Χαμηλώνω το βλέμμα. Δεν έχω την δύναμη να τον αντικρίσω. Το μόνο που θέλω τώρα είναι να χωθώ στις κουβέρτες μου και να κοιμηθώ μέχρι το μυαλό μου να έχει αποβάλλει τις αναμνήσεις των δύο προηγουμένων ημερών. Θέλω να βουλιάξω στο βασίλειο του ονείρου και να μην ξυπνήσω ποτέ.Θέλω να τρυπώσω σε έναν άλλο κόσμο,διαφορετικό, πιο κανονικό. Σε έναν κόσμο όπου δεν θα υπάρχει ο Θοδωρής, ο Χρήστος,το αγόρι. Θέλω πίσω την παλιά μου ζωή,όταν η μόνη μου έννοια ήταν οι βαθμοί μου στα θετικά μαθήματα. Θέλω να ξαναγυρίσω στους φίλους μου, την Ρίτα και τον Μίλτο. Άραγε τους λείπω καθόλου;Δεν με έχουν πάρει ένα τηλέφωνο τόσες μέρες.
Την τελευταία φορα που μιλήσαμε η Ρίτα υπερχείλιζε από ενθουσιασμό που θα πήγαιναν με τους γονείς της διακοπές στην Ισπανία. Με είχε μουρλάνει για τοτι μαγιό να κουβαλήσει μαζί της. Όχι ότι θα είχε σημασία, η Ρίτα και μονο ήμερη να πάει με το σχολείο πακετάρει τα τρία τέταρτα της ντουλάπας για συντροφιά.Πλάκα στην πλάκα η ντουλάπα της είναι ΤΕ-ΡΑ-ΣΤΙ-Α. Ώρες ώρες πιστεύω πως οι γονείς της έχουν αγοράσει ολόκληρο το εμπορικό. Δεν έχω ξαναδεί τόσες πολλές μάρκες ρούχων και καλλυντικών στην ζωή μου. Μερικές δεν ήξερα ότι υπάρχουν καν!
Ο Μίλτος απ' την άλλη πλευρά πάλι στο χωριό του θα την έβγαζε. Την πασίγνωστη Σαμαρίνα της Πίνδου. Τουλάχιστον τρεις μήνες τον χρόνο την επισκέπτονται. Όσο κι αν λαχταρώ να του θυμώσω είναι προφανές ότι το κινητό του δεν θα πιάνει σήμα στα χίλια πεντακόσια μέτρα υψόμετρο.
Πισωπατώ αρκετά εκατοστά. Αμέσως νιώθω την επίδραση του αλκοόλ στον οργανισμό μου. Το κεφάλι μου είναι βαρύ, πολύ βαρύ σαν να περιέχει τόνους τσιμεντόλιθων.Τα γόνατά μου τρέμουν ασύστολα απειλώντας να ρίξουν στο έδαφος. Μαύρα στίγματα εμφανίζονται και εμπλουτίζουν το οπτικό μου πεδίο. Το στομάχι μου χοροπηδά και είναι λες και όλες οι εσωτερικές μου κοιλότητες αποστρατούν και συναγωνίζονται μαζί του. Ξαφνικά ένα ενοχλητικό βουητό τρυπάει σαν λάμα αλυσοπρίονου τα τύμπανα των αυτιών μου. Φέρνω τα χέρια στους κροτάφουν για να εμποδίσω την εισβολή του ήχου όμως εκείνα αρνούνται να πραγματοποιήσουν τις εντολές μου. Η παραλία αρχίζει να πέρνει μια παράξενη κλίση προς τα δεξιά. Οι φωτιές μοιάζουν με θολές πυρομένες μπάλες ταρακουνημένες σαν να τις παρατηρώ μέσα από νερό. Ο καπνός απ' τις φλόγες φαίνεται σαν φάντασμα με ανοιχτό στόμα έτοιμο να κατασπαράξει οτιδήποτε βρεθεί στο διάβα του. Απλώνει τα χέρια και ορμά καταπάνω μου επιθυμώντας να ρουφήξει με τόση λαχτάρα την ψυχή μου ώσπου...Ώσπου μια σκιερή φιγούρα του κλείνει τον δρόμο και δεν του επιτρέπει να εκτελέσει το έργο του.
Το αγόρι στέκεται εμπρός μου κρατώντας γερά την μέση μου. Αδυνατώ να μείνω προσηλωμένη στα μάτια του, τα χρώματα περιπλέκονται μεταξύ τους με ιλιγγιώδη ρυθμό.
