19

88 7 0
                                    


Βαδίζουμε πλάι πλάι μέχρι την φωτιά. Κάποια κορίτσια με χτενίζουν με το βλέμμα τους απ' την κορυφή ως τα νύχια. Ύστερα στρέφονται στο αγόρι και η ματιά τους τρεμοπαίζει ανάμεσά μας. Ήξερα ότι ήταν ωραίος αλλά δεν τον φανταζόμουν να έχει κοπάδι να τον ακολουθεί. Αφού εκείνος δεν φαίνεται ανήσυχος, δεν αντιδρώ. Η μοναδική κίνηση που κάνω είναι να σηκώσω ψηλά τα χέρια ως ένδειξη παραίτησης:Μην ανησυχείτε κορίτσια. Όλος δικός σας.

Μοιάζουν να χαλαρώνουν λιγάκι και συνεχίζουννα τρίβουν τις παλάμες τους πάνω απ' τις φλόγες.Ουάου, όντως τον έχουν σαν θεό. Εντάξει,για να λέμε και του στραβού το δίκιο,είναι ομορφούλης. Βέβαια, όχι για τα γούστα μου αλλά για όποιες τους αρέσουν τα μακριά ξανθά μαλλιά και τα γαλανά μάτια και το κοκαλιάρικο σώμα του.

Τα υπόλοιπα αγόρια – εννοείται με ένα μπουκάλι βότκα στο χέρι – με φυλακίζουν με την ματιά τους. Νιώθω λίγο άβολα, σαν ψάρι έξω απ' τα νερά του, αλλά δεν αφήνω αυτό το συναίσθημα να επαναφέρει σε λειτουργία τον εγκέφαλό μου. Μερικοί απλώς με αγνοούν καθώς περνώ μπροστά τους και ασχολούνται με τις κοπέλες τους. Άλλοι, το βλέπω στα μάτια τους, αγωνιούν να βρουν την ευκαιρία να μου χουφτώσουν τον κώλο.

Προχωράμε μέχρις ότου να συναντήσουμε ένα δυο άτομα ακόμη. Το αγόρι ανταλλάσει χτυπηματάκια στην πλάτη με τους ομοίους του είδους του, στη συνέχεια τους δείχνει με το δάχτυλο την φιγούρα μου.

«Μάγκες, από 'δω η...», γέρνει και κολλάει το στόμα του στο αυτί μου για να μην τον ακούσει κανείς άλλος. «Ποιο είναι το ονοματάκι σου, έρωτα;».

«Θάλεια», απαντώ και κοκκινίζω ολόκληρη με την προσφώνηση.

Μουκατανεύει. «Από 'δω η Θάλεια. Η κοπελιά του Θοδωρή».

Τον σκουντάω στο μπράτσο με τον αγκώνα μου ενώ οι άλλοι δυο σφυρίζουν επιδοκιμαστικά.

«Κοίτα να δεις τύχη ο μικρός», λέει ο πιο ψηλός με τα γενια και γελάει.

Πρέπει να το σταματήσω αυτό επιτέλους. Δεν γίνεταινα διαδίδουν ψεύτικες φήμες για την φιλία μας. Καλά, όχι και τόσο ισχυρή φιλία μετά απ' το φιλί αλλά δεν παύει να παραμένει έτσι.

«Δεν είμαι η κοπέλα του Θοδωρή», ανακοινώνω βαριεστημένα για ακόμα μία φορά κι ελπίζω τελευταία.

Αυτοί αλληλοκοιτάζονται σαν να απορούν και μετά ο ψηλός παίρνει τον λόγο.

«Δηλαδή, είσαι ελεύθερη;».

Υψώνω τα χέρια και λέω: «Απολύτως».

Εκείνος γελάει και περνάει το χέρι του πάνω στους ώμους μου. «Έλα να σε γνωρίσουμε στα παιδιά».

