Κεφαλαιο 21 * Στεφανος*

3.3K 351 19
                                    

Σταματάω το αμάξι και γυρνάω να την κοιτάξω.

«Το ξέρεις ότι σαγαπαω ετσι;Και ότι θέλω μόνο να είσαι καλά,αλλά όταν κρίνω εγώ σωστή στιγμή θα φυγουμε εντάξει;»της λέω και κουνάει το κεφάλι της.

Το ξέρω ότι αυτό δεν θα βγει σε καλο.Ειναι σίγουρο δηλαδή.Αλλα είναι η μαμά της.Και λογικο να θέλει να την δει.

Βγαίνουμε από το αμάξι και περπατάμε διπλα διπλα χωρίς να πούμε κατι.Δεν είναι και εύκολο όλο αυτό.

Την βλέπω από την ακρη του ματιού μου να δειλιάζει λίγο να περάσει την πόρτα,αλλά δεν κράτησε πολύ.

Χερεταω την νοσοκόμα στην ρεσεψιόν και πάω κατευθείαν στον διαδρομο να βρω το δωμάτιο της.

Τρία χρόνια.
Τρία χρόνια είναι έτσι,σε κώμα.
Στο νοσοκομείο δεν την κράταγαν έτσι την έφερα σε αυτό εδώ το κέντρο.Ειναι ιδιωτικό και πληρώνω πολλά αλλά δεν πειραζει.

Θα ξυπνησει.
Πρέπει να ξυπνησει.

Και έχω διαβάσει στο Ίντερνετ ότι γινόνται και τέτοια.Ξυπνανε μετά από πολλά χρόνια.Συμβαινει.Και αυτό θα γίνει και με εκεινην.

Θα ξυπνησει.
Στο κάτω κάτω έχει την Ξενια να μεγαλώσει.
Είναι μόνο εννιά.

Χρειαζεται την μαμά της για να της δίνει συμβουλές,να μιλάνε για αγόρια,να πάνε για ψώνια,να την βοηθήσει σε ότι πρόβλημα έχει,να την βοηθήσει να έτοιμαστει την ημέρα του γάμο της,όταν έρθει η ώρα.

Δεν μπορώ να τα κάνω εγώ όλα αυτά.
Πρέπει να τα κάνει η μαμά της.

Ανοίγει την πόρτα σιγά σιγά και κάθεται για λίγο εκει και την κοίταζε και μετά γύρισε την  πλάτη της και έβαλε το κεφάλι της στην κοιλιά μου έβαλε τα χέρια της γύρω από την μέση μου και ξεκίνησε να κλαιει.

Το ήξερα.

Λίγα δευτερολεπτα και ηδη η μπλούζα μου έγινε μούσκεμα.

Αυτό ακριβώς εννοούσα.Για αυτό ακριβώς δεν ήθελα να έρθει.

«Ξενια...»λέω και σηκώνει το γεμάτο δάκρυα πρόσωπο της.
«Είπα ότι δεν θα κλάψω.Συγνωμη...»λέει.
«Μην ζητάς συγνώμη....»λέω.

Και γυρνάει το κεφάλι στο κρεβάτι της μαμάς και την κοίταζε.

«Θες να φυγουμε;»λέω αλλά φενεται να μην με ακούει.

Αφηνει τα χέρια από την μέση μου και περπατάει κοντά της.

Όταν φτάνει βάζει το κεφάλι  στο στήθος της και κλαιει πιο έντονα.Το πρόσωπο της κοκκινησε.

«Μαμά;Γιατί;Σε θέλω να μου μαγειρεύεις αυτά  τα Ωραια μπιφτέκακια που μου έκανες.Ο Στεφανος λέει θα ξυπνήσεις.Παρασε καιρός όμως.Γιατι δεν ξυπνάς;Το δωμάτιο σου σε περιμένει.Αλλαζω και σεντόνια συχνά και είναι καθαρό.Ελα σπιτι μας...»λέει.

Είναι τόσο δύσκολο όλο αυτό.
Τόσο άδικο.

«Έλα μανούλα Ξυπνά.Χασαμε τον μπαμπά.Δεν θελουμε να χάσουμε και εσένα...»λέει.

Πάω κοντά της και την φιλάω στο μέτωπο.
Έχει περάσει τόσο καιρός,που φοβάμαι μην ξεχασω το χαμόγελο της.

Μετά παιρνω την Ξενια  αγκαλιά και πάμε έξω.

Δεν θα ξαναέρθει.
Αμα είναι να στεναχωριέται έτσι δεν θα ξαναέρθει εδώ.

Βάζει τα χέρια της γύρω από τον λαιμό μου και πάω σιγά σιγά στο αμάξι και την βάζω στην πίσω θέση και την βάζω να ξαπλωσει.

Ξεκιναω το αμάξι για το σπιτι χωρίς  να σταματάει να κλαιει.

Γιατί σε εμάς αυτό;Γιατί;
Δεν το καταλαβαίνω.
Ημασταν μια ήρεμη οικογένεια που δεν πείραξαμε ποτέ κανέναν.

Η μαμά μου πάντα έλεγε ότι κακά πραγματα γίνονται μόνο σε κακούς ανθρώπους.Και δεν πειστευω ήμαστε κακοί.Τοτε;Τότε γιατί;

Εντάξει έγω ήμουν 23 όταν έγινε,αλλά η Ξενια ήταν 6.Και εξι είναι πολύ μικρή για να χάσει τον μπαμπά της και να πέσει σε κώμα η μαμά της.

Όταν φτάνω πάω πίσω να την πάρω αλλά την είχε πάρει ο ύπνος.Την παιρνω πάλι στην αγκαλιά μου και την πάω στο δωμάτιο της και την βάζω στο κρεβάτι.

Μετά πάω στο δωμάτιο μου και ξαπλώνω.

Κοιταω το ταβάνι και σκέφτομαι ότι όταν είμαι σπιτι είναι χειρότερα.Τα σκέφτομαι όλα ξανά και ξανά.Έρχονται η μια ανάμνηση μετά την άλλη.

Τι εννοείς ο μπαμπάς πέθανε;

Λυπάμαι κύριε Κυριακιδη.Η μητέρα σας είναι σε κώμα και δεν ξέρω ποτέ και αν θα ξυπνησει.

Το αμάξι κάηκε πολύ.Πρεπει να έρθετε να αναγνωρίσετε το πτωμα.

Έχω τα καλυτερα δυο παιδιά στο κόσμο.

Έχει έναν αγώνα μπάσκετ το Σάββατο.Τι θα έλεγες να πάμε σαν πατέρας και γιος;Έχουμε καιρό..


Παιρνω μια μεγάλη βαθιά ανάσα και προσπαθώ να μην τα σκέφτομαι.

Τουλάχιστον στην δουλειά τα ξεχναω.Λιγο η Μαυριδη και οι περίεργες ερωτήσεις,λίγο ότι οδηγάω πολύ και καθαρίζει το μυαλό μου,λίγο το ότι η μέρα φεύγει γρήγορα εκει.
Δεν προλαβαίνω να σκεφτω.

Μακάρι να ξύπναγα αύριο και να ήταν όλα απλά ένας εφιάλτης.

Όχι το σημείο με την Άννα Μαυριδη,το σημείο με την μαμά και τον μπαμπά.Το σημείο που έχασα την γη κάτω από τα πόδια μου.Το σημείο που έμεινα μόνος με την αδερφή μου.

Η χειρότερη στιγμή της ζωής μου...

Θα Σε Προσέχω (#1 Σαντα Ροζα)Where stories live. Discover now