Κεφάλαιο XXXVII

1.1K 105 4
                                    

4 μέρες μετά
«Που είμαι ;»
«Κάπου που είσαι ασφαλής .»
«Και ποια είμαι ;»
Ρώτησε τον άντρα μπροστά της μπερδεμένη .
Εκείνος στράφηκε προς τον γιατρό .
«Αλήθεια δνε θα θυμάται τίποτα ;»
«Όχι .. όχι για πολύ καιρό τουλάχιστον.»
«Τελεία...»
η κοπέλα τους κοιτούσε μπερδεμένη . Το κεφάλι της βούιζε έντονα όπως συνέβαινε συνεχως τις τελευταίες μέρες και δεν τη ν άφηνε να ηρεμίσει . Η θολή της μνήμη της στερούσε ακόμη και το όνομα της . Και ο άντρας μπροστά της απέφευγε να απαντήσει στις επανειλημμένες ερωτήσεις της .
Αυτή τη φορά όμως , ο άντρας με την ουλή στο πρόσωπο του γύρισε και την κοίταξε με ένα χαμόγελο . Δίχως να καταλάβει το γιατί το δέρμα της ανατρίχιασε στην θέα του .
«Σε λένε Αριάδνη .»
«Αριάδνη...» επανάλαβε το όνομα της δυνατά , και άλλες φορές μέσα της προσπαθώντας να ανακαλέσει κάποια ανάμνηση . Μάταιος κόπος . Ένας αφόρητος πονοκέφαλος ήταν το μον ο αποτέλεσμα που κατάφερε να πάρει .
«Και γιατί είμαι εδώ ; Πιος είσαι εσυ ;»
«Εγώ ... εγώ είμαι ο αρραβωνιαστικός σου καλή μου . Αλήθεια δεν με θυμάσαι ;»
«Όχι εγώ ... δεν ..δεν μπορώ να θυμηθώ τίποτα .» Έχωσε το κεφάλαιο της ανάμεσα στα χέρια της . Το σώμα της κόλλησε στον κρύο τοίχο πριν κυλίσει στο πάτωμα . Έπρεπε να θυμηθεί .
Ο άντρας που έλεγε πως ήταν ο αρραβωνιαστικός της γονάτισε στο ύψος της χαϊδεύοντας στοργικά τα μαλλιά της .
«Σσς Ηρεμισε καλή μου ... μην πιέζεις τον εαυτό σπυ ... δεν θα κερδίσεις τίποτα από το να καταπονησε έτσι. Ο γιατρός είναι εδώ . Είπε πως θα πάρει καιρό ... όμως θα θυμηθείς .»
«Κι ..κι εμείς είμαστε ... είμαστε μαζί ;»
Τον είδε Μα την νευει καταφατικά . Έπρεπε να τον εμπιστευτεί ; Δεν είχε και άλλη επιλογή . Ίσως να ητνα ο μόνο απ ου θα μπορούσε να την βοηθησει . Εξάλλου την γνώριζε .. και η αγάπη φαινόταν στο βλέμμα του .
Έπρεπε να πιστέψει όσα της έλεγε . Ποιος ο λόγος να της πει ψέμματα ; Ήταν ο σύντροφος της . Φυσικά και ήθελε το καλό της .
«Κανονικό ζευγάρι ; Αγαπηθήκαμε ή οι γονείς μας ..»
«Στην αρχή ήταν αρνητικοί με τον έρωτα που μας ένωνε . Σε έδιωξαν από το σπίτι όταν έμαθαν για εμένα . Μα ενωμένοι ξεπεράσαμε όλα τα εμπόδια . Ήρθες να μείνεις μαζί μου .»
«Και .. δηλαδή οι γονείς μου δεν μου μιλάνε ;»
«Δυστυχώς όχι αγάπη μου . Σε αποπλήρωσαν την επόμενη κιόλας μέρα . Προσπάθησα να τους μιλήσω Μα ο πατέρας σου είπε άθλια λόγια για εσένα . Δεν θα έπρεπε να σου τα λέω όμως αυτά ... χρειάζεσαι ξεκούραση . Η πληγή του τραύματος σου είναι ακόμη ανοιχτη . Μη ν ζορίζεσαι .»
Την βοήθησε να σταθεί στα πόδια της και να περπατήσει μέχρι το μεγάλο κρεβάτι του δωματίου . Αφού την σκέπασε με προσοχή και την έδωσε ένα γλυκό φιλί στο μέτωπο της απομακρύνθηκε από πάνω της .
«Θα πάω να σου φέρω κάτι να φας . Πρέπει να έχεις γεματο στομάχι για να πάρεις τα φάρμακα σου . Δεν θα αργήσω πολύ .»
Η Αριάδνη κατενευσε . Τα βλέφαρα της άξαφνα έμοιαζαν βαριά , λες και μια δύναμη την τραβούσε στον βαθύ ύπνο και τηβ γαλήνη .
«Ξεκουράσου εάν θες , λίγος ύπνος θα σου κάνει περισσότερο καλό από όσο νομίζεις . Εάν χρειαστείς το οτιδήποτε όσο λείπω .. ενημέρωσε έναν από τους άντρες που θα είναι έξω από το δωμάτιο σου .»
«Άντρες ; Γιατί ; Γιατί πρέπει να υπάρχουν άντρες έξω από το δωμάτιο μου ;»
«Πρέπει να είσαι ασφαλής ... θα σου εξηγήσω τα πάντα με την σειρά ...δεν κάνει να γεμίσεις με τόσες πληροφορίες για πρώτη μέρα .»
«Πες μου μόνο αυτό . Σε αγαπάω ;»
Ο άντρας σταμάτησε πριν ανοίξει την πόρτα . Φυσικά να την κοιτάξει . Ένα θερμό χαμόγελο έκανε το πρόσωπο του άξαφνα πιο συμπαθητικό . Κι όμως εκείνη ήδη ν τρόμαζε ακόμη .
«Φυσικά .... φυσικά και κε αγαπάς . Και μάλιστα παρα πολύ . Κι εγώ σε αγαπώ . Και θα κάνω τα πάντα για να μείνεις δίπλα μου . Κάτι άλλο που θα ήθελες να ρωτήσεις ;»
«Όχι .. όχι κάτι προς το παρον . Νομζιω πως θα κοιμηθώ για λίγο ...»
«Εντάξει ... θα σε ξυπνήσω όταν φέρω το φαγητό σου .»
Η βαριά ξύλινη πόρτα άνοιξε και ο άντρας βγήκε απ Ότο δωμάτιο , το οποίο ξαφνικά έγινε πιο παγερό από ότι πριν . Τίποτα γύρω της δεν εξεμπεμπε μια ζεστασιά που θα τη έκανε να νιώσει άνετα .
Κι όμως εδώ πέρα ήταν το σπίτι της . Έπρεπε να το αγαπήσει , όσο άγνωστο και ψυχρό και εάν της φαινόταν . Τα μάτια της έκλειναν δίχως την δίκη της θέληση .
Η κούραση κέρδιζε την επιθυμία της να μείνει ξύπνια και να προσπαθήσει να θυμηθεί . Βολεύτηκε όσο καλύτερα μπορούσε στο κρεβάτι της και έκλεισε τα μάτια της , αφήνοντας τον Μορφέα να την τυλίξει στην αγκαλιά του .

