|39|

9.3K 693 15
                                    

Το κτήριο στεκόταν επιβλητικό μπροστά μου, όπως και την προηγούμενη φορά που το είχα επισκεφτεί. Ακολούθησα την ίδια διαδικασία στην κινούμενη πόρτα και βρέθηκα στην ρεσεψιόν. Η κοπέλα, ήταν η ίδια με τότε, μάλλον με θυμόταν και μου έδωσε κατευθείαν το ελεύθερο να ανέβω στον όροφο που ήθελα. Ο χρόνος που πέρασα στο ασανσέρ μέχρι να ανέβω στο γραφείο του ήταν από τα πιο βασανιστικά λεπτά της ζωής μου.

Το κουδούνι ήχησε και οι πόρτες άνοιξαν διάπλατα, αποκαλύπτοντας τα γραφεία της εταιρίας. Προχώρησα σε αυτό στο βάθος, η γραμματέας απουσίαζε, αν και δεν είχα σκοπό να την παρακάμψω όπως είχα κάνει την πρώτη φορά.

Στάθηκα πίσω από την πόρτα, αμφιταλαντευόμενη για το αν έπρεπε να χτυπήσω ή όχι. Το να μπω μέσα χωρίς άδεια, θα τον ενοχλούσε, και ίσως θα ήταν η τελευταία φορά που θα μπορούσα να το κάνω αυτό εσκεμμένα.

Τελικά είχα αποφασίσει να του δώσω αυτήν την ευκαιρία που ζήτησε. Αν έδειχνε πως όντως άξιζε να τον συγχωρέσω, τότε τα πράγματα θα ήταν πιο εύκολα και για τους δυο μας. Αυτός θα σταματούσε να νιώθει τύψεις κι εγώ θα ξεμπέρδευα από την εμμονή του, κι από αυτόν τον ίδιο κι ίσως να μπορούσα επιτέλους να τον ξεκολλήσω από κάθε σκέψη του μυαλού μου.

Εισέπνευσα βαθιά, πριν αγγίξω το πόμολο, και άνοιξα διάπλατα την πόρτα. Ήταν εκεί, καθισμένος στην καρέκλα του, με το πουκάμισο του ελαφρώς ανοιχτό στην αρχή και ένα ζευγάρι χέρια μέσα από αυτό.

Τον κοίταξα προδομένη, νιώθοντας την αναγούλα να ανεβαίνει στο λαιμό μου. Είχε καταφέρει να με ξεγελάσει ακόμη μια φορά, κι εγώ σαν ηλίθια, ήμουν έτοιμη να δεχτώ τις μαλακίες που μου πρότεινε.

Μόλις τα μάτια του με αντίκρυσαν, το πρόσωπό του έδειξε σοκαρισμένο. Έσπρωξε την Σάντρα από πάνω του και προσπάθησε να σηκωθεί από την καρέκλα του.

Σε χρόνο ρεκόρ, έκανα μεταβολή και περπάτησα προς το ασανσέρ. Όταν άκουσα την πόρτα του γραφείου του να ανοιγοκλείνει, πάτησα ανυπόμονα το κουμπί για να καλέσω το ασανσέρ, μόνο που αυτό αργούσε πολύ. Τον είδα να με πλησιάζει και χωρίς δεύτερη σκέψη, άρχισα να κατεβαίνω τα σκαλιά, αδιαφορώντας για το ότι βρισκόμουν στον έβδομο όροφο μιας πολυκατοικίας.

"Νίκη, περίμενε." φώναζε επανειλημμένα και η ηχώ της φωνής του ακουγόταν σε όλο το μήκος της σκάλας.

Αδιαφόρησα για τις εκκλήσεις του και κατέβαινα όσο πιο γρήγορα μπορούσα τα σκαλιά. Το οπτικό μου πεδίο είχε θολώσει από τα δάκρυα, τα βλέφαρα μου έπεφταν βαριά και τα αυτιά μου άρχισαν να βουίζουν. Σταμάτησα στον πέμπτο και στήριξα το σώμα μου στην πόρτα του πρώτου γραφείου που βρήκα.

PaidWhere stories live. Discover now