Κεφάλαιο 6

729 26 30
                                    

8 χρόνια πριν. 

Γουέντι.

Χριστούγεννα 2016. 

Ξυπνάω από μια μυρωδιά που τρυπάει την μύτη μου, μμμ κουλουράκια. Ανοίγω απότομα τα μάτια μου και νοιώθω το κεφάλι μου να πονάει. Γαμώτο. Κοιτάζω έξω από τα παράθυρα, ο ουρανός είναι συννεφιασμένος, αλλά μερικές ακτίνες του ήλιου καταφέρνουν να μπουν μέσα στο δωμάτιο. Είναι Χριστούγεννα. Η αγαπημένη μου, ημέρα του χρόνου. Κάθε χρόνο  ανυπομονώ να έρθει ο Νοέμβρης ώστε για να στολίσουμε το σπίτι με λαμπάκια και να μοσχοβολάει υπέροχα όπως τώρα. 

Θυμάμαι κάποια χρόνια πριν που είχε χιονίσει και το μπαλκόνι μου είχε ντυθεί στα άσπρα, απίστευτο θέαμα, όμως οι σκέψεις τις χθεσινής νύχτας εισβάλουν στο μυαλό μου, πετάω τα λευκά σκεπάσματα από το κρεβάτι μου και προχωράω με τις πατούσες μου να ακουμπάνε στο παρκέ και έπειτα στο λευκό μάρμαρο του μπάνιου. Ανοίγω το ζεστό νερό και μπαίνω από κάτω, ακόμα αισθάνομαι την ανάσα του πάνω μου και τα χέρια του που με έκαναν να τελειώσω. Ανάθεμα σε Μάικλ Κίνγκ. Πιάνω το σφουγγάρι μου και τρίβω το κορμί μου προσπαθώντας να μην τον σκέφτομαι. 

Λίγα λεπτά αργότερα μπαίνω στην κουζίνα και αρπάζω ένα κουλουράκι από το ταψί <<Γουέντι>> η φωνή της Άννα ακούγετε πίσω μου, αλλά την αγνοώ και συνεχίζω να τρώω, ενώ ανεβαίνω στο ψιλό πάσο με τα πόδια μου να κρέμονται στον αέρα.  Πιάνω μια κούπα και την γεμίζω με καφέ, πίνω μερικές γουλιές και χαλαρώνω. <<Υπέροχα όπως πάντα>> λέω στην Άννα και χώνω ακόμα ένα κουλουράκι στο στόμα μου. 

Την βλέπω να γεμίζει το δίσκο με την κανάτα του γαλλικού και να βάζει σε ένα πιάτο αρκετά κουλουράκια. <<Οι γονείς σου σε περιμένουν μέσα για πρωινό>> λέει καθώς βγαίνει από την κουζίνα, ξεφυσάω και την ακολουθώ - περισσότερο για τα κουλουράκια της. Τους βλέπω να κάθονται στην τραπεζαρία, η Κριστίν και ο Έντουαρντ Σάτον είναι η προσωποποίηση της αριστοκρατίας - σε αντίθεση με εμένα. Τραβάω μια καρέκλα και κάθομαι απέναντι τους <<Καλά Χριστούγεννα Γουέντι>> λέει η μητέρα μου, ενώ η Άννα της σερβίρει καφέ, <<Επίσης>> αφήνω ένα χασμουρητό και με κοιτάζει αποδοκιμαστικά. 

<<Ο Μπράντ μου είπε ότι γύρισες το πρωί>> η φωνή του πατέρα μου ακούγετε ενώ αφήνει στην άκρη την εφημερίδα του για να με κοιτάξει και φυσικά περιμένει να του δώσω εξηγήσεις. Έλεος πια είμαι δεκαεννέα και ενήλικη. <<Είχα βγει με την Αλεξάνδρα>> προσπαθώ να μην μπω σε παραπάνω λεπτομέρειες, <<Εγώ είδα ένα μαύρο Suv να σε φέρνει και οι Φρεί δεν έχουν κάποιο στην κατοχή τους>>. Σταματάω να αναπνέω γαμώτο. Αν είναι δυνατόν είχε ελέγξει ακόμα και τις κάμερες, <<Είχαμε βγει με κάποιους γνωστούς μας και απλώς ένας από τους... φίλους μας ζήτησε από τον οδηγό του να με φέρει σπίτι>>. Γαμώτο, όσα πιο πολύ μιλάω, τόσο πιο έντονα με κοιτάζει ο πατέρας μου. 

Twisted PleasureOnde histórias criam vida. Descubra agora