Τα βαριά του βήματα έκαναν το ξύλινο δάπεδο να τρίζει . Άνοιξε την πόρτα του γραφείου του και μπήκε μέσα καθιζοντας  στην μεγάλη δερμάτινη καρέκλα του .
Το γνωστό ποτήρι γεματο με το αγαπημένο του ουίσκι ,πάντα σκέτο ποτε με πάγο για να μην νερωσει, βρισκόταν πάνω στο γραφείο περιμένοντας τον .
Ήταν μια κουραστική μέρα . Κουραστική κι όμως έβλεπε για πρώτη φορά μετά από καιρό ένα φως ελπίδας στη ζωή του .
Η αμνησία της κοπέλας αναζοπύρωσε μια μικρή σπιθαμη έρωτα μέρα σου . Ενός έρωτας που γεννήθηκε 7 χρόνια πριν και συνέχιζε να τον καίει .
Αυτή τη φορά τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά . Αυτός ήταν που έβαζε τους κανόνες του παιχνιδιού και δεν θα άφηνε κανέναν να το κερδίσει .
Τα δάχτυλα του ανέτρεξα ν γύρω από το κρύο ποτήρι . Ναι ένιωθε σίγουρος για το μέλλον . Εάν μέλλον δίπλα σε εκείνη . Και με τον χειρότερο εχθρό του νεκρό. Η τελευταία σκέψη έφερε ένα πλάτη χαμόγελο στο πρόσωπο του .
Πλησίαζε έναν μικρό καθρέφτη που στόλιζε το γραφείο του .
Η βαθειά ουλή αν και ενοχλητική στην όλη παρουσία της δεν αφαιρούσε και πολύ Ά οτην ευπαρουσίαστη εμφάνιση του . Δεν ήταν από τους άντρες που χαρακτήριζες όμορφους, δνε ητνα όμως και αδιάφορος . Είχε κάποιες εφήμερες σχέσεις στην ζωή του . Καμία όμως από τις γυναίκες που είχαν περάσει από το κρεβάτι του δεν ήταν όμοια με εκείνη που βρισκόταν τώρα στο δωμάτιο του . Ούτε σε ομροφια .. ούτε σε ήθος. Ήταν ξεχωριστή . Και πλέον δικη του
Η πόρτα άνοιξε διάπλατα και ο μαξ , ο πιο πιστός ανάμεσα στους άντρες του μπήκε μέσα .
Είχε αναλάβει την πιο κρισημη λεπτομέρεια του σχεδίου . Να βγάλει επιτέλους από την μέση τον Αλεξ .
«Μαξ ... σε περίμενα . Πες μου πως έχεις καλά νέα για εμένα .»
«Έχει τσιμπήσει .. το μήνυμα που του έστειλες θα τον οδηγήσει κατευθείαν στο εγκαταλελειμένο παλιό μας κρυσφηγετο .»
«Και ; Τι τον περιμένει εκεί ;»
«Μια καλοστημένη παγίδα θανάτου ... που θα την βγάλει εκτός μάχης μια για πάντα .»
Οι δυο άντρες γέλασαν μαζί για αρκεί ώρα .
Έπειτα ο αρχηγός έπιασε το ποτήρι του πίνοντας μια γερή γουλιά ,
«Οι μέρα που βρίσκεσαι κάνω στην γη Αλεξ είναι μετρημένες ... και θα φροντίσω να σε κάνω να υποφέρεις όσο περισσότερο μπορώ ...»

Συμβόλαιο θανάτου #TYS18Where stories live. Discover now