Νιώθω περίεργα, διαφορετικά. Μισανοίγω τα βλέφαρα φοβούμενη λιγάκι για το τι θα αντικρίσω. Φρίκη... τα πάντα γύρω μου έχουν πάρει την βαθιά απόχρωση του μπλε,σαν τις ταινίες τρόμου. Νιώθω το σώμα μου ελαφρύ σαν πούπουλο και τα πόδια μου να αιωρούνται.
Χωρίς την θέλησή μου ξεσκεπάζομαι και σηκώνομαι απ' το κρεβάτι μου, παρακινούμενη από κάποιο άγνωστο σενάριο.
Μόλις οι πατούσες μου αγγίζουν το γυαλισμένο πάτωμα το νιώθω ξανά. Εκείνο το απαίσιο συναίσθημα αβεβαιότητας και αγωνίας επιστρέφει με φούρια και σε τριπλάσια ισχύ απ' τις προηγούμενες φορές.
Είμαι ξυπόλυτη και φοράω τις πιτζάμες μου.Βρίσκομαι στο δωμάτιό μου στο σπίτι.Το ξέρω, μα αισθάνομαι κάτι να μην συμβαδίζει με την ακαταστασία της ντουλάπας μου ή τις ανοιχτές βαλίτσες ή τις πεταμένες σημειώσεις στο γραφείο μου.
Βαδίζω αργά αργά προς τα εκεί ενώ τα σανίδια τρίζουν σε κάθε μου βήμα. Παρατηρώ τα χαρτάκια υπενθυμίσεων, τις δυο μολυβοθήκες ξέχειλες με στυλό και μαρκαδόρους όλων των χρωμάτων, την στριφογυριστή καρέκλα μου, τα παραφουσκωμένα συρτάρια και τα βιβλία Θετικών Επιστημών. Τίποτε ασυνήθιστο, τίποτε παράξενο. Αυτή η αίσθηση όμως...
Ξάφνου,ακούγεται ένα τρίξιμο απ' το παράθυρο.Τρέχω προς τις κουρτίνες. Ο δρόμος φωτίζεται αμυδρά απ' τις λάμπες κυκλοφορίας. Παρόλο που το φως που εκπέμπουν θα έλεγε κανείς πως είναι επαρκές, αυτές που έχουν καεί ή σπάσει σε κομμάτια προσδίδουν κατάμαυρες σκιές στο περιβάλλον γύρω τους.
Δυσκολεύομαι πολύ να διακρίνω κάποιο αντικείμενο ανάμεσά τους κι όταν τα καταφέρνω αντί για θρίαμβο με κυριεύει μονάχα ωμός τρόμος. Διότι στην αντίπερα μεριά του δρόμου κάθεται, στο ίδιο σημείο με τα χέρια στις τσέπες, ο άντρας που με κατασκόπευε λίγο πιο πριν. Φοράει την ίδια ολόμαυρη κουκούλα που φτάνει έως χαμηλά στην μύτη του. Οι κινήσεις του είναι πολύ αργές καθώς σηκώνει ελάχιστα το κεφάλι για να με δει να τον παρακολουθώ μισοκρυμμένη πίσω απ' την κουρτίνα του παραθύρου. Ίσα ίσα κατορθώνω να ξεχωρίσω ένα μικροσκοπικό χαμόγελο που ανατέλει στο πρόσωπό του μες στο μισοσκόταδο.
«Τι μέρα είναι;», σκέφτομαι.
Τινάζω το κεφάλι σαν ουρά από μαστίγιο.
«Πού στο καλό είναι το ημερολόγιο;».
Ψηλαφώ κάθε τι στο γραφείο μου αλλά δεν βρίσκω τίποτα. Στο τέλος αποφασίζω να ηρεμήσω λιγάκι για να σκεφτώ καθαρά. Που ήταν τελευταία φορά το ημερολόγιό μου; Η μνήμη μου ξαφνικά φωτίζεται από πελώριο προβολέα.
YOU ARE READING
Απ' το φαρμάκι βγαίνει αγάπη
Teen FictionLe cœur prend des décisions difficiles, contre nature, impossibles, paranoides. L'esprit prend des décisions raisonnables. (=Η καρδιά παίρνει αποφάσεις δύσκολες, αφύσικες, αδύνατες, παρανοϊκές. Το μυαλό παίρνει αποφάσεις λογικές.) . . . Ήταν ένα κορ...