Κεφάλαιο LIX

865 93 13
                                    

Χτύπησε τρεις φορές πριν η άλλη γραμμή το σηκώσει . Τρεις φορές που στο μικρό κορίτσι φάνηκαν αιώνες .
«Εμπρός ;» Μια βαρειά φωνή ακούστηκε στα αυτιά της μικρής . Όμως όσο και αλλοιωμένη φαινόταν από τον ύπνο εκείνη αναγνώριζε τον άντρα . Ήταν ο ίδιος που της είχε κάνει τόσα χατήρια πιο πριν . Εκείνος που αγαπούσε την μαμά της , που θα την βοηθούσε τώρα που ο μπαμπάς της είχε θυμώσει πολύ .
Θα του εξηγούσε πως δεν έφταιγε εκείνη , και όλα θα ήταν πάλι καλά . Δεν να ξαναεβγαινε έξω , δεν θα τον εκνεύριζε . Αρκεί να μην πείραζε ξανά την μαμά της .
«Θα ..θα κάνει κακό στην μαμά .» Κατάφερε μόνο να πει .
Ο αλεξ αμέσως κατάλαβε ποιος ήταν ο άγνωστος στο τηλέφωνο . Δίχως δεύτερη σκέψη τερμάτησε την κλήση και έπιασε το σακάκι του . Οδηγούσε στους δρόμους σαν τρελός . Εάν την ξανά άγγιζε με οποιονδήποτε τρόπο θα τον σκότωνε .
Ήξερε πως δεν έπρεπε να την είχε αφήσει μόνη της . Πως όλο αυτό θα γινόταν . Χρειαζόταν όμως τον ελεύθερο χρόνο για να δώσει το δείγμα για το τεστ πατρότητας . Και τώρα πλήρωνε το τίμημα των πράξεων του .
Έστριψε στην εθνική και μετά βγήκε στον παράδρομο που οδηγούσε σπίτι της . Έπρεπε να είχε προλάβει . Γκάζωσε ακόμη περισσότερο καθώς πλησίαζε .
Πάρκαρε λίγο πιο μακρυά για να μην γίνει αντιληπτός . Έβγαλε το περίστροφο του απ Ότο ντουλαπάκι χώνοντας το στο παντελόνι του και βγήκε έξω .
Ο κρύος αέρας πάγωσε το δέρμα του όμως δεν τον ένοιαζε . Με σταθερά βήματα πλησίασε την επιβλητική πύλη . Οι φυλακές τον είδαν αμέσως και δυο όπλα τον σημάδευαν ξαφνικά .
Τα μάτια του καρφώθηκαν στην κάνη του καθενός . Πριν οι φυλακές προλάβουν να αντιδράσουν εκείνος είχε πατήσει την σκανδάλη απ Ότο δικό του όπλο ρίχνοντας τους στο έδαφος .
Είχε χτυπήσει λίγο πάνω από το πόδι . Ήταν σοβαρό τραύμα αλλά δεν θα τους σκότωνε .
Προχώρησε προς τα μέσα . Του φάνηκε περίεργο που ο ριτσαρντ δεν είχε άλλους άντρες γύρω από το σπίτι . Περίεργο και ύποπτο ταυτόχρονα .
Τα λόγια της μικρής στριφογύριζαν στο μυαλ ότου ακατάπαυστα . Ιδρώτας άρχιζε να τρέχει απ Ότο μέτωπο του και πάγωνε πριν πέσει στο έδαφος . Έπρεπε να προλάβει .
Επιτάχυνε το βήμα του και μέσα σα κλάσματα δευτερολέπτου είχα πλησιάσει την πόρτα του σπιτιού . Το χέρι του πήγε στο κουδούνι ιστορικός να χτυπήσει .
«Οι τυπικότητες μας μαράνανε τώρα .» Μουρμούρισε πριν δώσει μια δυνατή κλωτσιά στο ξύλο .
Το υλικο λύγισε στη δύναμη του και η κλειδαριά έπεσε κάτω σπάζοντας . Η πόρτα άνοιξε μπροστά του δίνοντας του την πρόσβαση που χρειαζόταν . Ίσως θα έπρεπε να ήταν πιο διακριτικός , δεν μπορούσε όμως να σκεφτεί καθαρά τώρα .
Στο σαλόνι επικρατούσε σιωπή , το ίδιο και σε κάθε άλλο δωμάτιο του κάτω ορόφου . Έπιασε τους κροτάφους του και ξεφυσιξε .
Οι σκάλες του φάνηκαν ατέλειωτες μέχρι να ανεβεί πάνω . Το ίδιο σκηνικό επικρατούσε και εκεί . Προσπαθούσε να αφουγκραστεί . Ο παραμικρός θόρυβος μπορεί να ήταν χρήσιμος . Ένα μικρό αναφιλητά του απέσπασε την προσοχή . Το βλέμμα του έπεσε πάνω στην τελευταία πόρτα του διαδρόμου και δίχως δεύτερη σκέψη έτρεξε προς τα εκεί ανοίγοντας την .

Συμβόλαιο θανάτου #TYS18Where stories live. Discover now