Κεφάλαιο XXXIV

1.2K 102 6
                                    

Άνοιξε τηβ μεγάλη μπαλκονόπορτα αφήνοντας τον κρύο αέρα να μπει στο δωμάτιο . Χρειαζόταν επιγοντως καθαρό αέρα .
Κρίσεις πανικού . Για ακόμη μια φορά την ταλαιπωρούσαν τις τελευταίες μέρες . Όλες αυτές τις μέρες πιυ εκείνη προσπαθούσε να να τον αποφεύγει .
Το μυαλό της ήταν μπερδεμένο μετά από εκείνη την νύχτα . Συναισθήματα χαράς και θυμού εναλλάσσονταν μέσα της προκαλώντας της πονοκέφαλο .
Πως είχε φτάσει ξανά σε αυτό το σημείο ; Είχε ορκιστεί πως δεν θα παρασυρόταν ξανά από ηλιθια συναισθήματα . Η αγάπη της προκαλούσε μόνο πόνο , όποτε για ποιον λόγο συνέχιζε να τον αγαπάει ; Γιατί η ανόητη καρδιά της χτυπουσε γρήγορα και φορά που βρισκόταν δίπλα του ; Γιατί εκείνη την νύχτα ένιωσε όμορφα μετά από πολύ καιρό ;
Ξεφυσιξε απογοητευμένη καθώς κάθισε στο κρεβάτι της . Το είδωλο της στο καθρέφτη απέναντι έμοιαζε τρομαχτικο .
Δεν θυμόταν να είχε κοιμηθεί καθόλου . Πως θα μπορούσε όταν κάθε φορά που έκλεινε τα μάτια της το σωτήριο φιλί του κατέκλυζε τα πάντα της .
Ήταν ακόμη ερωτευμένη μαζί του ;
Φυσικά και ήταν . Ο καθένας θα το έβλεπε στα μάτια της που τον κοίταζαν με λαχτάρα αντί για μίσος όταν εκείνος προχωρούσε μπροστά της .
Ανόητη καρδιά συλλογιστηκε .
Πως μπορούσε να αφεθεί ξανά ; Ήθελε να πληγωθεί όταν ο Αλεξ θα τελείωνε άλλη μοα φορά με το παιχνίδι του ;
Να χανόταν σε μια άβυσσο που την έπνιγε για χρόνια ενώ μόλις είχε βγει ;
Έψαξε το πακέτο με τα τσιγάρα της . Ήταν αδειο . Και χρειαζόταν απίστευτα πολύ ένα .
Έπιασε βιαστικά το παλτό της και βγήκε από το δωμάτιο ζαλισμένη , προσπαθώντας να αγνοήσει τα αδιάκριτα βλέμματα των ανθρώπων γύρω της .
Ένα παγκάκι δίπλα από το κοντινότερο περίπτερο έγινε η καινούργια της συντροφιά . Από αυτό το σημείο της πόλης όλα φαινόταν φωτισμένα και μαγευτικά μέσα στηβ αχανή νύχτα .
Τα σύννεφα είχαν πλέον αρχίσει να διαλύονται και το φεγγάρι , σε όλη του την δόξα άρχισε να εμφανίζεται δειλά δειλά , μετατρέποντας την νύχτα σε ένα μαγευτικό μέρος
Ο καπνός έβγαινε ρυθμικά από το στομα της ,κάνοντας μικρούς δακτυλίους καθώς χανόταν στην ατμόσφαιρα , και η Αριάδνη ένιωθε πως γαληνευε .
«Τι κανείς εδώ πέρα μόνη σου ;»
Γύρισε το κεφάλι της τρομαγμένη . Ένας νεαρός με καστανόξανθα μαλλιά και πράσινα μάτια είχε καθίσει στο ίδιο παγκάκι και της απευθυνόταν .
Ανασηκωσε τους ώμους της αδιάφορα . Τι να του έλεγε ; Ούτε η ίδια είχε ιδέα για ποιον λόγο δεν επέστρεψε στην ασφάλεια του δωματίου της ενώ γνώριζε πως την ακολουθούσαν .
«Voglio dimenticare*»  του είπε τελικά και σηκώθηκε όρθια παίρνοντας τον δρόμο της επιστροφής .
Φερόταν απερίσκεπτα . Τι θα γινόταν εάν ήταν ένας από τους άντρες εκείνου ; Θα ήταν σίγουρα νεκρή μέχρι τώρα .
