Κεφάλαιο 67ο

516 43 32
                                    

Τώρα.
Ηρώ,18 ετών.

<<Μπαμπάκα μου ,δες.Εκανα ένα ανθρωπάκι,>>έτρεξα κοντά του.

Έξω στο κήπο ακουγόταν ο ήχος από το πριόνι που έκοβε με αυτό τα ξύλα για το δεντρόσπιτο.

Εκείνος με κοίταξε έβγαλε τα γυαλιά ασφαλείας και τα άφησε κάτω.

<<Για να δώ,>>μου είπε χαμογελώντας παίρνοντας στα χέρια του τη ζωγραφιά .

Στο χαρτί πάνω είχα ζωγραφίσει εκείνον με μια μπέρτα να ανεμίζει.
Εντάξει δεν ήταν και η πιο τέλεια ζωγραφιά.
Ένα νήπιο πόσο τέλεια να ζωγραφίζει;

<<Εγώ είμαι αυτός;>>
Ρώτησε και το πρόσωπο του έλαμψε.

<<Ναι εσύ .Είσαι ο ήρωας μου και θα κατακτήσουμε το κόσμο αν φορέσεις μπέρτα>>.

Γέλασε και με πήρε αγκαλιά δίνοντας μου ένα απαλό φιλί στο μέτωπο.

<<Και εσύ ποια σούπερ ηρωίδα θα είσαι;>>

<<Ή Wonder Woman,>>είπα σηκόνωντας τα χέρια ψηλά σαν να ήθελα να πετάξω.

Το γέλιο του ,από εκείνη τη μνήμη, ηχούσε στα αυτιά μου όπως και η φωνή του Αχιλλέα, καθώς ο Γιάννης με τραβούσε με μανια μέσα από το διάδρομο.

<<ΆΣΕ ΜΕ ,>>του φώναζα.

<<Σκάσε,δε πρόκειται να σε αφήσω να σε έχει.Είσαι δική μου,>>έλεγε αναστατωμένος.

Άνοιξε μια κρυφή πόρτα από το τοίχο και ανέβηκε τις σκάλες που εμφανίστηκαν γρήγορα.

Με το ένα του χέρι έβγαλε το κινητό του και το έφερε στο αυτί του.

<<Που είσαι;>>
Ρώτησε με τη φωνή του να τρέμει.

<<Όπου θέλω.Τι θες;>ακούστηκε η φωνή από το ακουστικό .
Η ένταση του ήταν δυνατή και μπορούσα να διακρίνω ποιος ήταν.

<<Τι στο διάολο κάνεις;Έλα γρήγορα στη βιβλιοθήκη,>>έσφηξε το κινητό του.

Το μανιακό γέλιο του Άγη ακούστηκε .

<<Γιατί γελάς;Με κυνηγάνε.Κάνε κάτι Είναι διαταγή>>.

Άραγε είναι η Ξένια μαζί του;
Ή του ξέφυγε;

<<Αλήθεια;Δε μπορώ τώρα αφεντικό έχω δουλειά>>.

<<ΑΚΟΥΣΕΣ ΤΙ ΣΟΥ ΕΙΠΑ;>>

Κόντεψε να σκάσει από την ένταση που του φώναζε.
Ακούμπησε το χέρι του στο τοίχο στο τέλος της σκάλα και ο εκείνος υποχώρησε.
Με τράβηξε απότομα στη βιβλιοθήκη.

Στάχτες και βροχήWhere stories live. Discover now