Ανοίγω την πόρτα του αυτοκινήτου και συνειδητοποιώ πως ο σκύλος του Ίαν, ο Ντούκι, κάθεται στη θέση του συνοδηγού. Κλείνω αμέσως την πόρτα για να μη βγει έξω, βάζω τα γέλια και τον κοιτάζω απορημένη.
"Τι στο καλό κάνει ο Ντούκι εδώ, Ίαν; Δεν πιστεύω να είναι κανένα φτηνό κόλπο για να με πας σπίτι σου;", του λέω καχύποπτη.
"Σταμάτα μωρέ αμέσως εσύ! Είχαμε πάει στον κτηνίατρο πριν περάσω από εδώ. Αλλά παραδέχομαι ότι το σκέφτηκα πως αν δεν σε πείσω εγώ, ίσως ο Ντούκι τα καταφέρει καλύτερα!", χαζογελάει μόνος του.
Στριφογυρίζω τα μάτια μου και του ρίχνω ένα αποδοκιμαστικό βλέμμα.
"Ξέρεις πως λατρεύω τα ζώα και το εκμεταλλεύεσαι. Φτου σου!", τον πειράζω.
"Δηλαδή τι; Να μην έχω κάποιον για ψυχολογική υποστήριξη αν αρνιόσουν να έρθεις; Έλα κάτσε πίσω για λίγο. Θα τον πάμε σπίτι πρώτα και μετά θα φύγουμε, εντάξει;", με ρωτάει καθώς μπαίνει στο αμάξι.
Κάνω κι εγώ το ίδιο και κάθομαι στη μέση για να παίζω με το σκύλο καθώς ο Ίαν βάζει μπροστά και ξεκινάμε για το σπίτι του.
"Έτσι ενημερωτικά, δεν θα έλεγα όχι.", του λέω με νόημα. "Αλλά πιθανότατα να μην χρειαζόταν όλο αυτό αν δεν με διέκοπτες πριν.."
"Τι εννοείς;", με ρωτάει κοιτάζοντάς με από τον καθρέφτη.
"Άστο προσωρινά. Θα το συζητήσουμε αργότερα.", λέω απόλυτα.
"Πλάκα κάνεις; Θα με αφήσεις έτσι τώρα;", λέει και γυρίζει να με κοιτάξει.
Ανταποδίδω το βλέμμα αλλά δεν του απαντάω. Αντίθετα, αρχίζω να παίζω με τον Ντούκι και καταλήγω να τον αγνοώ σε όλη τη διαδρομή.
"Έλα Ντούκι, φτάσαμε! Πάμε στον μπαμπά που σε περιμένει!", λέει παιχνιδιάρικα ο Ίαν καθώς ανοίγει την πόρτα του συνοδηγού.
Ο Ντούκι κατεβαίνει από το αμάξι και τον παίρνει να πάνε πάνω.
"Θες να ανέβεις για λίγο;", με ρωτάει δειλά πριν μπουν στην πολυκατοικία.
Κατεβαίνω αυτόματα από το αμάξι και τον κοιτάζω με ειρωνία.
"Ευτυχώς που δεν θα χρησιμοποιούσες τον Ντούκι για να με φέρεις σπίτι σου!", του λέω σαρκαστικά και περνάω μπροστά του με το σκύλο και μπαίνουμε στο ασανσέρ. "Να έρθεις με τις σκάλες!", λέω και κλείνω την πόρτα μπροστά του.
Για κάποιο λόγο έχω όρεξη να τον πειράξω! Τόσες μέρες μου έλειψε όπως και να το κάνουμε. Ας όψεται που είμαι περίεργη να δω τι στο καλό σκέφτηκε το μυαλό του αλλιώς αν περνούσε από το χέρι μου δεν θα φεύγαμε ποτέ από το σπίτι του. Σοφία, το 'χεις! Μπορείς να κρατηθείς λίγο ακόμα! Μην αποκαλυφθείς τώρα, σκέφτομαι από μέσα μου καθώς το ασανσέρ φτάνει στον όροφο του Ίαν.