Το λόμπι του ξενοδοχείου ήταν απίστευτα ήσυχο . Η ρεσεψιόν άδεια καο κανένας από τους πελάτες που είχε συναντήσει καθώς έβγαινε δεν ήταν εκεί .
Ποσο είχε καθίσει και χάζευε την πόλη ;
Το ρολόι του κινητού της έδειχνε λίγα λεπτά μετά της 10 . Ώστε έλειπε μόνο μισή ώρα . Το προσωπικό του ξενοδοχείου έπρεπε να ήταν ακόμη εδώ . Δεν ήταν φυσιολογικό να είναι τόσο ήσυχα. 
«Να σε τρομάζει η ησυχία . Μόνο τότε οι δαίμονες βγαίνουν έξω από τις κρυψώνες τους και σε τρομάζουν . Να αποζητάς την φασαρία . Μεγάλα πάρτυ με ένα σωρό κοσμο , συγκεντρώσεις που βαριέσαι , παρέες με φίλους ή αγνώστους . Μην μείνεις μόνη σου ποτε . Γιατί τότε θα καταστραφείς .»
Οι κουβέντες του πατέρα της χτύπησαν ανεπαίσθητα το μυαλό της . Κούνησε το κεφάλι της γρήγορα διώχνοντας την βλαβερή σκέψη από το μυαλό της .
Μπορεί απλώς να είχαν διαλλειμα ... δεν έπρεπε να πηγαίνει το μυαλό της στο κακό .
Όλα της φαινόταν πως κινούνταν με αποστευτα Άργους ρυθμούς . Ο ανελκυστήρας άργησε υπερβολικά πολύ για να φτάσει στο ισόγειο και του πήρε περίπου τόσο για να την ανεβάσει στο τελευταίο όροφο όπου και βρισκόταν το δωμάτιο της .
Περπατούσε όσο πιο αθόρυβα μπορούσε στους διαδρόμους που οδηγούσαν στο δωμάτιο της . Φοβόταν . Μα δεν ήξερε τι ακριβώς .
Σταμάτησε απότομα έξω από την δίκη του πόρτα . Και εκεί επικρατούσε ησυχία . Σκέφτηκε για μια μόνο στιγμή να του χτυπήσει . Είχε ανάγκη την επιβεβαίωση του πως ολα ήταν καλά . Μα γιατί είχε αυτό το άσχημο προαίσθημα ;
Αποφάσισε πως έπρεπε να αγχώνεται λιγότερο , όμως τώρα η καρδιά της χτυπουσε τόσο δυνατά που νόμιζε πως ολος ο όροφος μπορούσε να την ακούσει .
Αναζήτησε την κάρτα στην τσάντα της και ήταν έτοιμη να ανοίξει την πόρτα όταν συνηδητοποιησε πως ήταν ήδη ανοιχτη .
Ποιος θα μπορούσε να είχε μπει μέσα τέτοια ώρα ;
Κάποιος από το προσωπικό ; Όχι Αποκλιεται , τόσο αργά κανένας δεν θα ερχόταν στο δωμάτιο της δίχως να την ενημερώσουν .
Ο Αλεξ ; Ήταν ο μόνος που είχε το κλειδί εκτός από το προσωπικό του ξενοδοχείου .
Ένα χαμόγελο χαράχτηκε στα χείλη της δίχως να το καταλάβει . Άδικα ανησυχούσε . Τίποτα το περίεργο δεν υπήρχε εδώ πέρα . Όλα φαινόταν φυσιολογικά πλέον στο μυαλό της
Το προσωπικό αποσύρθηκε αφού είδε πως κανένας δνε ζητούσε τίποτα , οι ενοικιαστές προφανώς είχαν πάει στα δωμάτια τους ή για να κάνουν έναν ρομαντικό περίπατο στην φωτισμένη πόλη , και το δωμάτιο του Αλεξ ήταν τόσο ήσυχο γιατί εκείνος την περίμενε εδώ .
Ανακουφισμένη άνοιξε την πόρτα και μπήκε μέσα .
Ο χώρος ήταν σκοτεινός όπως τον είχε αφήσει αλλά δεν της προκαλούσε απορρια . Ο Αλεξ λάτρευε το σκοτάδι . Αυτό ήταν που τον έπνιγε τόσα χροναι και από όπου  η ίδια είχε κάποτε προσπαθήσει να τον βγάλει ανεπιτυχώς .
Το σκοτάδι είχε γίνει το εταίρων ημιση του , τον είχε καταπιεί και εκείνος δεν έκανε πλέον καμία προσπάθεια για να το αντιμετωπίσει .

