Άνοιξε ελάχιστα τα μάτια της . Αναποφάσιστη εάν ήθελε πράγματι να ξυπνήσει . Το όνειρο της ήταν απίστευτα όμορφο , δεν ήθελε να τελειώσει .
~Ήταν ντυμένη με ένα λευκό φόρεμα , τα μαλλιά της ήταν ελεύθερα στους ώμους της , άγγιζαν την πλάτη της . Βρισκόταν σε μια όμορφη παραλία με χρυσή άμμο και πρασινογαλανα νερά . Είχε βραδιάσει και μια αναμμένη φωτιά έριχνε φως στον χώρο .
Ένα λαμπρό φεγγάρι έκανε τα μάτια της να λαμπυρίζουν . Ειχε παλλοιρια εκείνη όμως δεν ενοχλούνταν με το νερό που έβρεχε τα γυμνά της πόδια .
Ξαφνικά Μια ανάσα άγγιξε απαλά στον λαιμό της κάνοντας την να ανατριχιάσει . Δυο αντρικά χέρια τυλίχτηκαν γύρω από το κορμί της γεμίζοντας την ζεστασιά .
«Σου αρέσει εδώ ;»
«Είναι ...πανέμορφα . Δεν ήξερα πως θα μπορούσα να λατρεύω τόσο πολύ αυτό το μέρος .»
«Θα έκανα τς πάντα για να το αγαπήσεις Βεατρίκη .»
Γύρισε το σώμα της μέσα στην αγκαλιά του για να κοιτάξει τον άντρα που την κρατούσε . Ολόκληρο το πρόσωπο της έλαμπε από ευτυχία καθώς χανόταν στο μαύρο των ματιών του . Τον αγαπούσε .. τόσο πολύ .
«Αλεξ ... ποτέ θα σταματήσεις να με αποκαλείς έτσι ;»
«Δεν σου αρέσει ;»
«Το λατρεύω ... δεν είναι όμως κάπως ειρωνικό ;»
«Για ποιο λόγο ;»
«Ο Δάντης έχασε την Βεατρίκη του ... την άφησε να φύγει και να γίνει άπλωσαν θα ανάμνηση . Εμείς είμαστε μαζί . Έχουμε την κόρη μέσω.»
«Δεν έχει σημασία . Ποτέ δεν θα μπορέσω να κατέχω κάθε σημείο του κορμιού σου , κάθε φορά θα θέλω να σε ξανά κερδίζω . Δεν σε θεωρώ δεδομένη .»
Η κοπέλα έσκυψε και τον φίλησε με πάθος , με έναν τρόπο μοναδικό που μόνο η ίδια ήξερε .
Τα κορμιά του έπεσαν μέσα στην δροσερή άμμο , ρούχα άρχισαν να αφαιρούνται και οι ψυχές τους ενώθηκαν κάτω από το φεγγαρόφωτο . ~Το δωμάτιο στο οποίο ήταν ξαπλωμένη ήταν σκοτεινό . Ήταν ακόμη νύχτα . Νόμιζε πως ήταν μόνη της μέσα στο χώρο , μέχρι της στιγμή που μια βαριά ανάσα αντηχούσε στα αυτιά της .
«Ποιος είσαι ; Που βρίσκομαι ;»
Τόλμησε να ρωτήσει θαρραλέα . Η κόρη της της έλλειπε ήδη . Ο ριτσαρντ το ίδιο . Ήθελε να γυρίσει σπίτι της .
Τώρα βήματα ακούστηκαν στο χώρο . Μια αντρική φιγούρα άρχισε να διαγράφεται μέσα στο πυκνό σκοτάδι . Ένα μεθυστικό άρωμα κατέκλυσε τις αισθήσεις της . Ο πόνος στο κεφάλι της δεν έλεγε να την εγκαταλείψει .
Κάπου μ σε της ένιωθε πως ήξερε τον άντρα που στέκονταν μπροστά της , αδυνατούσε όμως να τον θυμηθεί . Ίσως να ήταν κάποιος συνεργάτης του ριτσαρντ . Εκείνος όμως δεν της είχε μιλήσει ποτέ γι αυτόν .
