Επιλογος

2.7K 117 53
                                    

2 χρόνια αργότερα .
Το κύμα έσκαγε ήρεμα πάνω στα βράχια . Ο ήλιος έλαμπε με όλη του την δύναμη . Είχε καλοκαίρια ξανά μετά απ ο έναν βαρύ χειμώνα . Η άνοιξη είχε μπει δειλά δειλά , κάνοντας την μικρή πόλη να γεμίσει καταπράσινα λουλούδια και δέντρα . Τα πουλιά είχαν επιστρέψει , χτίζοντας φωλιές στα δέντρα της άυλης τους .
Η γυναίκα καθόταν ακουμπισμένη στα κάγκελα κρατώντας μαι κούπα καφέ στο χέρι της . Το άλλο χάιδευε απαλά την κοιλιά της . Ένα αχνό χαμόγελο είχα σχηματιστεί στο πρόσωπο της , ενώ τα μοβ της μάτια κοιτούσαν προσηλωμένα το απέραντο γαλάζιο .
Εάν ελαφρό αεράκι ανακάτεψε τα μακρυά μαλλιά της . Προσπαθούσε να συγκεντρωθεί στους ήχους της φύσης . Ήταν αυτό που πάντα την γαληνευε .
Δεν ήθελε να τσακωθεί μαζί του , όμως η υπερπροστατευτικοτητα του και η ανεξέλεγκτη ζήλια του την έκαναν να φτάνει τα όρια της . Δεν ήταν από τις πιο έντονες λογομαχίες τους , όμως εκείνος και πάλι είχε μπει στο αμάξι αφήνοντας την μόνη της να παλεύει με τις τύψεις . Δεν της άρεσε όλο αυτο. Ευτυχώς που η μικρή έλειπε στους γείτονες και για ακόμη μια φορά δεν θα καταλάβαινε κάτι . Η κόρη τους ήταν πανέξυπνη , εάν ποτέ βρισκόταν στο σπίτι την ώρα του τσακωμού του κανένας δεν μπορούσε να της το κρύψει . Ένιωθε ανακουφισμένη που αυτή τη φορά δνε θα χρειαζόταν να της εξηγεί για ώρες πως οι τσακωμοί είναι φυσιολογικοί σε έναν γάμο . Οι δικοί τους  σίγουρα δεν ήταν . Οι λόγοι που τους προκαλούσαν ήταν γελοίοι όμως πάντα κατάφερναν κι αναζωπύρωναν τον έρωτα μεταξύ τους .
Έκλεισε τα μάτια της για λίγα δευτερόλεπτα και ξεφυσιξε . Έπειτα άνοιξε την μπαλκονόπορτα μπαίνοντας πάλι στο εσωτερικό του σπιτιού . Είχαν περίπου δυο χρόνια που είχαν μετακομίσει στην scilla.  Μετά το μήνα του μέλιτος σε αυτή την ονειρική μικρή ιταλική πόλη , κανένα μέρος δεν τους φάνταζε ιδανικότερο για να περάσουν το υπόλοιπο της ζωης τους . Δούλευαν πλέον και οι δυο σε ένα από τα μεγαλύτερα πανεπιστήμια της Μπολόνια , κάνοντας αυτό που αγαπούν .
Με μηχανικές κινήσεις άφησε την κούπα της πάνω στο γραφείο της και κάθισε στην ξύλινη καρέκλα . Ο ανοιχτός υπολογιστής μπροστά της έδειχνε μια μισογεμάτη σελίδα του word . Ήθελε πολύ λίγο για να το τελειώσει . Η αφορμή να εκδώσει το πρώτο της βιβλίο ήρθε τελείως απροσδόκητα ένα από τα πολλά βραδιά που περνούσαν αγκαλιασμένοι στην παραλία . Το είχε πάρει πολύ χαλαρά στην αρχή , όταν όμως ξεκίνησε να πληκτρολογει την αρχή , η ιστορία ξεδιπλώθηκε μπροστά στα μάτια της , η ζωή της ξετυλίχθηκε σαν κουβάρι μπροστά της γεμίζοντας εκατοντάδες σελίδες . Και πλέον ήταν σίγουρη πως θα μπορούσε σύντομα να το κυκλοφορίσει . Ήδη ένας καλός εκδοτικός οίκος είχε ενδιαφερθεί για την δουλειά της .
Χαμένη στις σκέψεις της , με το βλέμμα της καρφωμένο αδιάφορα στο κεσορα που τρεμοπαίζε μπροστά της σχεδόν δεν αισθάνθηκε τα δυο χέρια που τυλίχθηκαν γύρω από τηβ μέση της . Το άρωμα του ξεχείλισε , γεμίζοντας τα ρουθούνια της , καταφέρνοντας να την επαναφέρει στην πραγματικότητα .
«Όχι έτοιμο ακόμη ;» Η βραχνή φωνή του την έκανε ακόμη να ανατριχιάζει .  Κι ας είχε περάσει τόσος καιρός .
« όχι ... κοντεύω όμως . Μένει πολύ λίγο .»
Γύρισε το σώμα της έτσι ώστε να τον βλέπει . Φορούσε τα ίδια ρούχα με τα οποία είχε φύγει τόσο βιαστικά τα ξημερώματα . Ήταν γοητευτικός . Με το ζόρι κρατιόταν για να μην δαγκώσει τα χείλη της . Έπρεπε να παριστάνει της θυμωμένη . Για λίγο ακόμη .
«Δεν περίμενα πως θα γυρίζες τόσο σύντομα .» Του είπε όσο πιο αυστηρά μπορούσε . Το βλέμμα του την έκαιγε . Μπορούσε να διακρίνει ποσό μετανιωμένος ήταν .
«Έπρεπε να γυρίσω . Δεν έπρεπε να είχα φύγει εξ αρχής . Άρια συγνώμη . Δεν μου αρέσει να γίνομαι έτσι , να σου μιλάω έτσι . Όμως δεν μπορώ γαμωτο μου ζηλεύω . Τρελενομαι όταν βλέπω κάποιον άλλον να σου μιλάει , να σε αγγίζει .»
«Φταίω και εγώ . Έπρεπε να σου εξηγήσω νωρίτερα πως ήταν συνάδελφος μου . Να σου μιλήσω πριν τρέξω να τον αγκαλιάσω τόσο απροσδόκητα . Έπρεπε ....»
Το δάχτυλο του βρέθηκε μπροστά από τα χείλη της πριν προλάβει να ολοκληρώσει . Οι παλάμες του πλαισίωσαν το πρόσωπο της σηκώνοντας το ελεαφρως για να την κοιτάζει .
Χάιδεψε απαλά μερικές τούφες από τα μαλλιά της .
«Σσσσς ... μην μιλας άλλο . Δεν θέλω να ακούσω τίποτα.» Της απάντησε αισθησιακά κι δίχως να χάσει χρόνο ένωσε τα χείλη του με τα δικά της .

Συμβόλαιο θανάτου #TYS18Where stories live. Discover now