Το μόνο που ξεχώριζε στο δωμάτιο ήταν μια ανδρική φιγούρα που στέκονταν κοντά στο παραθυρο . Έπρεπε να είναι εκείνος , όμως για καπιον λόγο δεν ένιωθε τον συνήθη ηλεκτρισμό σε κάθε σημείο του κορμιού της αλλά κάτι άλλο . Τρόμο και ανησυχία .
Διστακτικά πλησίασε κοντά του προσπαθώντας ν ην ακουστεί .
Θα μπορούσε να φύγει , να τρεξει μακρυά , όμως εάν ήταν ο Αλεξ ποιος ο λόγος να κάνει κάτι τέτοιο .
Η ανδρική φιγούρα γύρισε απότομα προς το μέρος της κάνοντας τηβ να παγώσει .
Τα μάτια , το βλέμμα καο το αποκρουστικό πρόσωπο . Τα θυμόταν όλα υπερβολικά καλά . Τα μάτια της ασυναίσθητα άρχιζαν να γεμίζουν δάκρυα κάνοντας την όραση της θολή .
Έπρεπε να τρεξει , Μα τα πόδια της είχαν κοκαλωσει σε εκείνη της θέση .
Ήταν ξανά μπροστά της , και εκείνη ήταν αδύναμη να του ξεφύγει , είχε πέσει στην παγίδα του
Ο άντρας χαμογέλασε με εκείνο το αποκρουστικό του χαμόγελο .
«Σου έλειψα μικρή ;»
Η Αριάδνη στέκονταν εκεί . Ανήμπορη να πει το οτιδήποτε . Ήθελε να φωνάξει το όνομα του , ο Αλεξ θα ερχόταν αμέσως εδώ .
«Τι.... το θες εσυ εδώ ; Ο Αλεξ θα έρθει και ..»
«Ο Αλεξ ... ο Αλεξ μια ζωή εκείνος ήταν μέσα στο μυαλό σου . Πτι και να σου έκανε εκείνος το ανεχωσουν . Για πιον λόγο ; Γιατί τον αγαπούσες . Και ακόμη τον αγαπάς . Αυτή είναι η αδυναμία σου . Η αγάπη κάνει τους ανθρώπους αδύναμους . Και εγώ θα βασιστώ σε αυτό . Πιστεύεις στα αλήθεια πως θα σε σώσει ; Αν έρθει εδώ ...»
το μέταλλο από το αγαπημένο του ρεβόλβερ γυάλισε στο φεγγαρόφωτο καθώς το έβγαζε από την τσέπη του
Η Αριάδνη άφησε μια κραυγή ελεύθερη στη θέα του
«Δεν θα τολμισεις !»
«Πιστεύεις πως δεν έχω το θαρρος μικρή ;»
«Το άλλο θες επιτέλους από εμένα ;! Ο πατέρας μου πλήρωσε ήδη αρκετά δεν νομίζεις ;»
«Μα δεν είναι ο πατέρας σου που πρέπει να πληρώσει πλέον ... ο Αλεξ πρέπει να καταστραφεί .»
«Κ..και γιατί αυτό ;»
«Γιατί πήρε εσένα ... κανένας δνε παίρνει ότι μου ανήκει δίχως να τοιμωρηθει ...» έκανε μερικά βήματα πιο μπροστά , με ρι που ήρθε κοντά της .
Το χέρι του χάιδεψε τα μαλλιά της κάνοντας την να αηδιάσει .
«... κι εσυ Αριάδνη .... εσυ είσαι δίκη μου . Για πάντα θα είσαι δίκη μπυ ..»
πειν προλάβει να αντιδράσει π άντρας είχε τοποθετήσει ένα πανί στο στομα της . Τα πάντα γύρω της άρχισαν να χάνονται και κατέληξε να χάνει τος αισθήσεις της με την εικόνα του στο μυαλό της ....
*θελω να ξεχάσω

ΟΠΩΣ ΣΑΣ ΥΠΟΣΧΕΘΗΚΑ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΔΩ.☺️☺️
ΑΠΟΛΑΥΣΤΕ ΤΟ ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΠΟΛΥ
ΕΠΙΛΕΝΟ ΘΑ ΜΠΕΙ ΣΥΝΤΟΜΑ
ΦΙΛΑΚΙΑ 💕
ΚΑΙ ΚΑΛΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΣΕ ΟΛΟΥΣ

ΕΠΙΣΗΣ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΠΛΕΟΝ ΥΠΟΨΗΦΙΑ ΣΤΟΝ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟ TYS18 

Συμβόλαιο θανάτου #TYS18Where stories live. Discover now