Κεφάλαιο LXX

988 89 2
                                    

~ . Ξυπνάω ξανά εδώ . Το ίδιο γαμημενο τοπίο . Βαρέθηκα να κοιμάμαι . Θέλω να ξυπνήσω . Θέλω να αντικρίσω τα μάτια σου . Εκείνα που με γαληνεύουν . Εκείνα που αποζητούσε τόσο καιρό . Πάρε με από εδώ . Σε ακούω να αναπνέεις δίπλα. Τόσο απαλά . Σχεδόν σε νιώθω δίπλα μου . Όμως δεν μπορώ να σε δω . Θέλω τόσο πολύ να σε δω . Βαρέθηκα να είμαι κοιμισμένη σου λέω ! Ξυπνήστε με . Κάντε αυτό που εγώ δεν μπορώ να κάνω . Προχωράω πιο πέρα στο λιβάδι . Να δω μήπως υπάρχει κάποια έξοδος . Κάποιος τρόπος να επιστρέψω στην πραγματικότητα . Τα πάντα είναι ίδια . Νεκρά . Είναι σκέτη απελπισία . Δεν βλέπω τίποτα . Πυκνή ομίχλη με περιτριγυρίζει. Κλείνω τα μάτια μου . Όταν τα ξανανοιξω βρίσκομαι ξανά στην αρχή. Αδιέξοδο . Που να πάω άραγε ; Δεν έχω άλλη ελπίδα . Θέλω να ξυπνήσω με ακούς ;~
Είχε περάσει μια εβδομάδα . Η κατάσταση της παρέμενε η ίδια και εκείνος μαραζώνε μέρα με την μέρα . Δεν μπορούσε να την αφήσει , να τηβ σκοτώσει όσο και εάν οι γιατροί επέμεναν πως έπρεπε να το κάνει . Μερικές φορές ξταν σαν να την άκουγε μέσα στο κεφάλι του . Σαν να του έλεγε πως έπρεπε να ξυπνήσει . Πως το πάλευε . Και εκείνος την πίστευε . Κάθε μέρα που ξημέρωνε και κάθε βράδυ που ο κόσμος βυθίζονταν στο σκοτάδι , εκείνος περίμενε να δει μια κίνηση της , να την κάνει να ανοίξει τα μάτια της .. Νωχελικά σήκωσα το κεφάλι του και σ άκουσε τηβ πόρτα να ανοίγει . Ο αδερφός της Αριάδνης μπήκε μέσα κρατώντας έναν καφέ στο χέρι του το οποίο και έτεινε προς το μέρος του .
Ο αλεξ το πήρε απρόθυμα και κατέβασε μια μεγάλη γουλιά . Ήταν αναγκασμένος να πίνει πάνω από 5 μέσα στην ημέρα για να κρατιέται όρθιος . Αρνούνταν κατηγορηματικά να την αφησει μόνη της καθώς ήθελε να ήτα ο πρώτος που θα αντίκρυσε τα όμορφα μάτια της όταν θα κατάφερνε να συνέλθει .
«Πρέπει να ξεκουραστείς . Το ξέρεις πως θα βρίσκομαι εδώ . Εάν συμβεί κάτι θα σε ενημερώσω αμέσως .»
«Δεν έχω να πάω πουθενά . Δεν υπάρχει νόημα να ξεκουράζομαι ενώ εκείνη παλεύει . Πρέπει να είμαι εδώ για να της δίνω κουράγιο . Ξέρω πως αισθάνεται την παρουσία μου . Ξέρω πως με ακούει .»
«Δεν θα ήθελε να σε βλέπει έτσι . Θέλει να είσαι χαρούμενος . Πάντα το ήθελε . Όσα και να της είχες κάνει εκείνη ήταν τόσο τρέλα ερωτευμένη μαζί σου . Είσαι όλος της ο κόσμος .»
«Και εκείνη είναι ο δικός μου . Δεν υπάρχω χωρίς εκείνη . Αν πάθει κάτι ....»
«Ηρέμησε . Η Αριάδνη είναι δυνατή . Τα καταφέρνει πάντα . Δεν θα σε αφήσει . Δεν θα αφήσει τηβ κόρη σας .»
«Όταν την βρήκα . Οι εικόνες δεν μπορούν να φύγουν από το μυαλό μου . Δεν μπορώ να το διανοηθώ πως μπόρεσε και της το έκανε όλο αυτό .»
~2 μήνες πριν
Καθώς πλησίαζε στο ερημικό σπτιι έσβησε τα φώτα από το αμάξι του . Τα οχήματα που τον ακολουθούσαν έκαναν το ίδιο σχεδόν αμέσως . Δεν έπρεπε να γίνουν αντιληπτοί . Το παραμικρό λάθος και θα μπορούσαν να κάνουν μεγάλο κακό . Και μάλιστα στην ίδια την Αριάδνη .
