του αυτοκινητου και μπαινω μεσα χωρις την θεληση μου. Βγαζει ενα σχοινι απο την τσεπη του και δενει τα χερια μου.

"Πιστευω να μην χρειαστουμε και αυτο." Λεει και δειχνει την ταινια. Του γνεφω τρομαγμενα και εκεινος μπαινει στην θεση του οδηγου.
Εκεινος βαζει μπρος την μηχανη του αυτοκινητου και αρχιζει να οδηγαει με γρηγορη ταχυτητα. Πραγματικα φοβαμαι.

Νιωθω το κινητο μου να βουηζει απο την τσεπη μου. Με τα δαχτυλα μου προσπαθω να πατησω το κουμπακι για να το σηκωσω. Για καλη μου τυχη,τα καταφερνω.

"Εμ, Αντριανα συγνωμμη,για σημερα." Ακουω την φωνη του Φωτη να λεει μεσα απο το τηλεφωνο. Κριμα, νομιζα πως θα ειναι κανενας αδερφος μου, αλλα ευτυχως καποιον με πηρε.

"Φωτη,βοηθεια!" Ειναι το μονο που λεει και ο Μητσος μου αρπαζει το κινητο.

"Ησουν κακο κοριτσι, θα το παρεις μολις τελειωσεις την δουλεια σου." Λεει και εγω ριχνω δακρυα που κρατουσα τοση ωρα.

Γεια σας.

Ειναι το ΠΙΟ βλακεια κεφαλαιο που εχω γραψει.

Δεν ειχα καθολου εμπνευση.

Τελως παντων,ψηφιστε και σχολιαστε.

-Λινα, το γλυκακι🍭

 Famous Where stories live. Discover now