Έμεινα για ώρες ξαπλωμένη να κοιτάζω το ταβάνι. Προσπαθούσα να καταλάβω τι είχε αλλάξει. Τι είχε συμβεί. Τι μας είχε συμβεί. Για πρώτη φορά, μετά από καιρό, άρχισε ξανά η ανασφάλεια και ο φόβος να φωλιάζουν στην καρδιά μου. Μνήμες από καυγάδες και δάκρυα κατέκλυζαν το μυαλό μου. Πόσα έχω περάσει αυτόν τον ενάμιση χρόνο; Τον γνώρισα την πιο ακατάλληλη στιγμή, τον ερωτεύτηκα την χειρότερη, παγιδευμένη σε μια μακροχρόνια σχέση χωρίς νόημα βρέθηκα να τον θέλω πριν ακόμα μπορώ να τον έχω. Και ύστερα οι παρεξηγήσεις. Με ένα μωρό ανύπαρκτο, με εμένα να φωνάζω μα κανείς να μην με πιστεύει, με την Αλέξη να μπαίνει στην ζωή μου και να φεύγει το ίδιο γρήγορα και έπειτα εκείνον. Να μειώνει τις άμυνες μου. Να με τρελαίνει και η πιο απλή του κίνηση. Να τον θέλω κάθε μέρα όλο και περισσότερο. Να τον αγαπάω... Μαζί του αυτή η λέξη απέκτησε νόημα.
Ψάχνω για ώρες να βρω που έκανα λάθος. Τι συνέβη με μας. Πως γίνεται κάποιος που ζηλεύει συνέχεια ξαφνικά να σου δείχνει τέτοια αδιαφορία; Έχουμε να μιλήσουμε δυο μέρες και δεν μπήκε καν στον κόπο να στείλει ένα μήνυμα. Να δει αν ζω ή αν πεθαίνω. Εκείνος. Εκείνος που με έπαιρνε τρεις φορές την μέρα απλά για να ακούσει την φωνή μου. Εκείνος, που με την πρώτη ευκαιρία έκανε τα πάντα για να με δει, που όταν κατέβαινα Αθήνα με αγκάλιαζε με τέτοια λαχτάρα λες και αγκάλιαζε τον κόσμο όλο, εκείνος που ονειρεύτηκε την ζωή του μαζί μου, αλλά μάλλον τα όνειρά του ήταν μεγαλύτερα από την ζωή.
Σηκώθηκα από το κρεβάτι και σκούπισα τα μάτια μου. Έκλαιγα και δεν το είχα καταλάβει. Τόσο είχα απορροφηθεί στις σκέψεις μου. Κοίταξα για λίγο έξω από το παράθυρο. Μαύρα σύννεφα είχαν σκεπάσει τον Δεκεμβριανό ουρανό, έτοιμα για καταιγίδα. Όπως ακριβώς και στην καρδιά μου. Μια καταιγίδα που δεν έχει ξεσπάσει, αλλά με τα ψέματα του Φοίβου ολοένα και πλησιάζει.
-Κοριτσάκι μου. Με φώναξε γλυκά η μητέρα μου και γύρισα το σώμα μου για να την δω να στέκεται στην πόρτα και να με κοιτάζει. Φόρεσα το πιο ζεστό μου χαμόγελο και κάθισα στο κρεβατάκι μου μαζί της.
-Ξέρω τι σκέφτεσαι. Είμαι μια χαρά.
-Πως; Όλη μέρα κλεισμένη σε αυτό εδώ το δωμάτιο. Δυο συνεχόμενα χρόνια δεν το βαρέθηκες; Γιατί δεν έρχεσαι μέσα να κάτσουμε λίγο παρεούλα που σε πεθύμησα; Τόσο καιρό έχω να σε δω.
- Και μένα μου έλειψες μαμά. Της είπα και βρέθηκα να αποζητώ την αγκαλιά της περισσότερο από όσο πίστευα. Την έσφιγγα πάνω μου, όπως όταν ήμουν μικρή και έβλεπα εφιάλτη. Εκείνη μου χάιδευε απαλά το κεφάλι, στοργικά.
VOCÊ ESTÁ LENDO
ΣΕ ΜΙΑ ΣΤΙΓΜΗ {GW15}
RomanceΕίμαι η Ζωή, είμαι 19 ετών και σπουδάζω στην καλύτερη πόλη της Ελλάδας· την Θεσσαλονίκη! Κόπιασα πολύ για να τα καταφέρω και νομίζω πως πια δεν μου λείπει τίποτα... Έχω τις φίλες μου, την πόλη μου, την σχολή που μου αρέσει και το εδώ και δύο χρόνια...