Βγαίνουμε από το ασανσέρ και ο Ντούκι χυμάει προς την πόρτα του σπιτιού του. Σηκώνεται όρθιος γρατσουνώντας την ελαφρά και αρχίζει να γαβγίζει χαρούμενος. Κατευθείαν μας ανοίγει ο Δημήτρης και το σκυλάκι πηδάει πάνω του. Γιατί να μην μπορούμε να είμαστε όλοι σαν τους σκύλους; Τόσο ευγενικά πλάσματα που δίνουν την αγάπη τους αβίαστα και μας εμπιστεύονται στα τυφλά την ίδια τους τη ζωή..
"Ωχ, μια Σοφία!", λέει ο Δημήτρης σοκαρισμένος καθώς μπαίνω μέσα. "Πού είσαι εσύ; Τη μισή μας ζωή χάσαμε για πάρτι σου τόσες μέρες!"
"Σκάσε ρε μαλάκα!", φωνάζει ο Ίαν λαχανιασμένος καθώς μπαίνει στο σπίτι του.
"Όχι, πρέπει να ξέρει! Όλο το σπίτι πενθούσε, μαζί κι ο Ντούκι.. Σαν πτώματα ήμασταν όλοι εδώ μέσα. Από το κρεβάτι στον καναπέ και από τον καναπέ στη δουλειά αναγκαστικά. Φαγητό δεν μπήκε στο σπίτι μας, μόνο ξύδια.. Αλλά δες τον τώρα τον Κωστάκη, δες τι χαμογελάκι έχει σκάσει ο κολλητός μου!", περνάει το χέρι του από τον ώμο του και του τσιμπάει το μάγουλο. "Αα ρε Σοφάκι!", λέει και μας χαζεύει και τους δυο.
"Ναι.. Μήπως τυχαίνει να ξέρεις τι έκανε;", απαντάω σαν να μην ήταν μπροστά ο Ίαν.
"Εντάξει μωρέ, όλοι μας κάνουμε μαλακίες περιστασιακά. Αυτός είναι καλό παιδί όμως κι ευαίσθητο.. Μην μου το πληγώνεις, θα σε μαλώσω!", μου λέει δήθεν αυστηρά.
Γυρίζω να αντικρίσω τον Ίαν και τον κοιτάζω γλυκά.
"Ρε παπάρα τι κάθεσαι και της λες τόση ώρα;", μας διακόπτει ο Ίαν πειραγμένος.
"Και δεν μου λες Δημήτρη παιδί μου, καλά ο Ίαν, εσύ γιατί;", τον ρωτάω με σηκωμένο το φρύδι.
"Εγώ μια μπύρα νόμιζα ότι θα πίναμε στην αρχή με τον κολλητό, μετά μου τα 'πε και για συμπαράσταση κατάλαβες.."
"Αν κατάλαβα λέει.. Άλλο που δεν ήθελες..", γελάμε και οι τρεις.
"Λοιπόν ξεκαβάλα τώρα μαλάκα. Εμείς φεύγουμε. Δεν ξέρω πότε και αν θα γυρίσω. Τα λέμε.", λέει ο Ίαν και με τραβάει προς τα έξω.
"Πότε και αν ακούω.. Καλό βόλι αλληλέγγυοι!", χαζογελάει και μας κάνει ματιά καθώς κλείνουμε την πόρτα πίσω μας.
ESTÁS LEYENDO
Chasing the Sunset
Fanfic"Στη μέση μιας κοινότυπης πραγματικότητας, η ζωή οφείλει να σου δώσει ένα παραμύθι. Οπότε, ζωή, μου χρωστάς ένα παραμύθι. Δεν ξεχνώ..." Τη ζωή της Σοφίας κάθε άλλο παρά παραμύθι την έλεγες, μα είχε και τα ωραία στοιχεία της. Κυνηγούσε για πάντα το η...