«Θα μου μιλήσεις ;»
Η Αριάδνη ένιωθε το κορμί της να τρέμει. Ίσως να ήταν από το κρύο στο δωμάτιο .
Δίχως να το περιμένει ο άντρας τράβηξε προς τα πίσω τα μαλλιά της . Ένα πνιχτο βογγητό πόνου ξέφυγε από τα χείλη της καθώς δάκρυα μαζεύτηκαν στα μάτια της .
Τα δικά του την κοιτούσαν με θυμό και πόνο . Δεν μπορούσε να καταλάβει εάν ήταν κατάμαυρα ή απλώς το σκοτάδι τα έκανε να φανούν έτσι .
«Τι .. τι θέλεις από ο εμένα ;»
«Πάψε ! Μην μιλάς ! Δεν έχεις το δικαίωμα ! Πως ..πως μου το έκανες αυτό μου λες ;!»
Το χέρι του τράβηξε λίγο περισσότερο τα μαλλιά της προκαλώντας της περισσότερο πόνο . Δεν μπορούσε να καταλάβει για πιο πράγμα της μιλούσε . Τι είχε συμβεί στο παρελθόν και εκείνη πλέον δεν το θυμόταν ;
«Δεν ... δεν σε καταλαβαίνω ... για πιο πράγμα μου μιλάς ;»
«Μην μου κανείς την χαζή Αριάδνη ! Με εκνευρίσουν τα παιχνίδια ! Τι σου έταξε εκείνος και με άφησες ; Χρήματα ; Τόσο φθηνή είσαι τελικά ;!»
Πλημμυρισμένη από οργή χαστούκισε τον άντρα μπροστά της . Αδιαφορώντας για τις συνέπειες των πράξεων της .
«Δεν σου επιτρέπω να μου μιλάς με αυτό το τρόπο !»
«Σκάσε ! Σκάσε με ακούς ;! Μια πορνη είσαι ! Τι παραπάνω σου έδωσε εκείνος ;! Έκανε καλύτερο σεξ ;! Απάντησε μου γαμωτο!»
Άφησε τα μαλλιά της πιάνοντας την με δύναμη από τους καρπούς των χεριών της . Με δύναμη την ξάπλωσε πίσω στο άρωμα ανεβαίνοντας πάνω της .
«Σ..σταματά ... τι πας να κανείς ;!»
«Αυτό που σου αξίζει !»
Ο ήχος από τα υφάσματα των ρούχων της να σκίζονται σκορπίστηκε παντού στο χώρο . Ανεξέλεγκτα δάκρυα άρχισαν να κυλούν στο πρόσωπο της . Είχε τα βλέφαρα της κλειστά , δεν ήθελε να βλέπει την συνέχεια .
«Μην .. μην το κανείς σε παρακαλώ πολύ»
Ο αλεξ ακούγοντας την σπασμένη φωνή της ξύπνησε από τη θολούρα που του είχε προκαλέσει ο θυμός του και απομακρύνθηκε αμέσως από κοντά της .
Με το χέρι του έριξε κάτω τα πράγματα από οδό κωμοδυνο κάνοντας τα να σπάσουν γεμίζοντας το πάτωμα με χιλιάδες κομμάτια .
Η Αριάδνη ανήμπορη να αντιδράσει απλώς μαζεύτηκε στην άκρη του κρεβατιού προσπαθώντας να καλύψει τα γυμνά σημεία του σώματος της με τα σεντόνια .
Τα αναφιλητά της έκαναν την καρδιά του αλεξ να πονάει . Πως μπορούσε να αφήσει τον εαυτό του να της κάνει κάτι τέτοιο . Δεν ήθελε να γίνει το τέρας που πάντα φοβόταν να γίνει .
Δίχως να της μιλήσει βγήκε από το δωμάτιο κλείνοντας με δύναμη την πόρτα πίσω του .Το μπαρ του ξενοδοχείου ήταν σχεδόν άδειο εκείνη την ώρα . Ελάχιστα ζευγαράκια είχαν παραμείνει στα τραπέζια του βάθους , αναζητώντας λίγο προσωπικό χώρο . Ο αλεξ κάθισε στην μπάρα και παρήγγειλε το αγαπημένο του ποτό . Είχε ανάγκη να ξεχάσει . Να ξεχάσει τον πόνο της προδοσίας και του κακού του εαυτού . Και το ποτό ήταν η μοναδικ η του λύση .