«Θάλεια;»,λέει με σιγανή φωνή.
Ένα πικρόχολο χαμόγελο ξεφυτρώνει στα χείλη μου. Είναι δυνατόν να ανησυχεί για μένα;Πιο πιθανό είναι να μας πέσει ο ουρανός στο κεφάλι και να γίνει πάλι κατακλυσμός.Ο τρομοκράτης δεν νοιάζεται για τα θύματά του, τα δολοφονεί.
«Άφησέ με», ανταποκρίνομαι με καυστικό ύφος.
Εκείνος αρνείται την προσταγή μου κουνώντας το κεφάλι πέρα δώθε. «Όχι».
Ένα κύμα αδράνειας με διαποτίζει. Κάθε κύτταρο, ιστός, μυς του κορμιού μου νεκρώνει και δεν δύναται να λειτουργήσει.Το αίμα στραγγίζεται απ' τα αγγεία του εγκεφάλου μου και νιώθω να φτάνω πλέον στα πρόθυρα της λιποθυμίας όταν το αγόρι τοποθετεί μια παλάμη σε καθένα μάγουλο.
«Θάλεια;Θάλεια είσαι εντάξει;», η φωνή του μαλακωμένη και πραγματικά αγωνιώδης.
Με ό,τι απόθεμα ενέργειας καταβάλλομαι στην κατάστασή μου – κι εννοώντας απειροελάχιστο – διώχνω τα χέρια του μακριά. Πως τολμά να νομίζει πως χρειάζομαι την βοήθειά του; Εάν οι εικασίες μου είναι σωστες (και είμαι ενενήντα εννιά κόμμα εννιά τοις εκατό πως είναι) αυτός ο άνθρωπος έχει εισβάλλει με την βία στην ζωή μου και την έχει κάνει άνω κάτω. Δεν υπάρχει ούτε η παραμικρή περίπτωση να τον αφήσω να μου κάνει και χάρες από πάνω. Ωστόσο ο τρόπος με τον οποίο το όνομά μου προφέρεται απ' τα χείλια του δημιουργεί μια χαοτική τρύπα στο στήθος μου.
«Πως ξέρεις το όνομά μου;!», σχεδόν φτύνω τις λέξεις.
Παίρνει έναν βαθύ αναστεναγμό και καταχωνιάζει τα χέρια στις τσέπες του πολυκαιρισμένου τζιν του. Από την στάση του καταλαβαίνω πως δεν πρόκειται να μάθω όσο κι αν ρωτάω.
Πεταρίζω τις βλεφαρίδες μου για να εξοικιωθώ λιγάκι με τα παραμορφωμένα αντικείμενα γύρω μου. Ανοιγοκλείνω πολλές φορές τα μάτια μέχρι που όλα κάπως εξισσορωπούνται ανάμεσα στο θολό της ομίχλης και την διαύγεια του γυαλιού.
Δεν περιμένω να μου δώσει την επεξήγηση που ζητούσα. Δεν θα παίξω πλέον με τους κανόνες του, δεν θα γίνω παιχνιδάκι στα σχέδιά του. Πρέπει να πάρω την κατάσταση στα χέρια μου, να παίξω με τους δικούς μου όρους.
Του γυρνώ την πλάτη και βαδίζω ταχύτατα προς τον κεντρικό δρόμο, έξω απ' την παραλία. Όλως περιέργως με αφήνει ξεφύγω απ' τα δίχτυα του. Όσο κι αν λαχταρώ να του ρίξω ένα πλήρως υποτιμητικό βλέμμα αποφασίζω να συνεχίσω να προχωρώ. Εξάλλου δεν ξέρω πως θα αντιδράσει με αυτό το βλέμμα. Ένα πράγμα είναι σίγουρο: είναι τρελός, αλλά ας μην διαπιστώσω απόψε ως που φτάνει η κλίμακα. Τέλειωσα με αυτό το μέρος για σήμερα.
_________________________
YOU ARE READING
Απ' το φαρμάκι βγαίνει αγάπη
Teen FictionLe cœur prend des décisions difficiles, contre nature, impossibles, paranoides. L'esprit prend des décisions raisonnables. (=Η καρδιά παίρνει αποφάσεις δύσκολες, αφύσικες, αδύνατες, παρανοϊκές. Το μυαλό παίρνει αποφάσεις λογικές.) . . . Ήταν ένα κορ...