Πρωτοχρονιά του 2012
Κοίταζε τα γύρω σπίτια απογοητευμένη . Ζήλευε τις χαρούμενες οικογένειες που μαζεύονταν για να γιορτάσουν μαζί τον καινούργιο χρόνο . Ήταν 9 το βράδυ . Μόλις τρεις ώρες πριν κοπεί το καινούργιο ιερός και το σπίτι της ένοιαζε στοιχειωμένο και εγκαταλελειμένο . Ο πατέρας της είχε βγει για να γυρίσει μεθυσμένος ακόμη μια φορά , και ο Παύλος είχε γνωρίσει μια κοπέλα και θα περνουσε τις γιορτές μαζί της έξω από το Λονδίνο .
Όλα τα φώτα κλειστά . Δνε την άρεσε , πάντα φοβόταν το σκοτάδι , μέσα σε αυτό είχε όμως ζήσει .
Δεν είχαν στολίσει , αυτό το είχε συνηθίσει , δε γινόταν ποτε . Πάντα όμως ο αδερφός της ηταβ μαζί της κάτι τέτοιες μέρες που ένιωθε την μοναξιά της να φουντώνει , της έλεγε παραμύθια , για πριγκίπισσες και δράκους, για ιππότες και δεσπωσυνες . Ο αδερφός της ήταν πάντα εκεί για να την κάνει χαρούμενη .
Όχι όμως και τώρα , ήταν η πρώτη φορά ου ένιωθε τελείως μόνη , που η ζήλεια της φούντωνε μέσα της σαν παρασιτικός ιός που την κατέστρεφε .
Ο ουρανός ήταν ξαστερος , μικροσκοπικά αστέρια στόλιζαν το σκοτεινό του πέπλο , είχε φορεσει κι αυτός τα γιορτινά του .
Έκλεισε κατσουφιασμενη το βιβλίο της αφήνοντας το στο τραπέζι του σαλονιού . Δεν είχε ούτε τηβ όρεξη για να διαβάσει , δεν είχε την όρεξη για το οτιδήποτε . Στήριξε τον εαυτό της σε ένα από τα μεγάλα παράθυρα , χαζεύοντας την ευτυχία των άλλων , μαι ευτυχίας ου η ίδια είχε να νιώσει χρόνια .
Είχε βραδιάσει για τα καλά , το μεγάλο ρολόι του σαλονιού έδειχνε λίγα λεπτά μετά τις 10 . Σε δυο ώρες θα άλλαζε ο χρόνος και εκείνη θα ητνα ο η της για καη μια φορά .
Η μοναδικές της φίλες , όλες θα περνούσαν την βραδιά με τις οικογένειες τους , κάπου μακρυά από το Λονδίνο ανταλλάσσοντας δώρα με τους αγαπημένους τους .
Αχ ποσο θα ήθελε και εκείνη να το κάνει αυτό . Κατσουφιασε ακόμη περισσότερο καθώς το σκέφτηκε .
Έμεινε να κοιτάζει το χιόνι που έπεφτε αργά πάνω στους δρόμους για λίγη ώρα ακόμη όταν άκουσε την μεγάλη πόρτα της εισόδου να ανοίγει .
Έστρεψε το βλέμμα της προς τα εκεί , περίεργη για να δει τον επισκέπτη της .
Ο πατέρας της μπήκε μέσα τρεκλίζοντας και μυρίζοντας το απαίσιο αλκοολούχο ποτό που έπινε πάντα . Στα γυαλιστερά του μάτια φαίνονταν τι ποσο πολύ είχε πιει πάλι .
Σηκώθηκε για να τον πλησιάσει , με την πρόθεση να τον βοηθησει να καθίσει στον καναπέ , Μα όταν έφτασε αρκετά κοντά του εκείνος την άρπαξε βίαια από τον καρπό της κολλώντας το σώμα της στο τοίχο .
Το πρόσωπο της σχημάτισε έναν μορφασμό πόνους καθώς τα κόκαλα της χτύπησαν το κρύο τσιμέντο .
«Μπ..μπαμπά ;» Τον ρώτησε τραυλίζοντας . Φαινόταν πιο μεθυσμένος από ποτε αλλωτε . Το πρόσωπο του άγριο όπως ητνα δεν φανέρωνε κανένα άλλο συναίσθημα παρα μόνο μίσος για την ίδια του της κόρη .
«Σκάσε ! Παλιοθυληκο ! Εσυ φταις για τα πάντα ! Εάν δεν ήσουν εσυ όλα θα ητβα καλύτερα .» Σχεδόν έφτυνε τις λέξεις πάνω στο πρόσωπο της . Τα λαμπερά της μοβ μάτια τώρα είχαν σκιτινιασει από τον φόβο , είχαν βουρκώσει κάνοντας την όραση της θολή . Ήταν μεθυσμένος , αυτό προσπαθούσε να σκεφτεί και να μην δίνει σημασία στα λόγια τους που της τρυπούσαν τηβ καρδιά .
