|46|

8.6K 686 16
                                    

Η Τόνια κούνησε το κεφάλι της αποδοκιμαστικά και ήπιε μια γουλιά καφέ από το φλιτζάνι, κοιτώντας έξω από την τζαμαρία της καφετέριας.

"Μου φαίνεται απίστευτο το ότι ο Μάρκος δεν σε ενοχλήσει από τότε. Δηλαδή, έχει περάσει σχεδόν ένας μήνας, είναι φοβερό." είπε εκπληκτική, προκαλώντας μου ένα ελαφρύ γέλιο.

"Μάλλον θα τα βρήκε πάλι με αυτήν την κότα, ποιος ξέρει;!" απάντησα, προσπαθώντας να δείξω αδιάφορη, και έστρεψα το βλέμμα μου ψηλά για να συγκρατήσω τα δάκρυα που έφτασαν στις άκρες των ματιών μου.

Κάθε στιγμή, σε κάθε μου σκέψη ήταν εκεί. Με πονούσε ακόμη και όταν ήταν απών. Η αδιαφορία που μου έδειχνε, το συγγνώμη που δεν άκουσα ποτέ από τα χείλη του, μου κατέστρεφε την όποια καλή διάθεση είχα τον τελευταίο καιρό. Είχα γίνει υποχείριο του.

"Δεν βγαίνει με καμία, ρώτησα τον Άλεξ. Γενικά δεν βγαίνει και πολύ από το σπίτι του." έκανε μια προσπάθεια να μου αναπτερώσει το ηθικό που ήταν στα τάρταρα.

"Δεν με νοιάζει, ας κάνει ότι θέλει." απάντησα με σπασμένη φωνή και ήπια όλο το νερό για να συνέλθω. Από μέσα μου χαιρόμουν και ήλπιζα να ισχύει όντως αυτό, να νιώθει μακρυά μου όπως νιώθω και εγώ μακρυά του, αλλά μάλωνα τον εαυτό μου που με επηρεάζε ακόμα ενώ δεν θα έπρεπε.

"Είστε τόσο ίδιοι." επεσήμανε γελώντας και την κοίταξα ενοχλημένη. Εγώ δεν έμοιαζα με αυτόν ούτε στο ελάχιστο. Δεν πλήγωνα τον κόσμο που ήταν γύρω μου, ούτε κατέστρεφα τα συναισθήματα των άλλων. Ήμασταν αντίθετοι, τελείως αντίθετοι. Η κλίμακα έχει δύο άκρα, και εμείς σίγουρα δεν βρισκόμαστε στη μέση.

Το κινητό της Τόνιας χτύπησε και αυτή βγήκε έξω να το απαντήσει, αφήνοντάς με μόνη. Έμεινα σιωπηλή, τσεκάροντας που και που το κινητό μου για τυχόν μυνήματα του Ιωσήφ, όταν άκουσα μια βαθιά γυναικεία φωνή να εκφέρει το όνομα μου. Σήκωσα το κεφάλι μου περίεργη, αντικρίζοντας το τελευταίο άτομο που περίμενα να δω, ειδικά αυτήν τη στιγμή.

"Νίκη, εσύ δεν είσαι;" ρώτησε ρητορικά και με έμπλεξε τα χέρια της γύρω μου πριν προλάβω να αντιδράσω.

"Πόσο χαίρομαι που σε βλέπω." συνέχισε και στάθηκε μπροστά μου, κοιτάζοντας με με βλέμμα που γυάλιζε από ενθουσιασμό.

"Και εγώ χαίρομαι κυρία" σταμάτησα τα λόγια μου εκεί, αφού δεν ήξερα ποιο ήταν το όνομα της πέρα από μαμά του Μάρκου.

"Ειρήνη, το όνομα μου είναι Ειρήνη." έβαλε το χέρι μου στην παλάμη της και το έσφιξε δυνατά, "Μπορώ;" είπε, δείχνοντας την καρέκλα, και εγώ συμφώνησα διστακτικά.

PaidWhere stories live. Discover now