44 (τότε...όταν...)

70 5 0
                                    


Μία ώρα αργότερα είχα όντως μάθει τα πάντα γι αυτόν.Είναι Γάλλος, το ήξερα, με Ελληνίδα μητέρα και Γάλλο πατέρα. Ζούσε πολλά χρόνια στην Γαλλία κι επισκεπτόταν την οικογένεια της μάνας του στην Ελλάδα αρκετά συχνά. Τα περισσότερα καλοκαίρια θυμάται να λιάζεται σε μια ξαπλώστρα στην Σαντορίνη παρά να πίνει παγωμένη σοκολάτα σ' ένα καφέ του Παρισιού. Έτσι έμαθε να μιλάει καλά και τις δύο γλώσσες.Όταν όμως η μητέρα του πέθανε από καρκίνο του πνεύμονα εκείνος κι ο πατέρας του εγκαταστάθηκαν μόνιμα στο Παρίσι. Μόλις έγινε δεκαοχτώ κι ήρθε η ώρα να σπουδάσει επέλεξε να γυρίσει πίσω στην πατρίδα,την Ελλάδα. Εννοείται πως ο πατέρας του δεν χάρηκε με την απόφασή του.Θεωρούσε πως άξιζε στο γιο του κάτι πιο κλασάτο. Σαν ένα Χάρβαρντ ας πούμε. Αυτό που δεν ήξερε είναι ότι ο Ζαν ποτέ πραγματικά δεν σπούδασε κάτι. Ήθελε να αφοσιωθεί στον ευατό του και να αναζητήσει τις ρίζες του. Μετακόμισε για δυο χρόνια στην Σαντορίνη, στο σπίτι των παππούδων του, αλλά η τύχη του ξανάκλεισε την πόρτα κατάμουτρα όταν πέθαναν κι οιδυο. Φυσικά δεν ήθελε να ξαναγυρίσει στην Γαλλία. Η μοίρα τον έφερε σ' αυτό το μικρό διαμέρισμα στο Αγρίνιο. Έπειτα η τύχη του χαμογέλασε. Γνώρισε εμένα και τα υπόλοιπα τα ξέρετε.

«Αυτή είναι λοιπόν η ιστορία μου», ολοκληρώνει.

«Πω πω... δεν θα το πίστευα αν δε το άκουγα με τα ίδια μου τα αυτιά. Η ζωή σου είναι στ' αλήθεια μια σκέτη ανακατωσούρα», διαπιστώνω.

Με κοιτάζει ευθεία στα μάτια και διαφωνεί με τα λόγια μου.

«Όχι. Ήταν μια σκέτη ανακατωσούρα», απομακρύνει ένα τσουλούφι απ' το πρόσωπό μου και μου το βάζει πίσω απ' το αυτί, «Τώρα είναι πιο ολοκληρωμένη από ποτέ».

Αρνούμαι να δακρύσω μπροστά του, ωστόσο με συγκινούν τα όσα λέει. Κανείς δεν μου έχει ξαναμιλήσει έτσι, με τόσο πάθος, με βαθιά λατρεία.Είμαι τα πάντα γι αυτόν, το αισθάνομαι.Μπήκα στη ζωή του την ώρα που με χρειαζόταν.Έσβησα την θλίψη και τον πόνο του και του πρόσφερα απλόχερα την αγάπη μου.Έδωσα λίγο χρώμα στην μουντή καθημερινότητά του. Τον έκανα χαρούμενο όταν είχε χάσει την οικογένειά του. Μπορεί να μη μου αποκάλυψε ή να μη μου αποκαλύψει ποτέ το πόσο αγαπούσε τους συγγενείς του στην Ελλάδα,όμως στα μάτια είναι ευδιάκριτος ο σεβασμός κι η λατρεία που έτρεφε γι αυτούς. Ξέρω τι σημαίνει να χάνεις κάποιον που αγαπάς βαθιά. Όπως και ξέρω επίσης πόσο μετανιώνεις που δεν περάσατε μαζί όσες στιγμές θα έπρεπε. Μα ποτέ αυτές οι στιγμές δεν φτάνουν. Ποτέ δεν είναι αρκετές, όσες κι αν είναι. Μόλις απεβίωσε η γιαγιά μου (η μάνα του πατέρα μου) ένιωθα πως κάτι έλειπε απ' την ζωή μου, κάτι δεν ήταν σωστό. Κατηγορούσα τον εαυτό μου πως δεν έβλεπα την γιαγιά όσο έπρεπε, ενώ στην πραγματικότητα δεν πέρναγε Σαββατοκύριακο χωρίς να την επισκεφτώ. Νόμιζα πως είχα κάνει εγώ κάτι λάθος, πως δεν είχα καταλάβει καλά. Ήμουν μικρή όταν την χάσαμε, λίγο πριν την εφηβεία. Αντιλαμβάνομαι πλήρως την θλίψη του Ζαν κι είναι δικαιολογημένη.Εάν εγώ η ίδια κατηγορούσα τον ευατό μου για όλες τις χαμένες στιγμές με την γιαγιά, τότε τι θα έπρεπε να κάνει οΖαν; Εκείνος είχε να δει τους γονείς της μητέρας του για χρόνια μετά τον θάνατό της. Δυο χρόνια με τίποτα δεν φτάνουν να αναπληρώσουν πέντε με έξι. Και χωρίς να το πάει χαμπάρι κι οι δυο πέθαναν προτού καλά καλά επανενωθούν. Πρέπει να ήταν τρομερή η απώλεια.

Απ' το φαρμάκι βγαίνει αγάπηTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang