Κεφάλαιο 9

491 31 7
                                    

Σήμερα. 

Μάικλ.

Μάιος του 2024

Δεν πιστεύω στο Θεό, αλλά εάν πίστευα σίγουρα τον ευγνωμονώ για το πόσο καλή δουλειά έκανε με αυτήν την γυναίκα. Δεκάδες μάτια πέφτουν πάνω μου καθώς μπαίνω μέσα στη αίθουσα του ξενοδοχείου Plazza στην Νέα Υόρκη, δεν με νοιάζουν οι υπόλοιποι μόνο ένα βλέμμα με καταπράσινα μάτια. Τα ξανθά μαλλιά της πέφτουν σαν κύματα πάνω στο μπλε, μακρύ φόρεμα της και διακρίνω μέσα τους τον φόβο.

Η Γουέντι Σάτον σίγουρα δεν περίμενε να εμφανιστώ στο πάρτι της, όμως για κακή της τύχη είμαι ένας από τους επιχειρηματίες που ξοδεύουν δεκάδες χιλιάδες δολάρια τον χρόνο για να χορηγούν διάφορους οίκους και φέτος επέλεξα τον δικό της. Την βλέπω να φεύγει βιαστικά από το τραπέζι στο οποίο κάθετε με την Σάρα Ντίξον, κόρη Γερουσιαστή και μοντέλο. Πίσω της οι δυο σωματοφύλακες της μου ρίχνουν ένα λοξό βλέμμα καθώς διασχίζω την αίθουσα ώστε να φτάσω τους φίλους μου. 

Τους βλέπω να με κοιτάζουν, ενώ η έκπληξη είναι ζωγραφισμένοι στα πρόσωπα τους, το βλέμμα μου πιάνει την Αλεξάνδρα, η οποία προσπαθεί να ηρεμήσει την φίλη της. Η Νάντια Κρούζ με την οποία έχει παντρευτεί πρόσφατά ο Άλεξ με κοιτάζει το ίδιο και η Άννα Ρούσο γυναίκα πλέον του Σεμπάστιαν Κάρτερ. Αυτό κι αν είναι ανέκδοτο. Ο Σεμπάστιαν παντρεμένος και τρελά ερωτευμένος με μια γυναίκα την οποία παρ' ολίγον να χάσει, αλλά φυσικά δεν υπήρχε περίπτωση να επιτρέπαμε κάτι τέτοιο. 

Η Γουέντι με τις υπόλοιπες διασχίζουν την αίθουσα και χορεύουν κάτω από τον ρυθμό της μουσικής. Σταματάω μπροστά από τους φίλους μου και τους κοιτάζω. Μπορεί να μην ήμαστε πλέον μικροί, να έχουμε μεγαλώσει, αλλά πάντα παραμένουμε αχώριστοι. <<Καλώς σας βρήκα... φίλοι μου>> είναι το πρώτο πράγμα που βγαίνει από το στόμα μου και ο μπάρμαν, μου δίνει ένα ποτήρι με Macallan. Χαμογελάω, το πιάνω και τσουγκρίζουμε τα ποτήρια μας. Ήμαστε και πάλι όλοι παρέα. 

<<Τι σκατά κάνεις εδώ;>> κοιτάζω τον Σεμπάστιαν και χαμογελάω, <<Ήρθα να γνωρίσω τις γυναίκες των φίλων μου>> τα μάτια του σκοτεινιάζουν το ίδιο και του Άλεξ και σφίγγουν τις γροθιές τους. <<Χαλάρωσε. Δεν πρόκειται να κάνω κάτι μην ανησυχείς>> λέω και ο Σεμπάστιαν πίνει μερικές γουλιές από το ποτό του. <<Τι θες εδώ Μάικλ;>> αυτή την φορά ο Αντρέι είναι αυτός που ρωτάει. <<Είμαι ένας από τους χορηγούς>> απαντάω κοφτά, φυσικά γνωρίζω πως τόσο ο Σεμπάστιαν, όσο και οι υπόλοιποι είναι χορηγοί του οίκου της Γουέντι. Χαίρομαι που την βοηθούσαν και την στήριζαν όλα αυτά τα χρόνια που εγώ δεν το έκανα. <<Γιατί;>> κοιτάζω τον Άλεξ και πίνω λίγο από το ποτήρι μου. <<Γιατί είναι καλή επένδυση>> ένα γελάκι βγαίνει από το στόμα του Σεμπάστιαν και με κοιτάζει.

Twisted PleasureOù les histoires vivent. Découvrez maintenant