|43|

9.2K 699 35
                                    

Κοιτάχτηκα στον καθρέφτη για μια τελευταία φορά πριν βγω από το ασανσέρ. Το μαύρο φόρεμα μου έφτανε λίγο πιο πάνω από το γόνατο και ταίριαζε γάντι με τα ψηλά μαύρα μποτάκια μου και το δερμάτινο μπουφάν μου. Το πρόσωπό μου ήταν ελάχιστα βαμμένο και τα μαλλιά μου αφημένα στους ώμους μου.

Βγαίνοντας από την είσοδο της οικοδομής μου, τον βρήκα να με περιμένει στηριγμένος στην πόρτα του συνοδηγού, έχοντας ένα τσιγάρο στο στόμα του και το κινητό στα χέρια του.

"Το τσιγάρο βλάπτει σοβαρά." είπα τραγουδιστά και αυτός μόλις με άκουσε, πήρε το βλέμμα του από την οθόνη του κινητού και με επεξεργάστηκε.

"Εσύ με βλάπτεις περισσότερο από το τσιγάρο αυτήν τη στιγμή." πρόφερε με την βαθιά και βραχνή φωνή του να χτυπάει ακριβώς στην καρδιά.

Μου άνοιξε την πόρτα, κάνοντας μου νόημα να μπω και εγώ υπάκουσα, χαρίζοντάς του ένα ελαφρύ χαμόγελο. Βρέθηκε δίπλα μου ένα δευτερόλεπτο μετά και αφού ξεκούμπωσε το σακάκι του μπλε κουστουμιού του, ξεκίνησε την διαδρομή προς το εστιατόριο.

"Είμαι καλός;" με ρώτησε χωρίς να πάρει τα μάτια από το δρόμο και εγώ του απάντησα θετικά, "Ούτε να κοιταχτώ στον καθρέφτη δεν πρόλαβα, τόσο που βιαζόμουν να έρθω να σε δω." συμπλήρωσε και η ψυχή μου πλημμύρισε αγάπη.

Στα χείλη μου σχηματίστηκε ένα χαζό χαμόγελο, κοιτάζοντάς τον να συνεχίζει την πορεία. Γύρισε για λίγο το κεφάλι, άφησε ένα στιγμιαίο φιλί στο στόμα μου και ακούμπησε το χέρι του πάνω στο γόνατό μου.

Παραμείνα σιωπηλή μέχρι να φτάσουμε στο εστιατόριο, όχι λόγω θυμού ή νεύρων όπως συνήθως, αλλά επειδή μου αρκούσε και μόνο να τον κοιτάω και να τον έχω δίπλα μου.

Όταν φτάσαμε, το μαγαζί φώναζε χλιδή και πολυτέλεια με την πρώτη κιόλας μάτια. Περπάτησα προς την είσοδο, με το χέρι του να είναι περασμένο στη μέση μου, και, αφού έδωσε το όνομα του στην κοπέλα, αυτή μας οδήγησε στο τραπέζι μας και ένα λεπτό μετά είχαμε μπροστά μας τους καταλόγους.

"Όλα είναι πανάκριβα εδώ." είπα σοκαρισμένη και συνέχισα να κοιτάω τις υπερβολικά υψηλές τιμές.

"Λες να έχω θέμα με τα χρήματα;" ρώτησε ρητορικά, γελώντας, και έκανε νόημα στον σερβιτόρο να πλησιάσει.

Παρήγγειλε τα πάντα εκείνος, μέχρι και το κυρίως πιάτο. Έμεινα αμίλητη να τον παρακολουθώ και δεν έφερα αντίρρηση σε τίποτα από όσα είπε. Κάτι παραπάνω θα ήξερε, δεν φαινόταν να ήταν η πρώτη φορά που ερχόταν.

PaidWhere stories live. Discover now