Γύρισε τρεκλίζοντας στο δωμάτιο του λίγο πριν της 7 το πρωί . Οι πρώτοι ένοικοι είχαν βγει από τα δωμάτια τους για να πάρουν το πρωινό τους . Δεν ενδιαφέρθηκε για να τους χαιρετήσει , άνοιξε απλώς την πόρτα και μπήκε μέσα .
Στο πρώτο φως της ημέρας μπορούσε να διακρίνει τα αποτελέσματα της ανεξέλεγκτης οργής του . Χιλιάδες γυαλιά είχαν γεμίσει το πάτωμα .
Η Αριάδνη ήταν ακόμη τυλιγμένη εμ το λευκό σεντόνι , κουλουριασμένα στην άκρη του κρεβατιού να κλαίει .
Ο αλεξ παρατήρησε τα κόκκινα σημάδια στα σεντόνια κα οδικώς να υπολογίζει την ζάλη του έτρεξε κοντά της .
Η κοπέλα μαζεύτηκε στην θέση της ακόμη περισσότερο αποφεύγοντας να τον κοιτάξει .
Με απαλότητα προσπάθησε να αφαιρέσει το σεντόνι από πάνω της για να κοιτάξει τα πόδια της .
Εκείνη όμως πρόβαλε αντίσταση.
«Σε παρακαλώ δεν θα σε πειράξω ... να το δω θέλω μόνο.»
Η Αριάδνη τον κοίταξε ελάχιστα έτοιμη να αρνηθεί .
«Σε παρακαλώ .. .» Η φωνή του όμως δεν την άφησε να το κάνει . Είχε τεράστια επιρροή πάνω της και αυτό την ανησυχούσε .
Χαλάρωσε το κράτημα της δίνοντας του την πρόσβαση στα πληγωμένα της πόδια .
«Τι έκανες Αριάδνη ;» Τον άκουσε να μουρμούρα πριν σηκωθεί για να φέρει γάζες .
«Εγώ ... ήθελα..»
«Ήθελες να φύγεις .»
«Ναι...»
ο αλεξ ξεφυσιξε απογοητευμένος . Μπορούσε να μυρίσει το αλκοόλ .
«Γιστι μου το έκανες αυτό μικρή ;»
«Δεν ..δεν ξέρω τι σου έχω κάνει ..»
«Γιατί ...γιστι με άφησες να πιστεύω πως είσαι νεκρή ;»
« τι πράγμα ; Δεν .. δεν ξέρω καν ποιος είσαι .»
Τα λόγια της τον έκαναν να παγώσει .αφησε κάτω το βαμβάκι που κρατούσε και σήκωσε το βλεμμα του στο δικό της .
«Τι εννοείς ;»
Η κοπέλα ξεφυσιξε .
«Πριν από τρία χρόνια είχα ένα ατύχημα . Όταν ξύπνησα δεν θυμώνουν τίποτα . Ο ριτσαρντ έπρεπε να μου θυμίσει τα απαραίτητα ... δεν σε ανέφερε ποτέ .»
Ο αλεξ δεν μπορούσε να πιστέψει στα αυτιά του . Η Βεατρίκη του δεν θυμόταν ποιος είναι ..Τελευταίο κεφάλαιο για το Σαββατοκύριακο 😘😘😘
ŞİMDİ OKUDUĞUN
Συμβόλαιο θανάτου #TYS18
Gizem / GerilimΈπρεπε να φύγει ... και έτσι κατέστρεψε τα πάντα .... Την αγαπούσε Μα την πρόδωσε .. αυτό ήταν που δενψμπορουσε να καταλάβει . Δεν μπορούσε να μείνει ,θα πέθαινε κοντά του , της έκανε κακό . Πόνεσε όταν την έχασε Δεν άντεξε να μην γυρίσει . Την...