«Βρώμα ! Δεν είσαι για τίποτα χρήσιμη ! Μια πορνη σαν την μητέρα σου θα γίνεις .» Το χέρι του σηκώθηκε με δύναμη και χτύπησε το μάγουλο της , αφήνοντας ένα έντονο σημάδι στο σημείο που είχε χτυπηθεί .
Πλέον η Αριάδνη δεν μπρουσε να κρατήσει τα δάκρυα της . Με όση δύναμη της είχε απομείνει τον έσπρωξε από κόρνα της και βγήκε έξω στο κρύο δίχως να την νοιάζει τίποτα.
Έπρεπε να φύγει. Όσο πιο μακρυά γινόταν . Το βήμα της ήταν ταχύ . Έτρεχε δίχως να έχει συναίσθηση του τι συνέβαινε γύρω της , μέχρι που έφτασε στην όχθη του Τάμεση . Τα ήρεμα νερά μπροστά της την έκαναν να σταματήσει και να σωριαστεί σε ένα από τα άδεια παγκάκια .
Μάζεψε τα πόδια της σκύβοντας το κεφάλι της ανάμεσα τους και άφησε τον εαυτό της να κλάψει βουβά .
Ο ίδιος της ο πατέρας την είχε χαρακτηρίσει με λέξεις που δεν της άρμοζαν , την είχε χτυπήσει και θα συνέχιζε εάν η ίδια δνε είχε την δύναμη να φύγει . Πως μπορούσε να ξαναγυρίσει πίσω κάνοντας πως δεν συνέβαινε τίποτα ; Όμως και που άλλου είχε να πάει ; Ήταν μόνη της .
Ο κρύος αέρας τρυπούσε μανιασμένα το δέρμα της , και η Αριάδνη έτρεμε από το κρύο και την σύγχυση της . Σηκώθηκε όρθια και άρχισε να περπατάει στη μέση του δρόμου που ητνα πλέον άδειος .δυο λευκά φώτα την τύφλωσαν , προειδοποιώντας την να κάνει στην άκρη καθώς την πλησίαζε κάποιο όχημα Μα εκείνη δεν είχε την πρόθεση να κάνει στην άκρη . Ας τελείωνε όλο αυτό μια ώρα αρχύτερα σκέφτονταν καθώς το αμάξι πλησίαζε ολοένα και κοντύτερα της .
Έκλεισε τα μάτια έτοιμη για το θάνατο όταν ένιωσε δι χέρια να την τραβούν μακρυά , και το μαύρο όχημα βα την προσπερνάει δίχως να πέφτει πάνω της .
Με οργή γύρισε στο σωτήρα της . Και άρχισε βα ξανά κλαίει καθώς πίστευε πως ηταβ ανάξια μέχρι και να πεθάνει .
Ο Αλεξ κοίταζε την κοπέλα σαστισμένος . Όταν την τράβηξε απ οτην μέση του δρόμου δεν είχε καταλάβει πως εκείνο το κορίτσι που ήθελε να πεθάνει ήταν η Βεατρίκη του .
Γιατί κλαις Άγγελε μου ; Αναρωτήθηκε από μέσα του . Δίχως δεύτερη σκέψη την έσφιξε στηβ αγκαλιά του , κρατώντας την σφιχτά μήπως και το φύγει .
«Γιατί δεν με άφησες να πεθάνω ; Σε μισώ .» Την άκουσε να του λέει μέσα από τους λιγμους της .
Την απομάκρυνε ελάχιστα από κοντά του για να κοιτάξει το πρόσωπο της ,εκείνη όμως κρατούσε το βλέμμα της καρφωμένο στο πάτωμα .
«Τι είναι αυτά που λες Βεατρίκη ;»
«Θέλω να πεθάνω ... είναι πολύ καλύτερα για όλους .»
«Γατί Δεβ είσαι με την οικογένεια σου , είναι πρωτοχρονιά .»
Η κοπέλα απλώς Ανασηκωσε τους ώμους της .
Τε δάχτυλα του απλώθηκαν στο πιγούνι της σηκώνοντας το απαλά . Τα μάτια του άνοιξαν διάπλατα καθώς το βλέμμα του έπεσε πάνω στο σημάδι στο μάγουλο της . Τα χέρια του σφιχτηκαν σε γροθιές , το σώμα του πλημυρισε από θυμό . Πέρασε τα δάχτυλα του πάνω από το σημείο κάνοντας την να μορφασει απαλά .
