κεφάλαιο 17

6.8K 849 70
                                    



ΚΑΤΕΡΙΝΑ

Είχαν περάσει σχεδόν δεκαπέντε μέρες από τότε που ο Στέργιος με γύρισε πίσω και ακόμα δεν ήξερα γιατί ένιωθα έτσι κοντά του ή για πιο λόγο ήθελα να του αποδείξω ότι αξίζει να μου έχει εμπιστοσύνη. Προσπαθούσα να είμαι άψογη στη δουλειά μου και όποτε τον έβλεπα, στο μυαλό μου ερχόντουσαν τα τελευταία λόγια που μου είχε πει εκείνο το απόγευμα... να μην τον κάνω να μετανιώσει! Δυστυχώς και εγώ κάτι τέτοιο φοβόμουν μην τυχών και με κάνει να μετανιώσω που γύρισα.

Τις περισσότερες φορές τον έβλεπα από μακριά και πάντα με έκανε να αισθάνομαι αμήχανα. Όποτε φορούσε το φθαρμένο καουμπόικο καπέλο του, έμοιαζε πραγματικά λες και ήταν βγαλμένος από κάποια ταινία. Όσο η θερμοκρασία ανέβαινε, εκείνος κυκλοφορούσε όλο και πιο συχνά χωρίς μπλούζα και το αποτέλεσμα ήταν να τον κοιτάζω στα κρυφά λες και δεν είχα ξανά δει ποτέ γυμνό αντρικό σώμα... εντάξει, είχε ένα πολύ ωραίο σώμα, γραμωμένο και ρωμαλέο αλλά δεν δικαιολογούσε την ταχυκαρδία που με έπιανε.

Μόλις τελείωσα την δουλειά μου, πήγα στο σπίτι και άλλαξα στα γρήγορα. Είχα υποσχεθεί στην Ελπίδα ότι θα πηγαίναμε μαζί μία βόλτα μέχρι την άλλη πλευρά του κτήματος για να μου δείξει την κτηνοτροφική μονάδα. Μέχρι τώρα δεν είχαμε βρει την ευκαιρία αλλά σήμερα που ο Παναγιώτης έλειπε με ενημέρωσε ότι θα πηγαίναμε οπωσδήποτε.

Ο Μιχάλης, μας πήγε με το αμάξι του μέχρι εκεί και ανέλαβε να μας ξεναγήσει στους χώρους αν και δεν ήταν ο τομέας του. Όσοι εργάζονταν εδώ, φαινόντουσαν να εκτιμάνε πολύ την Ελπίδα και της φέρονταν με σεβασμό και αγάπη. Οι εγκαταστάσεις ήταν υπερσύγχρονες και όλα έμοιαζαν να λειτουργούν σαν ρολόι. Μία ώρα μετά αφού είχαμε παρακολουθήσει πως ταΐζονται και πως αρμέγονται τα πρόβατα αποφασίσαμε να κάνουμε μια κοντινή βόλτα. Η τοποθεσία ήταν κατάλληλη και η Ελπίδα δεν δυσκολεύτηκε καθόλου. Για την ακρίβεια μου έκανε τρομερή εντύπωση που υπήρχαν τόσα μονοπάτια γύρω από την μονάδα τα οποία ήταν στρωμένα ιδανικά για αμαξίδιο ή για κάποιο καρότσι. Ακολουθήσαμε το ένα από αυτά και βρεθήκαμε την πλαγιά ενός λόφου, η θέα σου έκοβε την ανάσα. Έκαστα δίπλα στην Ελπίδα και ένιωθα ότι κάτι ήθελε να μου πει...

«Ελπίδα μου γιατί μελαγχόλησες; Τι έπαθες;»

«Δεν έχω τίποτα... απλά είχα καιρό να έρθω σε αυτή την πλευρά του κτήματος και μου είχε λείψει.»

ΚΛΕΦΤΗΣ ΔΙΑΜΑΝΤΙWhere stories live. Discover now