Μέσα σε μια ώρα γνώρισα τόσο πολύ κόσμο όσο δεν είχα σ' ολόκληρη την ζωή μου. Ήμουν ανίκανη να θυμηθώ τα ονόματα όλων τους παρά μερικά απ' αυτά.Τον ψηλό τον έλεγαν Χρήστο, εκείνον που με βρήκε να περιπλανιέμαι στην ακτή Σπύρο και τον τρίτο που δεν μιλούσε σχεδόν ποτέ Αλέξανδρο. Έμαθα, μάλιστα, και μερικά πράγματα για τους τρεις τους. Μια ομάδα πανύψηλων κοριτσιών που επέμεναν να φορούν τακούνια, μου έδωσε χρήσιμα στοιχεία για τον καθένα τους ξεχωριστά.

Ο Χρήστος δεν είχε κορίτσι κι ήταν στο ψάξιμο, οι άλλοι δυο ήταν δεσμευμένοι και τρελά ερωτευμένοι. Ο Αλέξανδρος τα είχε με Ιταλίδα, το πιστεύετε;! Η Μαριάννα– μια απ' την ομάδα – μου περιέγραψε την ιστορία τους.

«Μια καλοκαιρινή μέρα πριν τρία χρόνια περίπου ο Αλέξανδρος ήταν τσιμπημένος με μια Ιταλίδα που είχε έρθει στο νησί για διακοπές. Μιλάμε για φοβερή καψούρα!Την ακολουθούσε παντού. Στην παραλία,στο ξενοδοχείο, στα κλαμπ τα βράδια.Εκείνη ήταν φοιτήτρια νομικής στην Νάπολη, στο δεύτερο έτος.Συναντηθήκανε σε τούτη την ακτή μια μέρα πριν γυρίσει πίσω στην Ιταλία.Της εξομολογήθηκε πως ένιωθε κι εκείνη το ίδιο. Όταν ανακάλυψαν πως αγαπιούνται εκείνη παράτησε την σχολή και ένα μήνα μετά εγκαταστάθηκε μόνιμα εδώ, μαζί του. Φαντάσου την φρίκη των γονιών της!Θα πρέπει να ήταν τρομερό να βλέπεις την κόρη σου να παρατάει κοτζάμ νομική για έναν καλοκαιρινό έρωτα. Αλλά ας λέμε την αλήθεια, μιλάμε για έρωτα με κεφαλαίο.Να, εκείνη εκεί είναι», μου είπε και έτεινε το δάχτυλο προς ένα ζευγάρι αγκαλιασμένο να γελάει δίπλα στην φωτιά που ξέρναγε καπνό.

Πράγματι έμοιαζαν πολύ ευτυχισμένοι μαζί, σαν να ήταν πλασμένοι ο ένας για τον άλλο. Μισώ που το παραδέχομαι μα τους ζήλευα.Τους ζήλευα πάρα πολύ.

Ο Σπύρος κι η κοπέλα του ζούσαν κανονικά στην Θεσσαλονίκη αλλά έρχονταν στο νησί ενάμιση μήνα το καλοκαίρι και δύο βδομάδες το Πάσχα. Εκείνη, η Χαρά, πέρσι τέλειωσε το λύκειο και πέρασε στην αγγλική φιλολογία. Θέλει να πάει να σπουδάσει στην Βρετανία όμως μάλλον δεν θα το κάνει. Αγαπάει πολύ τον Σπύρο για να του το κάνει αυτό. Έτσι μένει εδώ.

Η Χαρά ήταν κάπως παχουλή με μαλλιά ίσια που της έφταναν στην μέση. Ο Σπύρος την κρατούσε μπροστά του με τα χέρια περασμένα στα πλευρά της. Εκείνη έγερνε πάνω στο στέρνο του και κάθε τόσο μισόκλεινε τα βλέφαρα. Λες κι ο ήχος της αναπνοής του ήταν γλυκό νανούρισμα στα αυτιά της.

Ο Χρήστος ήταν ένας απ' τους κολλητούς του Θοδωρή. Μιλούσανε συνέχεια, ήξερε τα πάντα ο ένας για τον άλλο και μια ανώνυμη πηγή με ενημέρωσε πως την είχαν πέσει σε πολλά κορίτσια καθ' όλη την διάρκεια του καλοκαιριού. Δεν ήξερα πως πρέπει να αισθάνομαι για αυτό.


____________________

Just a small sample...

Απ' το φαρμάκι βγαίνει αγάπηWhere stories live. Discover now