Ο αλεξ προσπαθούσε να σκέφτεται όσο πιο καθαρά γινόταν . Άφηνε απέξω την οργή του για να μπορέσει να την οδηγήσει στην ασφάλεια . Και μετά θα άφηνε τον θυμό του να πάρει τον έλεγχο . Να πατήσει κάτω τον ριτσαρντ . Να το κάνει να παρακαλάει για το θάνατο του .
Πάρκαρε σε ένα χωράφι λίγα μέτρα πιο μακρυά . Οι άντρες του έκαναν το ίδιο . Είχε πάρει μαζί του μόνο τους καλύτερους.  Δεν υπήρχε χώρος για λάθη . Με προσοχή έβγαλε το πιστόλι του από το ντουλαπάκι του αυτοκινήτου και έβαλε τον σιγαστήρα .
Περπατούσε αργά μα τα βήματα του ήταν σταθερά και εξέπεμπαν κύρος . Το οπτικό του πεδίο ήταν περιορισμένο μέσα στο πυκνό σκοτάδι , όμως γρήγορα άρχισε να διακρίνει τους πρώτους φυλακες . Σήκωσε το όπλο και σημάδεψε . Η σφαίρα πέτυχε και τους δυο στο κεφάλι , χαρίζοντας τους ένα γρήγορο και ανώδυνο θάνατο . Δεν τους άξιζε να ήταν τόσο εύκολο σκέφτηκε . Δνε είχε όμως άλλη επιλογή . Η Αριάδνη προείχε της εκδίκησης του.
Τα φώτα του σπιτιού ήταν κλειστά . Ο άντρας έκανε νόημα στους υπόλοιπους να προχωρήσουν από την μπροστινή πόρτα ενώ εκείνος θα επιχειρούσε να μπει από πίσω . Γνώριζε πως ο ριτσαρντ ήταν ιδιαίτερα αφελής για να βάλει αρκετούς φρουρούς κατά μήκος του σπιτιού . Κάπου θα ήταν λιγότερη η ασφάλεια . Και εάν έκρινε από τους φυλακές μπροστά στο σπίτι η πιθανότερη λύση ήταν η πίσω πόρτα .
Το υγρό γρασίδι έπνιγε τον ήχο από τα πέλματα του κάνοντας τον αθόρυβο σαν λύκο που παραμονεύει για την λεία του . Έφτασε μπροστά από μια μεταλλική πόρτα και κοντοστάθηκα. Προσπάθησε να αφουγκραστεί την ύπαρξη φρουρών , δεν άκουγε όμως τίποτα . Οπως το είχε προβλέψει φο το πεδίο ήταν καθαρό . . Πήρε μια βαθειά ανάσα και μπήκε μέσα . Ήταν σκοτεινά . Οι τοίχοι μουχλιασμένοι . Αναρωτιόνταν πως κατάφερναν να ζήσουν εδώ μέσα . 
Το πυκνό σκοτάδι γινόταν ο σύμμαχος του καθώς εύκολα μπορούσε να ελίσσεται από τον έναν τοίχο στον άλλον . Μπορούσε να ακούσει  φασαρία από τηβ άλλη άκρη του σπιτιού . Οι άντρες του είχαν αναλάβει δράση . Ήταν ότι έπρεπε για να ψάξει με τηβ ησυχία του .
Ένιωσε το πάτωμα κάτω από τα πόδια του να τρίζει έντονα και σταμάτησε . Έριξε το φως από το φακό του στο σημείο μόνο για να διαπιστώσει τηβ ύπαρξη μια καταπακτης . Εκεί έπρεπε να τηβ είχε .
Δίχως δεύτερη σκέψη άνοιξε το μικρό πορτακι και κατέβηκε την ξύλινη σκάλα . Ο χώρος ήταν ακόμη μεγαλύτερος από τι υπόλοιπο σπίτι . Πολλά δωμάτια υπήρχαν αριστερά και δεξιά του καιως προχωρούσε και εκείνος άνοιγε κάθε πόρτα ελπίζοντας πως θα τηβ έβρισκε . Η καρδιά του χτυπούσε γρήγορα .
Και εάν είχε φτάσει αργά ; Αν τηβ είχε πάρει από εδώ ; Ή εάν την είχε σκοτώσει ; Δεν έπρεπε να σκέφτεται έτσι . Όφειλε να είναι δυνατός και για τους δυο τους .
