47 (πικρόξινη αγάπη)

70 5 0
                                    


Μετά το τελευταίο κουδούνι που σημάνει κι επίσημα την λήξη του εφταώρου, κάθομαι πάνω στα σκαλοπάτια της εισόδου περιμένοντας την Ρίτα και τον Μίλτο. Ύστερα από μερικά λεπτά ξεπροβάλλουν πιασμένοι χεράκι χεράκι καθώς εγώ σηκώνομαι και ρίχνω την τσάντα στον ώμο.

«Έι. Τι γίνεται;»,με ρωτά ο Μίλτος.

«Τίποτα μωρέ. Τα ίδια», απαντώ βαριεστημένα.

Προχωράμε αργά αργά προς την πίσω έξοδο όταν ξαφνικά με πιάνει ένας οξύς πόνος στην κοιλιά.Πάλι. Διπλώνομαι στα δύο και πιέζω την περιοχή με τα χέρια μου σαν να θέλω να απορροφήσω τον πόνο. Η τσάντα πέφτει στο τσιμέντο με έναν εκκωφαντικό γδούπο που τριβελίζει στ' αυτιά μου.

Ο θόρυβος κάνει τον Μίλτο ν' αλλάξει πλευρό και να έρθει ταχύτατα πλάι μου.

«Θάλεια; Είσαι εντάξει;», λέει ανήσυχος μόλις με βοηθά να σταθώ στα πόδια μου.

Η Ρίτα έρχεται απ' την άλλη μεριά και περνά το χέρι μου πάνω στους ώμους της. «Θάλεια, τι έγινε;».

Υψώνω το βλέμμα στα πρόσωπά τους. Σφίγγω τα χείλη μου απ' την μια για ν' αντέξω τον πόνο κι απ'την άλλη να βρω κουράγιο να τους πω ψέματα κατάμουτρα.

«Καλά είμαι»,ψελλίζω τόσο σιγανά που απορώ αν με άκουσαν. Ορίστε, λέω ψέματα στους κολλητούς μου. Στους μοναδικούς ανθρώπους που με νοιάζονται, λέω ψέματα.

Όμως η Ρίτα δεν τσιμπά εύκολα το δόλωμα. Χαχανίζει περιφρονητικά ενώ στρέφεται στο αγόρι της. «Μην την ακούς, Μίλτο. Τα χάλια της έχει απ' το πρωί. Έχει κατεβάσει κάτι μούτρα ως το πάτωμα».

Ο Μίλτος με παρατηρεί με αυτό το βλέμμα μυστηρίου λες και ψάχνει να βρει απάντηση στα ενδόμυχα της ψυχής μου. Αλλά ούτε κι εγώ τσιμπάω. Με μια κίνηση τον σπρώχνω παραπέρα κι απλώνω το χέρι να μαζέψω την τσάντα μου.

Όταν με κοιτάζουν κι οι δυο με ματιά απλανή μια σπίθα θυμού τσιτσιρίζει μέσα μου. Τι δηλαδή; Κανείς δεν μπορεί να έχει μυστικά;

«Είμαι καλά»,τονίζω απότομα και τους προσπερνάω.

Αδιαφορώ πλήρως για τις ματιές που με κατακεραυνώνουν και συνεχίζω τον δρόμο μου. Περπατώ βιαστικά μέχρι που φτάνω στο απέναντι κτήριο. Μισοκρυμμένη γυρίζω το κεφάλι για να δω τους φίλους μου ν' απομακρύνονται.

Ευτυχώς...

Γέρνω την πλάτη ώσπου ν' ακουμπήσει στον ατόφιο τσιμεντένιο τοίχο. Ξέρω ότι δεν πρέπει να κοροϊδεύω ούτε την Ρίτα, ούτε τον Μίλτο. Δεν είναι σωστό. Δεν πρέπει να λέω ψέματα στους κολλητούς μου. Το ξέρω. Αλλά τι μπορώ να τους πω; Ούτε εγώ η ίδια δεν έχω ιδέα τι στο καλό μου συμβαίνει. Πώς θα μπορέσω να το πω και σ' αυτούς;

Απ' το φαρμάκι βγαίνει αγάπηOnde histórias criam vida. Descubra agora