|40|

8.9K 720 17
                                    

Το στόμα μου άνοιξε διάπλατα στη δήλωση της και τα μάτια μου άρχισαν να την εξετάζουν από την κορυφή ως τα νύχια.

Έπρεπε να το είχα καταλάβει πως είχε κάποια συγγενική σχέση μαζί του. Τα χαρακτηριστικά τους ήταν πανομοιότυπα. Ξανθά μαλλιά, ελάχιστα γκριζαρισμένα στις ρίζες, πλούσια κόκκινα χείλη, μεγάλα γαλανά μάτια με το ίδιο παγωμένο βλέμμα. Ήταν σαν δύο σταγόνες νερό.

"Μην τολμήσεις να το ξαναπείς αυτό." της φώναξε, αποπροσανατολίζοντάς με από την εικόνα της.

Τον τράβηξα από το μανίκι του πουκαμίσου για να σταματήσει. Τίναξε το χέρι μου πάλι μακρυά του και κοντοστάθηκε μπροστά στη μαμά του.

Έκανα να τον πλησιάσω αλλά το χέρι του και το άγριο βλέμμα του μου το απαγόρεψαν. Έμεινα στάσιμη μερικά μέτρα πίσω τους, χωρίς να μπορώ να τον βλέπω. Παρακολούθησα την φάτσα της γυναίκας, που αδυνατούσα μέχρι και τώρα να συνειδητοποιήσω πως ήταν η μητέρα του, να αλλάζει την θλιμμένη όψη της και να σοβαρεύει. Δεν ξέρω τι ήταν αυτό που της έλεγε, πάντως σίγουρα δεν ήταν καλό.

"Θα φύγεις τώρα." ανέβασε τον τόνο της φωνής του ξαφνικά και η ηχώ του έπνιξε σε όλον το διάδρομο. Αυτή τον κοίταξε αμίλητη, δίχως να φεύγει.

"Τώρα θυμήθηκες πως έχεις γιο; Που ήσουν τόσα χρόνια;" την ρώτησε αλλά αυτή συνέχισε να έχει την ίδια στάση απέναντι του.

"Που ήσουν;" ούρλιαξε στο πρόσωπό της και δάκρυα άρχισαν να τρέχουν στα μάγουλά του.

"Μάρκο, σε παρακαλώ." τον άγγιξα στον ώμο, τραβώντας τον προς το μέρος μου.

"Όχι, ασ' τον." με απότρεψε η μητέρα του, "Άφησε τον να πει όσα θέλει να πει, ήμουν προετοιμασμένη για κάτι τέτοιο άλλωστε. Δεν περίμενα κάτι άλλο από την ανατροφή που θα του έδινε ο πατέρας του." συμπλήρωσε και παρέμεινε να τον ακούει.

Ο Μάρκος έσφιξε τις μπουνιές του, ο λαιμός του γέμισε με φλέβες και το πρόσωπο του κοκκίνισε από τον θυμό. Ήταν θέμα χρόνου να εκραγεί.

"Σε παρακαλώ, όχι εδώ." μπήκα μπροστά του και τον έσπρωξα πίσω στη θέση που καθόμασταν πριν.

Παραδόξως, με ακολούθησε αμέσως και σωριάστηκε σαν πτώμα στην πλαστική λευκή καρέκλα. Η μητέρα του στηρίχτηκε στον τοίχο, μακρυά από εμάς, έχοντας κολλημένο το βλέμμα της πάνω του.

Μείναμε έτσι για κάμποσα λεπτά ώσπου ένας γιατρός εμφανίστηκε από το δωμάτιο.

"Είστε οι συγγενείς του κύριου Μαραγκού;" ρώτησε και ο Μάρκος έτρεξε κατά πάνω του.

PaidWhere stories live. Discover now