«Ποιος σου το έκανε αυτό ;» Η φωνή του Ακουγόταν σφιγμένη .
«Ο ...ο μπαμπάς μου ..»
«Τι; Για πιον λόγο ;»
«Η..ήταν μεθυσμένος .. δεν..δεν πειράζει .»
«Δεν μπορεί να σου το κάνει αυτό . Θα έπρεπε να είσαστε μαζί και να γιορτάζετε .»
Η Αριάδνη κάγχασε ελάχιστα .
«Αυτό έχει να γίνει πολλά χρόνια .» Έκανε να απομακρυνθεί από κοντά του . Μιλούσε ξανά σε κάποιον ουσιαστικά άγνωστο .
«Νομίζεις πως θα σε αφήσω έτσι ;»
«Ναι .. πρέπει ..πρέπει να φύγω .»
«Δεν έχεις να πας πουθενά .» Της είπε αυστηρά Μα γλυκά . Τα δάχτυλα του μπλεχθηκαν με τα δικά της οδηγώντας την μέχρι το αμάξι του .
«Που θα με πας ;»
«Στο σπίτι μου ..»
«Για ποιον λόγο , εννοω σίγουρα θα έχεις να κανείς κάτι ..»
«Γιατί σου αξίζει να περάσεις μια όμορφη πρωτοχρονιά Βεατρίκη .» Δήλωσε απλώς δίχως να πάρει το βλέμμα του από τον δρόμο .
Ένα μικρό χαμόγελο σχιματιστικε στα χείλη της Αριάδνης . Ίσως το να μείνει μαζί του να μην ήταν τόσο άσχημα τελικά .
Αναδευτικε στα ζεστά καθίσματα και εγυρε το κεφάλι της στο δρόμο .
Το αμάξι κινήθηκε προς τα προάστια , και σταμάτησε έξω από μια επιβλητική κατοικία . Η μεγάλη απροσπέλαστη πόρτα άνοιξε και το αμάξι χώθηκε μέσα . Η κοπέλα είχε μείνει με το στομα ανοιχτό . Τόσος πλούτος της ήταν κάτι το αγνώριστο .
Αισθάνθηκε άβολα προς στιγμή καθώς εκείνη δεν ανήκε μέσα σε τόση χλιδή .
Είχε αφερεθει τόσο που δεν πρόσεξε πως εκείνος είχε κατέβει από το αμάξι περιμένοντας και την ίδια να κάνει το ίδιο .
Κατέβηκε με βιαστικές κινήσεις και τον προσπέρασε ντροπιασμενη , προχωρώντας προς την ξύλινη πόρτα της εισόδου .
Ο Αλεξ άφησε ένα μικρό γελακι να δραπετεύσει από τα χείλη του πριν την ακολουθήσει ...Γεια σου κόσμε . Νιώθω εξαντλημένη 😖. Τα χριστουγεννιάτικα είναι τρομερά κουραστικά τελικά . Ωστόσο δνε λέω όχι . Λατρεύω να ψωνίζω για τα άτομα που αγαπάω κάθε χρόνο . Εσείς έχετε τελειώσει ; Αντε μια εβδομάδα σχολείο ακόμα και μετά ξεκούραση επιτέλους . Μόνο εγώ ανηπομονω ; (Μάλλον όχι 😂💕)
Anyways το κεφάλαιο της εβδομάδας είναι έτοιμο . Βασικά ηταβ έτοιμο από πολύ νωρίς μέσα στην εβδομάδα όμως δεν το ανέβαζα για να μην νομίζετε πως ηταβ κεφάλαιο μπόνους . Η αλήθεια είναι πως ίσως και να ανεβάσω ένα δεύτερο μέσα στο Σαββατοκύριακο .
Exciting news την επόμενη εβδομάδα (Παρασκευή συγκεκριμένα) θα ανέβουν 2 κεφαλαία σε κάθε μου ιστορία . Έτσι για χριστουγεννιάτικο δώρο . Και γιατί θα πάω Θεσσαλονίκη για 5 μέρες όποτε δεν θα έχω χρόνο να ανεβάσω .
Τέλος πάντων . Απολαύστε το κεφάλαιο . 💕💕❤️😘
YOU ARE READING
Συμβόλαιο θανάτου #TYS18
Mystery / ThrillerΈπρεπε να φύγει ... και έτσι κατέστρεψε τα πάντα .... Την αγαπούσε Μα την πρόδωσε .. αυτό ήταν που δενψμπορουσε να καταλάβει . Δεν μπορούσε να μείνει ,θα πέθαινε κοντά του , της έκανε κακό . Πόνεσε όταν την έχασε Δεν άντεξε να μην γυρίσει . Την...