Παίρνοντας μια βαθειά ανάσα άνοιξε την τελευταία πόρτα . Το θέαμα τον έκανε να κοκαλωσει .
Η Αριάδνη βρισκόταν αναίσθητη , ξαπλωμένη σε ένα παλιό στρώμα , με αλυσίδες να είναι περασμένες γύρω από τα άκρα της . Έτρεξε αμέσως πάνω της δίχως να ελέγχει τον εαυτό του . Ο φόβος του μήπως είχε πάθει κάτι ήταν τεράστιος και θόλωνε το μυαλό του .
Έβαλε τα δάχτυλα του στο λαιμο της . Ο σφυγμός της ήταν αδύναμος όμως υπήρχε . Ήταν ζωντανή . Με το χέρι του έβγαλε από το πρόσωπο της τα μαλλιά της για να την κοιτάξει . Μελανιές και μώλωπες παντού , το ένα της χέρι έμοιαζε σπασμένο . Τα βλέφαρα της ήταν κλειστά ενώ ξεραμένο αίμα , το δικό της , είχε στολίσει κάθε σημείο του κορμιού της . Είχε αδυνατίσει , ήταν χλωμή . Σαν φάντασμα .
Με χέρια που ένιωθε να τρέμουν τηβ σήκωσε στην αγκαλιά του , και άρχισε να τρέχει προς την έξοδο του σπιτιού .
Δεν έδωσε βάση στα πτώματα που άλλοτε ποδοπατουσε και άλλοτε κλωτσούσε για να ανοίξει δρόμο . Δεν τον ένοιαζε τίποτα .
Μόνο εκείνη . Έπρεπε να προλάβει .
Όταν κατάφερε να βγει έξω ένας από τους άντρες του τον πλησίασε .
«Τον βρήκαμε  Το κάθαρμα ενώ πήγαινε να ξεφύγει . Να το πάμε στην γνωστή αποθήκη ;»
«Όχι . Σκωτοστε τον επιτόπου.»
«Μα κύριε ..»
«Κάνε οπως σου είπα . Ακόμη και τα βασανιστήρια είναι χάρη για εκείνον . Δεν θέλω να δω ούτε το πτώμα του .»
«Οπως επιθυμείτε . Η κυρία ;»
«Είναι καλά . Θα γίνει καλά .» Μουρμούρισε αδιάφορα πριν απομακρυνθεί . Την έβαλε προσεκτικά στο πίσω κάθισμα και ξεκίνησε το αμάξι αναπτύσσοντας ταχύτητα . Λίγο αργότερα βρισκόταν στο πλησιέστερο νοσοκομείο της Σκωτίας . Οι γιατροί την ανέλαβαν αμεσβς , φροντιζοτνας μετά από σύντομο χρονικό διάστημα να τον ενημερώσουν για την σοβαρότητα της καταστασης . Σπασμένα πλευρά και χέρι , εσωτερικες αινοραγιες , μαχαιριες . Μερικά τραύματα είχαν μολυνθεί . Είχε πέσει σε κώμα . «Χρειαζόμαστε ένα θαύμα .» Του είχε πει ο εφημερεύον γιατρος πριν εξαφανιστεί πίσω από την πόρτα του χειρουργείου .
Έβγαλε το κινητό από την τσέπη του πληκτρολογώντας τον αριθμό του πατέρα της . Μετά από δυο χτυπήματα εκείνος το σήκωσε .
«Την βρήκες ;» Η φωνή του ήταν ανήσυχη , σπασμένη.  Τόσες μέρας προσπαθούσε να φαίνεται ήρεμος , όμως ο αλεξ μπορούσε να καταλάβει πως δνε ήταν .
«Ναι ..» είπε όσο πιο φυσικά μπορούσε . Πως θα του έλεγε για την κατάσταση της ;
«Που είναι ; Πως είναι ; Έρχεστε ; Θέλω να της μιλήσω .»
Ο αλεξ ξεφυσιξε . Έτριψε με τα δάχτυλα του τους κροτάφους του πριν απαντήσει .
«Δεν .. δεν είναι καλά . Βρισκόμαστε στο νοσοκομείο . Είναι στην εντατική .» Είπε όσο πιο γρήγορα μπορούσε και τερμάτισα την κλίση . Δεν άντεχε να ακούσει έναν συντεθλιμμένος πατέρα . Όχι όταν και ο ιδιος βρισκόταν στην ίδια κατάσταση .
Τα λόγια του γιατρού έπαιζαν ξανά και ξανά στο μυαλό του .
Χρειαζόταν πράγματι ένα θαύμα .

Συμβόλαιο θανάτου #TYS18Donde viven las historias. Descúbrelo ahora